“Το ανάλογο αξίωμα της κοινωνικής μηχανικής είναι: Αν κάτι δεν έχει αναφερθεί, δεν συνέβη ποτέ”
"Σε Έναν Κόσμο Προπαγάνδας, Η Αλήθεια Είναι Πάντα Μια Συνωμοσία"
"Το Ποιο Επικίνδυνο Από Όλα Τα Ηθικά Διλήμματα Είναι Όταν, Είμαστε Υποχρεωμένοι Να Κρύβουμε Την Αλήθεια Για Να Βοηθήσουμε Την Αλήθεια Να Νικήσει"

Η ΑΒΑΣΤΑΚΤΗ ΕΛΑΦΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΤΕΧΝΟΣΦΑΙΡΑΣ

του Παναγιώτη Ήφαιστου*

Με έκπληξη διαβάζουμε ότι ο «διοικητής της τεχνόσφαιρας» και στερούμενος δημοκρατικής νομιμοποίησης Γιούγκερ, επιτίθεται ξανά κατά της δημοκρατίας, αυτή την φορά κατά της Βρετανίας. Πριν λίγες μέρες αυτός και ο Ντούϊζεμπλουμ εξέφραζαν περιφρόνηση κατά της λαϊκής ετυμηγορίας στην Ελλάδα. Τώρα ξεθαρρεύουν και τα βάζουν κατά μιας μεγάλης ευρωπαϊκής δύναμης. Για όσους παροικούν την ευρωπαϊκή Ιερουσαλήμ, γνωρίζουν πολύ καλά ότι αυτά είναι θανατηφόρες εισροές μέσα σε μια διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που λικνίζεται ολοένα και περισσότερο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εξαρχής η διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης κινήθηκε μέσα σε μια δίνη θεμελιωδών συγχύσεων, μπερδεμάτων και αντιφάσεων.

Τον αρχικό υπερ-ενθουσιώδη φεντεραλισμό τον διαδέχθηκε την δεκαετία του 1950 η παράκρουση της συγχωνεύσεως των ευρωπαϊκών εθνών μέσα σε ένα ανθρωπολογικό ακταρμά που θα επιτύγχανε μια υπερεθνικότητα στην βάση μιας οικονομικής ανθρωπολογίας. Πολύ εύστοχα ο Κονδύλης σημείωσε ότι «οι φιλελεύθεροι πολιτικοί και οικονομολόγοι, οι οποίοι παρά τις συνεχείς έμπρακτες διαψεύσεις των τριών τελευταίων αιώνων, εξακολουθούν να διατείνονται ότι το εμπόριο θα υποκαταστήσει τον πόλεμο, υποπίπτουν σ’ ένα τεράστιο λογικό και ιστορικό σφάλμα. Μόνον όποιος ενστερνίζεται ένα οικονομιστικό ντετερμινισμό, δηλαδή μόνο όποιος αποδίδει τους πολέμους σε οικουμενικούς ανταγωνισμούς και μόνον, δικαιούται λογικά να πιστεύει ότι η οικονομική συνεργασία θα καταργήσει τους πολέμους. 
Στο κρίσιμο αυτό σημείο, όπως και σε άλλα ακόμη, ο οικονομικός φιλελευθερισμός δεν είναι τίποτα άλλο παρά χυδαίος μαρξισμός με αντεστραμμένα πρόσημα».
Φρένο σε αυτή την αντεστραμμένη παράκρουση έβαλε το 1996 ο Πρόεδρος ντε Γκολ, ο οποίος με τον «Συμβιβασμό του Λουξεμβούργου» εξώθησε την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση προς τον διακυβερνητισμό και τις συναινετικές αποφάσεις. Μαζί με το γεγονός ότι βασικά από το 1949 (ίδρυση της Ατλαντικής Συμμαχίας και κάθοδος των ΗΠΑ στην Ευρώπη) η στρατηγική σταθεροποίηση της ηπείρου οφειλόταν στην στρατηγική παρουσία των Ηνωμένων Πολιτειών οι Ευρωπαίοι κινούμενοι βασικά μέσα σε ένα στρατηγικό θερμοκήπιο μπόρεσαν να αναπτύξουν απερίσπαστοι οικονομική και εμπορική συνεργασία στους «χαμηλούς τομείς ολοκλήρωσης».

Παρενθετικά, για να καταλάβουμε το βάθος των διαφορών στα πεδία της λεγόμενης ολοκλήρωσης μεταξύ διεθνιστών φιλελευθέρων (ανθρωπολογική εξομοίωση και πολιτική εξίσωση με θεσμούς και οικονομικά μέσα) και εθνοκρατοκεντρικών αντιλήψεων («Ευρώπη των Πατρίδων») ιδού μερικές θέσεις του ντε Γκολ για την «Ευρώπη των Πατρίδων»:

