Στην ευρύτερη περιοχή, από τη Σαουδική Αραβία ως το Ιράν, την Τουρκία και την Ουκρανία, σημειώνονται πολύ σημαντικές γεωπολιτικές εξελίξεις που μπορούν να αλλάξουν σημαντικά τα σημερινά γεωπολιτικά δεδομένα ή να γίνουν καταλύτες νέων μεγάλων εντάσεων. Η αναφορά στην πρώτη θέση της Σαουδικής Αραβίας δεν είναι τυχαία. Η χώρα αυτή, που ήταν για μια πολύ μεγάλη περίοδο άκρως επιφυλακτική και προσεκτική στην εκδήλωση των πολιτικών της προτιμήσεων και στην επίσημη εμπλοκή της στις διαμάχες του Αραβικού κόσμου, φαίνεται να έχει αλλάξει σημαντικά την πολιτική της: Επενέβη στο παρελθόν στην Υεμένη, για ν’ αντιταχθεί στα επαναστατικά κινήματα που υπέθαλπε τότε ο αντίπαλος των Αραβικών μοναρχιών Αιγύπτιος Πρόεδρος Νάσσερ. Επενέβη προσφάτως στο Μπαχρέιν για «ν’ αποκαταστήσει την τάξη» κατά των Σιιτών αντικαθεστωτικών διαδηλωτών. Και στις δύο όμως περιπτώσεις συνέπλεε με την Αμερικανική πολιτική.
Το ίδιο φαινόταν να συμπλέει και στην περίπτωση της Συρίας, όπου, μαζί με το Κατάρ και την Τουρκία, πρωτοστάτησε στην οικονομική και στρατιωτική βοήθεια προς την εξέγερση. Δεν θα ήταν ακριβές να ειπωθεί στη βοήθεια προς τους Σύρους αντάρτες, γιατί, όπως αποκαλύφθηκε στη συνέχεια, ο μεγαλύτερος αριθμός των μαχομένων κατά του Άσσαντ είναι ξένοι μισθοφόροι.
Η Αμερικανική αναδίπλωση στη Συρία από τη σχεδιαζόμενη επέμβαση με πυραύλους tomahawk δυσαρέστησε έντονα τη Σαουδαραβική ηγεσία. Η τελευταία γνώριζε, βεβαίως, ότι η καταγγελλόμενη χρήση χημικών στη Συρία προήλθε, όπως απεκαλύφθη αργότερα, από την πλευρά των ανταρτών. Πιθανότατα, μάλιστα, οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας αυτής είχαν άμεση ανάμειξη. Η Σαουδική Αραβία όμως θεώρησε την Αμερικανική αναδίπλωση ως μια νέα «προδοσία», μετά από εκείνη του Ιράκ. Την παράδοση δηλαδή της εξουσίας μετά την Αμερικανική επέμβαση, στη Σιιτική πλειοψηφία. Μέχρι τότε, επί Σαντάμ Χουσεΐν, η εξουσία βρισκόταν στα χέρια των Σουνιτών του Ιράκ. Η Σαουδική Αραβία εξέφρασε, για πρώτη φορά, δημοσίως τη δυσαρέσκειά της και τη διαφωνία της για την Αμερικανική πολιτική και δήλωσε ότι θ’ αναλάβει ενεργότερο ρόλο στην παροχή βοήθειας και στη στήριξη με κάθε τρόπο των ανταρτών στη Συρία.
Δεν φαίνεται καθόλου πιθανόν ότι η Σαουδαραβική πολιτική θ’ αλλάξει τη φορά των πραγμάτων στη Συρία. Ο Σύρος Πρόεδρος Μπασάρ Αλ Άσσαντ, φαίνεται, έστω και με πολύ βαρύ τίμημα, να κερδίζει τη μάχη. Η Τουρκία, μετά την απροθυμία των ΗΠΑ να επέμβουν και αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα των Κούρδων της Συρίας και τον κίνδυνο να ταυτισθεί διεθνώς με τις ακραίες Ισλαμιστικές δυνάμεις που επικράτησαν στους αντάρτες της Συρίας, τηρεί προσφάτως πιο προσεκτική και επιφυλακτική στάση.
