Η διαταγή των Ναζί ήταν ξεκάθαρη: «Χαιρετήστε ναζιστικά και χάστε». Αυτοί δεν υπάκουσαν. Βγήκαν στο γήπεδο, σηκώνοντας έναν ολόκληρο λαό στις πλάτες τους και έδωσαν «τον αγώνα του θανάτου».
Μόλις τρεις μήνες μετά την εισβολή της Βέρμαχτ στη Σοβιετική Ένωση, ο στρατός του Αδόλφου Χίτλερ καταλαμβάνει το Κίεβο. Ήταν μία σκληρή και αιματηρή πολιορκία, που διήρκεσε 72 μέρες.
Παρ’ όλα αυτά, η ναζιστική κυβέρνηση που εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας, δεν ήθελε να μοιάζει με τύραννο στα μάτια του έτοιμου ανά πάσα στιγμή να επαναστατήσει ουκρανικού λαού. Έτσι, προσπάθησε να δημιουργήσει μία ψευδαίσθηση ευημερούσας ζωής, οργανώνοντας διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις και, κυρίως, βάζοντας τον αθλητισμό στην καθημερινή ζωή του απλού πολίτη.
Γράφει ο Νίκος Ράλλης
Την ίδια στιγμή, ένας Τσέχος από τη Μοραβία ονόματι Τζόζεφ Κόρντικ, μεγάλος λάτρης του ποδοσφαίρου, γινόταν διευθυντής σε ένα εργοστάσιο παραγωγής ψωμιού, το Bread Factory No. 1. Εκεί, συνάντησε τον Νικολάι Τρούσεβιτς. Έναν πανύψηλο άντρα, με μακριά χέρια. Μόλις είχε βρει δουλειά στο εργοστάσιο σαν φούρναρης. Του Κόρντικ, κάτι του θύμιζε. Γρήγορα κατάλαβε πως ήταν ο τερματοφύλακας της διαλυμένης, λόγω του πολέμου, Ντιναμό Κιέβου…
Έναρξη
Ο Τρούσεβιτς, όπως κάθε συμπατριώτης του, προσπαθούσε να μαζέψει τα κομμάτια του. Μέσα σε λίγα χρόνια, άλλωστε, οι Ουκρανοί είχαν προλάβει να ζήσουν τον τρόμο της Μεγάλης Εκκαθάρισης του 1936-’38 από τους Σοβιετικούς και τώρα, τον τρόμο των Ναζί. Με την εισβολή των Γερμανών, πολλοί ποδοσφαιριστές των ομάδων της ουκρανικής πρωτεύουσας επιστρατεύτηκαν και χάθηκαν είτε στη μάχη είτε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο Τρούσεβιτς ήταν πιο τυχερός. Όσο τυχερός μπορεί να είναι κάποιος που έχει χάσει τα πάντα και ζει πουλώντας αναπτήρες. Του προσφέρθηκε, ωστόσο, μία αξιοπρεπής δουλειά στο Bread Factory No. 1.
Το βομβαρδισμένο Κίεβο τον Σεπτέμβρη του 1941.
Σύντομα, στο μεγαλύτερο εργοστάσιο παραγωγής ψωμιού του Κιέβου, ο Κόρντικ έφερε και άλλους ποδοσφαιριστές για να δουλέψουν. Παλιούς συμπαίκτες του Τρούσεβιτς, που πρότεινε ο ίδιος στον διευθυντή του, ο οποίος με τη σειρά του τον προέτρεπε να ξαναφορέσει τα γάντια του, έστω και για να ξεφεύγει από τη μιζέρια του πολέμου.
Συνολικά, ήρθαν εννέα: Ο Αλεξέι Κλιμένκο, ο νεαρός αμυντικός Μιχαήλ Σβιριντόφσκι, ο ασημένιος Ολυμπιονίκης Μιχαήλ Πουτίστιν, ο Νικολάι Κορότκιχ, ο Μακάρ Γκοντσαρένκο και το «κτήνος», όπως τον αποκαλούσαν, Ιβάν Κουζμένκο. Όλοι, παλιοί συμπαίκτες του Τρούσεβιτς στην Ντιναμό Κιέβου. Μαζί τους και τρεις «αντίπαλοι» από τη Λοκομοτίβ Κιέβου, οι Μιχαήλ Μέλνικ, Βλάντιμιρ Μπαλάιν και Βασίλι Σουκάρεφ.
