“Το ανάλογο αξίωμα της κοινωνικής μηχανικής είναι: Αν κάτι δεν έχει αναφερθεί, δεν συνέβη ποτέ”
"Σε Έναν Κόσμο Προπαγάνδας, Η Αλήθεια Είναι Πάντα Μια Συνωμοσία"
"Το Ποιο Επικίνδυνο Από Όλα Τα Ηθικά Διλήμματα Είναι Όταν, Είμαστε Υποχρεωμένοι Να Κρύβουμε Την Αλήθεια Για Να Βοηθήσουμε Την Αλήθεια Να Νικήσει"

Ρωγμές στην παγκόσμια οικονομική ηγεμονία των ΗΠΑ

ΤΟΥ MARK FLEMING-WILLIAMS

Στις 5 Απριλίου ο πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Lawrence Summers, έγραψε ότι αυτός ο μήνας ίσως να μείνει στην Ιστορία ως η στιγμή που οι Ηνωμένες Πολιτείες χάνουν το ρόλο τους ως εγγυητών του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. Το σχόλιό του αφορούσε στις συνθήκες δημιουργίας της νέας ασιατικής Τράπεζας Επενδύσεων για Υποδομές (AIIB). Επιφυλακτικές για τις αυξανόμενες φιλοδοξίες και την επιρροή της Κίνας, οι ΗΠΑ συμβούλεψαν τους συμμάχους τους να μην ενταχθούν, αν και πολλοί είχαν ήδη υπογράψει. Το φιάσκο ήταν όντως δυσάρεστο για την Ουάσιγκτον, αλλά, ακόμα κι έτσι, η προφητεία του Σάμερς σε αυτό το στάδιο είναι λίγο πρόωρη.

Για να καταλάβουμε το γιατί, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε τη βάση της κυρίαρχης οικονομικής θέσης των ΗΠΑ στον κόσμο. Στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το υπερχρεωμένο Ηνωμένο Βασίλειο υπέγραψε τη συμφωνία εκμισθώσεως και δανεισμού (Lend-Lease), η οποία έδωσε τις βρετανικές ναυτικές βάσεις στους Αμερικανούς ως αντάλλαγμα την οικονομική στήριξη. Εμοιαζε σαν να έπαιρναν τη σκυτάλη της στρατιωτικής υπερδύναμης, εφόσον μεταβιβαζόταν ο έλεγχος των ωκεανών στις ΗΠΑ. Τρία χρόνια μετά, σε ξενοδοχείο στο New Hampshire, εκπρόσωποι από μεγάλα συμμαχικά κράτη πέρασαν τρεις εβδομάδες στη Διάσκεψη του Bretton Woods, όπου και διαμόρφωσαν τη μεταπολεμική οικονομική τάξη.

Αυτό που βγήκε από τη σύνοδο ήταν ένα νομισματικό σύστημα που βασιζόταν στο αμερικανικό δολάριο και δύο νέα θεσμικά όργανα: το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο θα παρακολουθούσε τις εμπορικές ροές, και την Παγκόσμια Τράπεζα, η οποία θα συνέβαλλε στην παροχή χρηματοδότησης για τις αναπτυσσόμενες χώρες. Και τα δύο θα είχαν έδρα την Ουάσιγκτον και οι Ηνωμένες Πολιτείες «κληρονόμησαν» αποτελεσματικά την παγκόσμια οικονομία.

Το αμερικανοκεντρικό σύστημα λειτούργησε καλά για τα επόμενα 25 χρόνια. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βγήκαν από τον πόλεμο με την ισχυρότερη οικονομία και με το σχέδιο Μάρσαλ διοχέτευσαν χρήματα για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης. Το 1971 όμως, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν εμπλακεί στο δαπανηρό πόλεμο στο Βιετνάμ, ο τότε πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον ανακάλυψε ότι, στο πλαίσιο του συστήματος του Bretton Woods, θα μπορούσε να πληρώσει τον πόλεμο τυπώνοντας περισσότερα χρήματα και εξάγοντας το δημιουργηθέντα πληθωρισμό στον υπόλοιπο κόσμο. Η Γαλλία δεν συμφώνησε και γεννήθηκε μια νέα απόφαση για νομισματικό σύστημα που απελευθέρωσε το δολάριο από το ρητά σταθεροποιητικό του ρόλο, διατηρώντας ωστόσο τη θέση του ως το κυρίαρχου παγκόσμιου νομίσματος.

Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, η θέση τους ως αράχνη στο κέντρο του ιστού έχει αποδειχθεί ανάμικτη ευλογία. Ως κληρονόμος αυτού που ονόμασε ο Γάλλος πρώην πρόεδρος Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν «εξωφρενικό προνόμιο» για τον έλεγχο των παγκόσμιων αποθεματικών, οι Ηνωμένες Πολιτείες έγιναν ο νούμερο ένα καταναλωτής, έχοντας σταθερά ελλείμματα και συγκεντρώνοντας όλο και μεγαλύτερο χρέος από τη θέση τους ως παγκόσμιου προμηθευτή δολαρίων.

Έτσι, οι Ηνωμένες Πολιτείες και ο υπόλοιπος κόσμος συμβιώνουν για αρκετές δεκαετίες, έστω και αν η δημοσιονομική θέση τους συνεχίζει να επιδεινώνεται. Αν όμως κοιτάξει κανείς μόνο αυτή (δημοσιονομική θέση), χάνει τη συνολική εικόνα.

Τις τελευταίες δεκαετίες, οι ΗΠΑ διατήρησαν τη θέση τους ως επικεφαλής των διεθνών νομισματικών ιδρυμάτων στον κόσμο. Το 1966, μια αμερικανική και μια ιαπωνική τοπική έκδοση της Παγκόσμιας Τράπεζας -η Ασιατική Αναπτυξιακή Τράπεζα- ιδρύθηκε με έδρα τη Μανίλα. Την ίδια χρονιά, Ο Μάο Τσε Τουνγκ ξεκίνησε την Πολιτιστική Επανάσταση, ένα πολιτικό κίνημα που παρέλυσε την Κίνα. Παρά τις αλλαγές που είχαν γίνει μέχρι την τότε παγκόσμια θέση, η παρουσία της στα θεσμικά όργανα, όπως η Ασιατική Αναπτυξιακή Τράπεζα, δεν αυξήθηκε.

Η άφιξη της Κίνας στην παγκόσμια σκηνή θα μπορούσε να ταρακουνήσει το status quo. Το μοντέλο ανάπτυξης του Πεκίνου που ακολουθείται μετά τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις του 1978 ήταν παρόμοιο με αυτό της μεταπολεμικής Ιαπωνίας και της Γερμανίας του 21ου αιώνα. Κρατώντας χαμηλά το εσωτερικό κόστος και έχοντας μεγάλο πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, η Κίνα συγκεντρώνει τεράστια αποθεματικά (περίπου 3,8 δισ. δολάρια). Τώρα είναι στο μέσο της διαδικασίας μεγάλης εξισορρόπησης, καθώς προσπαθεί να φύγει από το μοντέλο αποταμίευσης και επενδύσεων, με στροφή στην κατανάλωση, με άλλα λόγια, να γίνει οι επόμενες Ηνωμένες Πολιτείες.

Από τη σκοπιά των συμμάχων της Αμερικής, η Κίνα είναι μια χώρα-γίγαντας με πολύ χρήμα, που προσπαθεί να γίνει μια τεράστια νέα αγορά για τους καταναλωτές. Οι ομοιότητες σήμερα με τις Ηνωμένες Πολιτείες του 1944, όταν είχαν ένα τεράστιο πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, είναι ξεκάθαρες.

Στο μεταξύ, η Κίνα -με τους τεράστιους οικονομικούς πόρους προς διάθεση στα πολλά περιφερειακά σχέδια- βρήκε το περιφερειακό θεσμικό όργανο μέσω του οποίου θα μπορούσε να διοχετεύσει τα χρήματα αυτά, συμβαδίζοντας με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της. Δεδομένου ότι το αμερικανικό Κογκρέσο εδώ και πέντε χρόνια αποφασίζει για την αύξηση των κινεζικών ψήφων στο ΔΝΤ, αντανακλώντας τη νέα οικονομική επιρροή της, θα έχει περισσότερο νόημα για την Κίνα απλώς να δημιουργήσει το δικό της ίδρυμα, αντί να προσπαθεί να αποκτήσει επιρροή στην προϋπάρχουσα ασιατική Αναπτυξιακή Τράπεζα. Ετσι, γεννήθηκε η AIIB.