«Για να μπορέσουμε να καταλήξουμε σε λύσεις που να αξίζουν απαιτείται να λαμβάνουμε υπόψη τις πραγματικότητες. Το γεγονός δηλαδή ότι η Ευρώπη αποτελείται από έθνη. Είναι με αφετηρία αυτά τα έθνη που θα πρέπει να συγκροτήσουμε την Ευρώπη και εάν έτσι υπάρξει να την υπερασπιστούμε. Μήπως [η διαδικασία υπερεθνικής ολοκλήρωσης] επεδίωκε – που θα ήταν κιόλας πολύ – να εναρμονίσει με πρακτικά συμφέροντα των έξι κρατών, να ενισχύσει την οικονομική τους αλληλεγγύη απέναντι στο εξωτερικό και αν ήταν δυνατό, να επιτύχει την κοινή δράση στον διεθνή τομέα; Ή μήπως προορισμός του ήταν να πραγματοποιήσει την ολοκληρωτική συγχώνευση των οικονομιών τους και της πολιτικής τους για να εξαφανισθούν, σε μια μοναδική ολότητα που θα είχε την κυβέρνησή της, το κοινοβούλιό της, τους νόμους της και που θα διοικούσε σε όλους τους τομείς τους υπηκόους της, υπηκόους Γαλλικής, Ιταλικής, Ολλανδικής, Βελγικής, ή Λουξεμβουργιανής προέλευσης, που θα γίνονταν συμπολίτες στους κόλπους της τεχνητής πατρίδας που θάχε γεννήσει το μυαλό των τεχνοκρατών; Είναι αυτονόητο πως, επειδή δεν μου αρέσουν οι χίμαιρες, είχα ταχθεί με την πρώτη έννοια. Αλλά η δεύτερη συνοδευόταν απ’ όλες τις ελπίδες και όλες τις αυταπάτες των οπαδών της υπερεθνικής σχολής». «[με την πείρα που αποκτήθηκε από την ίδρυση της ΕΟΚ] εξακριβώθηκε πως, για να προχωρήσουμε στην ένωση της Ευρώπης, τα κράτη ήταν τα μόνα αξιόλογα στοιχεία, και πως όταν κινδύνευε το εθνικό συμφέρον, τίποτα και κανείς δεν μπορούσε να τα εκβιάσει, και μόνο ο δρόμος της συνεργασίας [στο πλαίσιο ομόφωνων αποφάσεων] ήταν σε θέση να οδηγήσει κάπου (…) Σε ποια βάθη αυταπάτης έπρεπε, αλήθεια, να φτάσει κανείς για να πιστέψει πως τα Ευρωπαϊκά έθνη, που σφυρηλατήθηκαν επί αιώνες με τεράστιες προσπάθειες και οδύνες, καθένα με την ιστορία του, την γεωγραφική του θέση, την γλώσσα του, τις παραδόσεις του, τους θεσμούς του, θα μπορούσαν με την θέλησή τους να πάψουν να είναι οι εαυτοί τους, και θα δέχονταν να σχηματίσουν ένα και μόνο κράτος. Σε ποιες συνοπτικές σκέψεις ανταποκρίνονταν η σύγκριση που έκαναν συχνά αφελείς άνθρωποι, ανάμεσα σ’ εκείνο που έπρεπε να κάνει η Ευρώπη και σε όσα έκαναν οι Ηνωμένες Πολιτείες (1965)».

Ο ντε Γκολ επιβάλλοντας ένα πολιτικό και διακρατικό ορθολογισμό συμβατό με την διαφοροποιημένη εθνοκρατοκεντρική φύση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης προσδιόρισε βασικά τα πολιτικά και θεσμικά χρώματα του εγχειρήματος. Τα χρώματα αυτά, για να συντομεύουμε, ξεθώριασαν τις δύο τελευταίες δεκαετίες όταν έγινε το τεράστιο άλμα στο κενό της ΟΝΕ που μας οδήγησε στο αβέβαιο σήμερα. Αβέβαιο για πολλούς λόγους. Η άνιση ανάπτυξη επιταχύνθηκε με αποτέλεσμα να αναπτυχθούν διλήμματα ασφαλείας μεταξύ των μεγάλων κυρίως ευρωπαϊκών δυνάμεων (εμείς είμαστε απειροελάχιστη υπόθεση μπροστά στις υποβόσκουσες αντιθέσεις μεταξύ των μεγάλων κρατών). Η πολιτική και στρατηγική σκέψη εξοστρακίστηκε. Την διοίκηση της ΕΕ ανέλαβαν κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτα άτομα που συνεργάζονται με αδιαφανείς κερδοσκόπους, τοκογλύφους και με ρευστό τρόπο με αξιωματούχους ηγεμονικών κρατών.

Τα λάθη της διεθνούς και ευρωπαϊκής οικονομικής και πολιτικής διακυβέρνησης (εννοώ σε διακυβερνητική όχι υπερεθνική βάση) αυξάνονται και σωρεύονται.

Οι αντιθέσεις μεταξύ των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων υποβόσκουν και εντείνονται, ανάλογα και αντίστοιχα με την εξέλιξη της κατανομής ισχύος και τους ηγεμονικούς ανταγωνισμούς στην Ευρασία, ενώ οι σχέσεις Γερμανίας και Ρωσίας είναι καθοριστικές για το μέλλον των πάντων.

ΠΗΓΗ: ifestosedu.gr

Π. Ήφαιστος – P. Ifestos

www.ifestosedu.gr – info@ifestosedu.gr


Πηγή
http://dia-kosmos.blogspot.gr/