Ήταν θέμα χρόνου, λοιπόν, να συμβεί το φυσιολογικό, όταν γίνονται παρέα άνθρωποι που αγαπούν την μπάλα. Με το ποδόσφαιρο να είναι πια ένα απλό χόμπι, καθότι το πρωτάθλημα και η λειτουργία των συλλόγων είχαν ανασταλεί, οι δέκα τους αποφάσισαν να ιδρύσουν μια ομάδα του εργοστασίου. Το δημοτικό συμβούλιο ενέκρινε το αίτημά τους και γεννήθηκε η Σταρτ. Ήταν η έναρξη -όνομα και πράγμα- μιας απίστευτης ιστορίας. Χωρίς happy end.
Τραίνο
Στη νεοσύστατη ομάδα μπήκαν, πέρα από τους επαγγελματίες, ένας σεφ του εργοστασίου, ένας φρουρός και τρεις αστυνομικοί. Ήταν μία μίξη διαφορετικών ανθρώπων, που τους ένωναν δύο πράγματα: Η αγάπη για το ποδόσφαιρο και την ελευθερία.
Στο μεταξύ, μόλις μερικά χιλιόμετρα από το Bread Factory No. 1, σε ένα άλλο εργοστάσιο, ένας σύλλογος με το όνομα Ρουχ συστάθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με τη Σταρτ. Μόνο που ο ιδρυτής της, Γκεόργκι Σβέτσοφ, ήταν συνεργός των Ναζί. Οπότε, όταν ζήτησε από την παρέα του Τρούσεβιτς να έρθουν στην ομάδα του, εκείνοι αρνήθηκαν κατηγορηματικά, λέγοντάς του πως ποτέ δεν θα έπαιζαν πλάι με φιλοναζιστές. Και αυτά τα πράγματα δεν έμεναν κρυφά τότε… Οι Γερμανοί έμαθαν για το… μπαϊράκι της Σταρτ και «την έβαλαν στο μάτι». Για πάντα. Το Κίεβο είχε, πλέον, δύο νέες ομάδες, που καθεμία εκπροσωπούσε εκ διαμέτρου διαφορετικά πράγματα: Από τη μία, τη Σταρτ των Ουκρανών πατριωτών και από την άλλη, τη Ρουχ των συμπαθούντων των Ναζί. Για πολλούς, ήταν μια συμβολική διαμάχη μεταξύ Ουκρανίας και Γερμανίας. Η διαφορά ποιότητας μεταξύ των δύο συλλόγων, ωστόσο, ήταν χαώδης.
Ενώ στην αρχή της κατοχής των Ναζί στο Κιέβο επιτρεπόταν το ποδόσφαιρο μόνο σε συμμάχους και άριους, τα κατορθώματα της Σταρτ εντυπωσίασαν τους Γερμανούς, που της επέτρεψαν να συμμετάσχει στο ερασιτεχνικό πρωτάθλημα που στήθηκε, στο πλαίσιο, φυσικά, και των… πολιτιστικών εκδηλώσεων, για να κρύβουν, όσο μπορούσαν, το κτηνώδες πρόσωπό τους. Την ίδια στιγμή, βέβαια, ο Τρούσεβιτς και οι λοιποί είχαν ξεσηκώσει -ενδόμυχα- θύελλα ενθουσιασμού από τη μεριά των Ουκρανών, που έπαιρναν μια ανάσα ελευθερίας.
Το καλοκαίρι του 1942, μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου, η Σταρτ διέσυρε τους πάντες. Συνέτριψε τη μισητή Ρουχ με το απίστευτο 7-1 και νίκησε άνετα άλλη μία ουκρανική ομάδα, τη Σπορ. Ξεφτίλισε τρεις… κολλητές των Ναζί, ουγγρικές φρουρές, μία ομάδα αποτελούμενη από Γερμανούς στρατιώτες του πυροβολικού με άλλη μια «επτάρα», 7-2, και μία ακόμα, αποτελούμενη και αυτή από Γερμανούς, του σιδηρόδρομου. Συνολικά, έδωσε επτά αγώνες και πανηγύρισε στο τέλος σε όλους, σκοράροντας 37 φορές, με μόλις οκτώ γκολ παθητικό. Ήταν ένας πραγματικός θρίαμβος. Και φυσικά, όχι μόνο ποδοσφαιρικός. Η Σταρτ αντιπροσώπευε την αντίσταση κατά της γερμανικής κατοχής και πολύ γρήγορα, όλο το Κίεβο μιλούσε για την ομάδα του Bread Factory No. 1, που ταπείνωνε τους δυνάστες του ουκρανικού λαού.