Το νέο αυτό όργανο, αν και δεν είναι το κλειδί για το οικονομικό μέλλον, ας πούμε, της Αυστραλίας και του Ηνωμένου Βασίλειου (δύο συμμάχων των ΗΠΑ που υπέγραψαν για την AIIB ως ιδρυτικά μέλη), ωστόσο παρέχει στις χώρες τη δυνατότητα να οικοδομήσουν μια σχέση με τον αυριανό γίγαντα της αγοράς. Κάθε χώρα που εντάχθηκε στην AIIB υπολόγισε ότι το όφελος που κέρδισε στο Πεκίνο με τη συμμετοχή της δικαιολογούσε επαρκώς τον κίνδυνο αποδοκιμασίας της Ουάσιγκτον. Είναι πράγματι μια σημαντική στιγμή και έχει καταγραφεί από κάποια Μέσα Ενημέρωσης ως πρόκληση για ολόκληρο το σύστημα του Bretton Woods και απειλή για το status quo.

Τα γεγονότα αυτά ωστόσο δεν αποτελούν τεκτονική μετατόπιση της τάξης του 1944. Για να υπάρξουν το Bretton Woods και οι συμφωνίες εκμισθώσεως και δανεισμού, χρειάστηκαν δύο στοιχεία: χρόνος και μεγάλη αναστάτωση.

Δεν επαρκούσε μια αναπτυσσόμενη υπερδύναμη. Η αμερικανική οικονομία έγινε η μεγαλύτερη στον κόσμο το 1870, 74 ολόκληρα χρόνια πριν από τη Διάσκεψη του Bretton Woods, με τη βρετανική υπεροχή να συνεχίζεται.

Χρειάστηκαν δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι, στους οποίους η Βρετανία αντιμετώπισε μια υπαρξιακή απειλή και τη δήλωση του Ουίνστον Τσόρτσιλ για ολοκληρωτικό πόλεμο το 1940, πριν η οικονομική ασφάλεια της χώρας φθάσει σε τέτοιο χαμηλό επίπεδο ώστε να παραδώσει τα καλύτερά της χαρτιά ως αντάλλαγμα για την οικονομική ανακούφιση.

Αντίθετα, το μέγεθος της οικονομίας της Κίνας ξεπέρασε μόνο αυτό των ΗΠΑ το 2014. Αναφορικά με το νόμισμα, το κινεζικό γουάν έχει σημειώσει μεγάλη πρόοδο τα τελευταία δύο χρόνια, ανεβαίνοντας από τη 14η στην 5η θέση των νομισμάτων που χρησιμοποιούνται στις διεθνείς πληρωμές. Ωστόσο, το γουάν κατέχει μόνο ένα ποσοστό περίπου 2,2% των διεθνών πληρωμών, έχοντας πολύ δρόμο να διανύσει προτού να αρχίσει να θέτει σε αμφισβήτηση το αντίστοιχο 44,6% των ΗΠΑ.

Επίσης, το κινεζικό νόμισμα δεν είναι πλήρως μετατρέψιμο, κάτι που αποτελεί βασική προϋπόθεση για να γίνει αποθεματικό νόμισμα. Ο τελευταίος λόγος που δεν έχουμε δει ακόμα μια στιγμή τύπου Bretton Woods μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας είναι γιατί δεν έχει υπάρξει μια συμφωνία εκμίσθωσης και δανεισμού. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν τον έλεγχο των θαλάσσιων οδών παγκοσμίως και, ως εκ τούτου, έχουν την απόλυτη εξουσία λήψης αποφάσεων για το παγκόσμιο εμπόριο. Χωρίς μια μεγάλη αναστάτωση -θα το καταλάβετε, όταν τη δείτε- η κατάσταση αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει σύντομα.

Το όχημα που οδηγεί την άνοδο και την πτώση των αυτοκρατοριών στηρίζεται σε μεγάλους τροχούς, αποκτώντας μεγάλη δύναμη που ασκείται για παρατεταμένη χρονική περίοδο, πριν από το ενδεχόμενο επανάστασης. Οι συμφωνίες που επετεύχθησαν κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σηματοδότησαν την κορύφωση μιας μακράς διαδικασίας κατά την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες αύξησαν τη δύναμή τους και η Βρετανία αποδυναμώθηκε. Η Κίνα έχει πράγματι υποστεί μια αξιοσημείωτη μεταμόρφωση κατά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, αλλά δεν είναι ακόμη σε θέση να αμφισβητήσει αποτελεσματικά τους πυλώνες πάνω στους οποίους στηρίζεται η παγκόσμια ηγεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Πηγή
http://dia-kosmos.blogspot.gr/