Οι συνομιλίες όμως των πέντε μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας συν τη Γερμανία (5+1) για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και οι διαφαινόμενες προοπτικές επιτεύξεως μιας μερικής συμφωνίας ανησύχησαν τη Σαουδική Αραβία. Η προοπτική εξομαλύνσεως των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν ανησυχεί, για κοινούς αλλά και διαφορετικούς λόγους, τη Σαουδική Αραβία τόσο όσο και το Ισραήλ.
Ο φόβος και ο ανταγωνισμός με το Ιράν, με υπόστρωμα τον θρησκευτικό ανταγωνισμό μεταξύ Σουνιτών και Σιιτών στην ευρύτερη περιοχή, ωθούν τη Σαουδική Αραβία, που αισθάνεται ολοένα και μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση λόγω της οικονομικής της ισχύος, στη διεκδίκηση ενός νέου περιφερειακού και διεθνούς ρόλου. Είναι ενδεικτική από την άποψη αυτή η φιλοδοξία που προέβαλε για θέση μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας αλλά και για την απόκτηση πυρηνικών όπλων στην περίπτωση που δεν ελεγχθεί αποτελεσματικά το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Διαπιστώνει κανείς ότι η αναζωπύρωση και η φανατική όξυνση της ιστορικής αντιπαραθέσεως μεταξύ Σουνιτών και Σιιτών ωθούν στο περιθώριο το Μεσανατολικό, που ήταν μέχρι τώρα και επί δεκαετίες το μεγάλο διεθνές πρόβλημα. Προφανώς αυτό συνδεόταν και με το θέμα του πετρελαίου και τους διεθνείς ανταγωνισμούς στην περιοχή. Η Σαουδική Αραβία, ως πρωτοστάτης του Σουνιτικού μετώπου, εξέρχεται από την απομόνωσή της και διεκδικεί έναν ευρύτερο ρόλο στις Αραβικές και περιφερειακές υποθέσεις. Η ίδια όμως είναι κοιτίδα ενός φανατικού Ισλάμ, το απωθητικό πρόσωπο του οποίου εκδηλώνεται στον πόλεμο της Συρίας αλλά και στις συνεχείς τυφλές αιματηρές Σουνιτικές επιθέσεις στο Ιράκ.
Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις ενός ενεργότερου περιφερειακού ρόλου της Σαουδικής Αραβίας; Ο ρόλος της στην Αίγυπτο, υπέρ του στρατιωτικού καθεστώτος, είναι πολύ διαφορετικός. Η εξήγηση βρίσκεται στο γεγονός ότι ο Βαχαμπιστισμός, που υποστηρίζει η Σαουδική Αραβία ως εκδοχή του Ισλάμ, είναι πολύ διαφορετικός και ανταγωνιστικός των Αδελφών Μουσουλμάνων της Αιγύπτου. Η Σαουδική Αραβία αντιμετωπίζει επίσης την Αίγυπτο, τη μεγαλύτερη χώρα του Αραβικού κόσμου, ως στρατηγικό βάθος της ίδιας σε σχέση με το Ιράν. Για άλλη μια φορά, ο μεγάλος πλούτος μιας χώρας δεν κατευθύνεται σε αναπτυξιακά, ειρηνικά έργα στην περιοχή, που τόσο διψά για επενδύσεις, αλλά σε τεράστια εξοπλιστικά προγράμματα και στη χρηματοδότηση του φανατισμού και των πολέμων.
Οι συνομιλίες των έξι με το Ιράν στη Γενεύη: Υπάρχουν πραγματικές προοπτικές για μια τέτοια προσέγγιση; Η απάντηση φαίνεται να είναι θετική. Η εκλογή Ροχανί στο Ιράν και το προηγούμενο της ειρηνικής επιλύσεως του θέματος των χημικών όπλων στη Συρία δημιουργούν ελπίδες για την επίτευξη μιας μερικής συμφωνίας. Η συμφωνία θα αφορά σε επαρκή και διεθνώς ελεγχόμενη δέσμευση του Ιράν ότι δεν θα χρησιμοποιήσει το πυρηνικό του πρόγραμμα για την κατασκευή πυρηνικών όπλων. Κλειδί στον έλεγχο αυτό είναι ο εμπλουτισμός ουρανίου άνω του 20%. Σημειώνεται σχετικά ότι ο εμπλουτισμός μέχρι 20% είναι επαρκής για την ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας. Για την κατασκευή πυρηνικής βόμβας απαιτείται εμπλουτισμός 90%.