Όπως ήταν λογικό, οι Ναζί ενοχλήθηκαν και αποφάσισαν να λάβουν μέτρα. Ήταν τόσο υπερόπτες, πέρα από όλα τα υπόλοιπα, που είχαν ξεχάσει πως στη Σταρτ αγωνίζονταν πρώην, αλλά εξαιρετικοί ποδοσφαιριστές. Θεωρούσαν πως είχαν έναν άσο στο μανίκι τους, που θα έδινε ένα μάθημα στους Ουκρανούς. «Επιστράτευσαν», λοιπόν, την καλύτερη τους ομάδα, με παίκτες που οι Ναζί είχαν χαρακτηρίσει «ανίκητους». Ήταν η Φλάκελφ. Από το γερμανικό Flak, που σημαίνει αντιαεροπορικό όπλο και τη λέξη Elf, που σημαίνει 11. Αποτελούταν από Γερμανούς στρατιώτες, πιλότους και μηχανικούς, που πριν τον πόλεμο έπαιζαν και αυτοί ποδόσφαιρο. Κανείς, όμως, δεν μπορούσε να προβλέψει την εξέλιξη…
Το παιχνίδι ανάμεσα στη Σταρτ και τη Φλάκελφ διεξήχθη στις 6 Αυγούστου του 1942 και τελείωσε με έναν ανεπανάληπτο άθλο των Ουκρανών, που επικράτησαν 5-1. Ήταν μία ταπεινωτική ήττα για τους Ναζί, που δεν γινόταν, φυσικά, να μείνει έτσι. Ζήτησαν, λοιπόν, αμέσως ρεβάνς, ενώ ενέταξαν άλλους, ακόμη καλύτερους παίκτες στο ρόστερ τους!
Το δεύτερο παιχνίδι ορίστηκε να γίνει μόλις τρεις μέρες μετά. Οι Γερμανοί ήταν ανυπόμονοι. Έβγαλαν μέχρι και αφίσα, που, μεταξύ άλλων, έγραφε «εκδίκηση» και την τοιχοκόλλησαν σε όλο το Κίεβο, καλώντας τον κόσμο στο γήπεδο. Περίπου 45000 άνθρωποι, λοιπόν, κατέκλυσαν το γήπεδο «Ζενίτ», για να δουν από κοντά το πολυσυζητημένο ματς. Μόνο που πριν ξεκινήσει το παιχνίδι, είχε συμβεί κάτι ανατριχιαστικό.
Ένας αξιωματικός των SS κατέβηκε στα αποδυτήρια. Ήταν επιβλητικός, με βλέμμα αυστηρό. Μίλησε στους παίκτες της Σταρτ, στέλνοντας σαφές μήνυμα:
Ο μύθος λέει πως οι φίλαθλοι φώναζαν με το τελευταίο σφύριγμα αντιναζιστικά συνθήματα, σε ένα κύμα πατριωτισμού και γενναιότητας. Κάποιοι λένε πως ήταν πολύ φοβισμένοι για να κάνουν κάτι τέτοιο. Η αλήθεια φαίνεται πως είναι κάπου στη μέση. Σίγουρα, πάντως, οι Ναζί δεν εκτέλεσαν τους παίκτες της Σταρτ με το που έληξε η αναμέτρηση! Αυτό ήταν η εκδοχή της κομουνιστικής προπαγάνδας, ωστόσο η πραγματικότητα δεν είναι λιγότερο τραγική…
Μετά τον «αγώνα του θανάτου», απαγορεύτηκαν τα παιχνίδια μεταξύ ομάδων της Σοβιετικής Ένωσης και της Γερμανίας, προκειμένου να αποφευχθεί ένα νέο «στραπάτσο» για τον πληγωμένο εγωισμό του Γ’ Ράιχ. Τα χειρότερα, ωστόσο, δεν είχαν έρθει ακόμα. Στις 18 Αυγούστου, ενώ οι παίκτες της Σταρτ πήγαιναν στο εργοστάσιο για το μεροκάματό τους, συνελήφθησαν! Λίγο αργότερα, όσοι παλαιότερα αγωνίζονταν στη Λοκομοτίβ, αφέθηκαν ελεύθεροι, ενώ οι υπόλοιποι παρέμειναν υπό κράτηση, ύποπτοι για συνεργασία με τη NKVD, τη μυστική αστυνομία της ΕΣΣΔ. Όταν, δε, οι Ναζί έμαθαν πως ένας από τους παίκτες, ο Νικολάι Κορότκιχ, ήταν, πράγματι, εν ενεργεία αξιωματικός της NKVD, τον βασάνισαν, μέχρι που έπαθε καρδιακή προσβολή και πέθανε.
Ένα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ του ESPN για τη Σταρτ και τον «αγώνα του θανάτου».
Πολύ σύντομα, οι Ναζί εκτέλεσαν τους μισούς, περίπου, συλληφθέντες εργαζόμενους του εργοστασίου Bread Factory No. 1, που είχαν, ωστόσο, μεταφερθεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Οι λόγοι παραμένουν ασαφείς. Μία εκδοχή λέει πως ήταν αντίποινα, επειδή κάποιος χτύπησε κατά λάθος το σκυλί του επιστάτη ή επειδή κάποιος έβαλε γυαλιά στο αλεύρι, με το οποίο γινόταν το ψωμί. Όποιος και αν ήταν ο πραγματικός λόγος, εκτελέστηκαν δεκάδες άτομα, τα οποία είχαν παραταχθεί στη σειρά, με τους Ναζί να πυροβολούν κάθε τρίτο άνθρωπο! Μεταξύ των νεκρών, ήταν ο Κουζμένκο, ο Κλιμένκο και… ο Τρούσεβιτς. Ο γκολκίπερ της Ντιναμό Κιέβου, που κράτησε ζωντανή την ομάδα, δημιουργώντας τη Σταρτ και ρίχνοντας μαζί με τους υπόλοιπους μια γερή… κλωτσιά στον ναζισμό.
Παρότι το 2005 το δικαστήριο του Αμβούργου αποφάνθηκε πως δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι οι ποδοσφαιριστές της Σταρτ δολοφονήθηκαν από τους Ναζί λόγω της νίκης τους, είναι αμέτρητες οι φωνές μελετητών του εν λόγω γεγονότος, που ισχυρίζονται πως και αυτή η απόφαση είναι χαρακτηριστικό δείγμα της γενικότερης ασυλίας της σημερινής γερμανικής ηγεσίας στα εγκλήματα των Ναζί. Άλλοι, ισχυρίζονται πως, όντως, οι ποδοσφαιριστές της Σταρτ ήταν μυστικοί πράκτορες, που ενημέρωσαν, μάλιστα, απευθείας τον Στάλιν για τα σχέδια του Χίτλερ να επιτεθεί στο Στάλινγκραντ, δίνοντάς του αρκετό χρόνο, ώστε να προετοιμάσει την άμυνα της πόλης και να πετύχει την πιο καθοριστική νίκη για την έκβαση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Όποια και αν είναι η πραγματική αλήθεια πίσω από την ιστορία της περίφημης αναμέτρησης του 1942, που είδε, πάντως, το φως της δημοσιότητας 16 χρόνια μετά τη διεξαγωγή του(!) από έναν Ουκρανό δημοσιογράφο, το εν λόγω συμβάν ενέπνευσε όσο λίγα. Η περίφημη Απόδραση των 11 (1981), με τους Σιλβέστερ Σταλόνε, Μάικλ Κέιν και φυσικά, τον Πελέ, βασίζεται στο ουκρανικό φιλμ Two half-times in Hell του 1962, με αμφότερες τις ταινίες να έχουν τις «τραβηγμένες» διαφορετικές εκδοχές του τι έγινε στον «αγώνα του θανάτου». Το 2012, μάλιστα, κυκλοφόρησε άλλη μία, ρωσικής παραγωγής, το Ματς, με τον σκηνοθέτη της να επαναλαμβάνει την εκδοχή της κομουνιστικής προπαγάνδας. Διάσημο, εξάλλου, είναι το βιβλίο του Σκωτσέζου δημοσιογράφου, Άντι Ντούγκαν, που έγραψε για την αντίσταση της Ντιναμό Κιέβου στους Ναζί, σημειώνοντας χαρακτηριστικά στην πρώτη σελίδα για την αναμέτρηση του «Ζενίτ»: «Αν ποτέ ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου ήταν ζήτημα ζωής ή θανάτου, τότε ήταν αυτό εδώ».