Το δύσκολο σημείο της διαπραγματεύσεως είναι η διασφάλιση του ελέγχου και η υποψία μήπως το Ιράν συνεχίσει το πρόγραμμά του για υψηλότερο εμπλουτισμό ουρανίου σε μη ελεγχόμενες μυστικές εγκαταστάσεις. Η επίτευξη μερικής συμφωνίας θα περιλαμβάνει και μερική άρση των κυρώσεων κατά του Ιράν. Η επιθυμία για θετική κατάληξη των συνομιλιών και για Αμερικανο-Ιρανική προσέγγιση είναι αμοιβαία. Το Ιράν πλήττεται καίρια από τις κυρώσεις και δυσκολεύεται ολοένα και περισσότερο στις διεθνείς οικονομικές του συναλλαγές και στην εφαρμογή του αναπτυξιακού του προγράμματος. Είναι έτοιμο να δεχθεί διεθνή έλεγχο, ο οποίος μερικώς ασκείται ήδη από τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας. Δεν παραιτείται όμως από το ειρηνικό, όπως υποστηρίζει, ατομικό του πρόγραμμα και τον εμπλουτισμό ουρανίου. Οι ΗΠΑ επιθυμούν επίσης μια αποκλιμάκωση της εντάσεως με το Ιράν και μια αλλαγή πολιτικής σ’ αυτό, γιατί η εξάντληση των δυνατοτήτων που παρέχουν οι κυρώσεις θα θέσει επιτακτικά επί τάπητος τη στρατιωτική επιλογή. Το ενδεχόμενο αυτό δεν ενθουσιάζει ούτε τον Αμερικανό Πρόεδρο ούτε τις Αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις, μετά τα προηγούμενα στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν.
Ενδεχόμενη ύφεση στο θέμα του Ιράν, παρά τις αντιδράσεις του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας, θ’ αποτελέσει μεγάλη γεωπολιτική αλλαγή στην περιοχή. Η Ελλάδα θα επηρεασθεί θετικά από μια τέτοια εξέλιξη. Η αντι-¨αμερικανική ριζοσπαστικοποίηση του Ιράν ενίσχυσε κατά τα προηγούμενα χρόνια τη θέση και το ρόλο της Τουρκίας. Πολύ πιο ανησυχητικό για την Τουρκία είναι το διαφαινόμενο αδιέξοδο στη νέα πολιτική που είχε εξαγγελθεί για τους Κούρδους και την οποία η Τουρκική ηγεσία είχε διαπραγματευθεί με τον έγκλειστο Οτσαλάν και ατύπως με την ηγεσία των ανταρτών του PKK. Η Τουρκική κυβέρνηση είχε αναλάβει δέσμευση έναντι των Κούρδων να τροποποιήσει το Σύνταγμα και ν’ αναγνωρίσει τα δικαιώματα των Κούρδων, περιλαμβανομένης της εθνικής τους ταυτότητας. Η συμφωνία αυτή αποτελματώνεται και οδεύει προς ναυάγιο, με κίνδυνο ένα νέο κεφάλαιο ανταρτοπολέμου στη ΝΑ Τουρκία και σχέδια για γεωπολιτικές ανακατατάξεις στην περιοχή, με επίκεντρο τους Κούρδους. Ο Τούρκος πρωθυπουργός θεωρεί απαραίτητη την ανάληψη από τον ίδιο, με ενισχυμένες εξουσίες, της Προεδρίας της Τουρκίας, για να μπορέσει, μεταξύ άλλων, ν’ αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το Κουρδικό και να προωθήσει το μεγαλοϊδεατικό του πρόγραμμα για την Τουρκία. Οι εντεινόμενες όμως εσωτερικές πολιτικές συγκρούσεις δημιουργούν κινδύνους πολιτικής αστάθειας για την Τουρκία. Ο αποπροσανατολισμός και η εξαγωγή των εσωτερικών προβλημάτων, όπως επίσης ο ανταγωνισμός για την επίτευξη «εθνικών επιτυχιών» εις βάρος του παραδοσιακού εχθρού της Τουρκίας, είναι ορατοί και καθόλου υποθετικοί κίνδυνοι για την Ελλάδα.
* Πρέσβης ε.τ. / ΠΗΓΗ: ΕΠΙΚΑΙΡΑ
http://dia-kosmos.blogspot.gr/
Comments