Όλα αυτά, βέβαια, έχουν λίγη σημασία, μπροστά στο γεγονός ότι ο «αγώνας του θανάτου» παραμένει ένας από τους πιο πολιτικά φορτισμένους και άγριους αγώνες στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Ένας αγώνας σύμβολο αντίστασης, κουράγιου, περηφάνιας και αυταπάρνησης. Και στην κύρια έξοδο του πρώην γηπέδου «Ζενίτ» και νυν «Σταρτ», στο Κίεβο, υπάρχει ένα άγαλμα τεσσάρων ποδοσφαιριστών, που θα θυμίζει πάντα πως, κάποτε, μια ενδεκάδα ανθρώπων δεν δείλιασε. Έπαιξε ποδόσφαιρο και νίκησε τον τρόμο.
http://dia-kosmos.blogspot.gr/
Ουκρανία. Σεπτέμβριος του 1941.
Μόλις τρεις μήνες μετά την εισβολή της Βέρμαχτ στη Σοβιετική Ένωση, ο στρατός του Αδόλφου Χίτλερ καταλαμβάνει το Κίεβο. Ήταν μία σκληρή και αιματηρή πολιορκία, που διήρκεσε 72 μέρες.
Παρ’ όλα αυτά, η ναζιστική κυβέρνηση που εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας, δεν ήθελε να μοιάζει με τύραννο στα μάτια του έτοιμου ανά πάσα στιγμή να επαναστατήσει ουκρανικού λαού. Έτσι, προσπάθησε να δημιουργήσει μία ψευδαίσθηση ευημερούσας ζωής, οργανώνοντας διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις και, κυρίως, βάζοντας τον αθλητισμό στην καθημερινή ζωή του απλού πολίτη.
Γράφει ο Νίκος Ράλλης
Την ίδια στιγμή, ένας Τσέχος από τη Μοραβία ονόματι Τζόζεφ Κόρντικ, μεγάλος λάτρης του ποδοσφαίρου, γινόταν διευθυντής σε ένα εργοστάσιο παραγωγής ψωμιού, το Bread Factory No. 1. Εκεί, συνάντησε τον Νικολάι Τρούσεβιτς. Έναν πανύψηλο άντρα, με μακριά χέρια. Μόλις είχε βρει δουλειά στο εργοστάσιο σαν φούρναρης. Του Κόρντικ, κάτι του θύμιζε. Γρήγορα κατάλαβε πως ήταν ο τερματοφύλακας της διαλυμένης, λόγω του πολέμου, Ντιναμό Κιέβου…
Έναρξη
Ο Τρούσεβιτς, όπως κάθε συμπατριώτης του, προσπαθούσε να μαζέψει τα κομμάτια του. Μέσα σε λίγα χρόνια, άλλωστε, οι Ουκρανοί είχαν προλάβει να ζήσουν τον τρόμο της Μεγάλης Εκκαθάρισης του 1936-’38 από τους Σοβιετικούς και τώρα, τον τρόμο των Ναζί. Με την εισβολή των Γερμανών, πολλοί ποδοσφαιριστές των ομάδων της ουκρανικής πρωτεύουσας επιστρατεύτηκαν και χάθηκαν είτε στη μάχη είτε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο Τρούσεβιτς ήταν πιο τυχερός. Όσο τυχερός μπορεί να είναι κάποιος που έχει χάσει τα πάντα και ζει πουλώντας αναπτήρες. Του προσφέρθηκε, ωστόσο, μία αξιοπρεπής δουλειά στο Bread Factory No. 1.
Σύντομα, στο μεγαλύτερο εργοστάσιο παραγωγής ψωμιού του Κιέβου, ο Κόρντικ έφερε και άλλους ποδοσφαιριστές για να δουλέψουν. Παλιούς συμπαίκτες του Τρούσεβιτς, που πρότεινε ο ίδιος στον διευθυντή του, ο οποίος με τη σειρά του τον προέτρεπε να ξαναφορέσει τα γάντια του, έστω και για να ξεφεύγει από τη μιζέρια του πολέμου.
Συνολικά, ήρθαν εννέα: Ο Αλεξέι Κλιμένκο, ο νεαρός αμυντικός Μιχαήλ Σβιριντόφσκι, ο ασημένιος Ολυμπιονίκης Μιχαήλ Πουτίστιν, ο Νικολάι Κορότκιχ, ο Μακάρ Γκοντσαρένκο και το «κτήνος», όπως τον αποκαλούσαν, Ιβάν Κουζμένκο. Όλοι, παλιοί συμπαίκτες του Τρούσεβιτς στην Ντιναμό Κιέβου. Μαζί τους και τρεις «αντίπαλοι» από τη Λοκομοτίβ Κιέβου, οι Μιχαήλ Μέλνικ, Βλάντιμιρ Μπαλάιν και Βασίλι Σουκάρεφ.
Ήταν θέμα χρόνου, λοιπόν, να συμβεί το φυσιολογικό, όταν γίνονται παρέα άνθρωποι που αγαπούν την μπάλα. Με το ποδόσφαιρο να είναι πια ένα απλό χόμπι, καθότι το πρωτάθλημα και η λειτουργία των συλλόγων είχαν ανασταλεί, οι δέκα τους αποφάσισαν να ιδρύσουν μια ομάδα του εργοστασίου. Το δημοτικό συμβούλιο ενέκρινε το αίτημά τους και γεννήθηκε η Σταρτ. Ήταν η έναρξη -όνομα και πράγμα- μιας απίστευτης ιστορίας. Χωρίς happy end.
Τραίνο
Στη νεοσύστατη ομάδα μπήκαν, πέρα από τους επαγγελματίες, ένας σεφ του εργοστασίου, ένας φρουρός και τρεις αστυνομικοί. Ήταν μία μίξη διαφορετικών ανθρώπων, που τους ένωναν δύο πράγματα: Η αγάπη για το ποδόσφαιρο και την ελευθερία.
Στο μεταξύ, μόλις μερικά χιλιόμετρα από το Bread Factory No. 1, σε ένα άλλο εργοστάσιο, ένας σύλλογος με το όνομα Ρουχ συστάθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με τη Σταρτ. Μόνο που ο ιδρυτής της, Γκεόργκι Σβέτσοφ, ήταν συνεργός των Ναζί. Οπότε, όταν ζήτησε από την παρέα του Τρούσεβιτς να έρθουν στην ομάδα του, εκείνοι αρνήθηκαν κατηγορηματικά, λέγοντάς του πως ποτέ δεν θα έπαιζαν πλάι με φιλοναζιστές. Και αυτά τα πράγματα δεν έμεναν κρυφά τότε… Οι Γερμανοί έμαθαν για το… μπαϊράκι της Σταρτ και «την έβαλαν στο μάτι». Για πάντα. Το Κίεβο είχε, πλέον, δύο νέες ομάδες, που καθεμία εκπροσωπούσε εκ διαμέτρου διαφορετικά πράγματα: Από τη μία, τη Σταρτ των Ουκρανών πατριωτών και από την άλλη, τη Ρουχ των συμπαθούντων των Ναζί. Για πολλούς, ήταν μια συμβολική διαμάχη μεταξύ Ουκρανίας και Γερμανίας. Η διαφορά ποιότητας μεταξύ των δύο συλλόγων, ωστόσο, ήταν χαώδης.
H μοναδική φωτογραφία της Σταρτ που έχει διασωθεί.
Το καλοκαίρι του 1942, μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου, η Σταρτ διέσυρε τους πάντες. Συνέτριψε τη μισητή Ρουχ με το απίστευτο 7-1 και νίκησε άνετα άλλη μία ουκρανική ομάδα, τη Σπορ. Ξεφτίλισε τρεις… κολλητές των Ναζί, ουγγρικές φρουρές, μία ομάδα αποτελούμενη από Γερμανούς στρατιώτες του πυροβολικού με άλλη μια «επτάρα», 7-2, και μία ακόμα, αποτελούμενη και αυτή από Γερμανούς, του σιδηρόδρομου. Συνολικά, έδωσε επτά αγώνες και πανηγύρισε στο τέλος σε όλους, σκοράροντας 37 φορές, με μόλις οκτώ γκολ παθητικό. Ήταν ένας πραγματικός θρίαμβος. Και φυσικά, όχι μόνο ποδοσφαιρικός. Η Σταρτ αντιπροσώπευε την αντίσταση κατά της γερμανικής κατοχής και πολύ γρήγορα, όλο το Κίεβο μιλούσε για την ομάδα του Bread Factory No. 1, που ταπείνωνε τους δυνάστες του ουκρανικού λαού.
Ο αγώνας του θανάτου
Όπως ήταν λογικό, οι Ναζί ενοχλήθηκαν και αποφάσισαν να λάβουν μέτρα. Ήταν τόσο υπερόπτες, πέρα από όλα τα υπόλοιπα, που είχαν ξεχάσει πως στη Σταρτ αγωνίζονταν πρώην, αλλά εξαιρετικοί ποδοσφαιριστές. Θεωρούσαν πως είχαν έναν άσο στο μανίκι τους, που θα έδινε ένα μάθημα στους Ουκρανούς. «Επιστράτευσαν», λοιπόν, την καλύτερη τους ομάδα, με παίκτες που οι Ναζί είχαν χαρακτηρίσει «ανίκητους». Ήταν η Φλάκελφ. Από το γερμανικό Flak, που σημαίνει αντιαεροπορικό όπλο και τη λέξη Elf, που σημαίνει 11. Αποτελούταν από Γερμανούς στρατιώτες, πιλότους και μηχανικούς, που πριν τον πόλεμο έπαιζαν και αυτοί ποδόσφαιρο. Κανείς, όμως, δεν μπορούσε να προβλέψει την εξέλιξη…
Το παιχνίδι ανάμεσα στη Σταρτ και τη Φλάκελφ διεξήχθη στις 6 Αυγούστου του 1942 και τελείωσε με έναν ανεπανάληπτο άθλο των Ουκρανών, που επικράτησαν 5-1. Ήταν μία ταπεινωτική ήττα για τους Ναζί, που δεν γινόταν, φυσικά, να μείνει έτσι. Ζήτησαν, λοιπόν, αμέσως ρεβάνς, ενώ ενέταξαν άλλους, ακόμη καλύτερους παίκτες στο ρόστερ τους!
Το δεύτερο παιχνίδι ορίστηκε να γίνει μόλις τρεις μέρες μετά. Οι Γερμανοί ήταν ανυπόμονοι. Έβγαλαν μέχρι και αφίσα, που, μεταξύ άλλων, έγραφε «εκδίκηση» και την τοιχοκόλλησαν σε όλο το Κίεβο, καλώντας τον κόσμο στο γήπεδο. Περίπου 45000 άνθρωποι, λοιπόν, κατέκλυσαν το γήπεδο «Ζενίτ», για να δουν από κοντά το πολυσυζητημένο ματς. Μόνο που πριν ξεκινήσει το παιχνίδι, είχε συμβεί κάτι ανατριχιαστικό.
Η περίφημη αφίσα των Ναζί.
«Θα ήταν καλό για εσάς να χαιρετήσετε πριν την έναρξη του αγώνα. Επίσης, μόνο Γερμανοί μπορούν να νικήσουν σήμερα».Ακολούθως, πήγε και στα αποδυτήρια της Φλάκελφ.
«Πρέπει να νικήσετε σήμερα και να αποδείξετε την ανωτερότητα της άριας φυλής», είπε στους Γερμανούς. Η ναζιστική προπαγάνδα και ο εκφοβισμός σε όλο τους το μεγαλείο. Οι δύο ομάδες βγήκαν στον αγωνιστικό χώρο, με τον κόσμο να παραληρεί στην εξέδρα. Οι ποδοσφαιριστές της Σταρτ παρατάχθηκαν δίπλα στους αντιπάλους τους, που ύψωσαν το χέρι τους και αναφώνησαν: «Χάιλ Χίτλερ».Οι Ουκρανοί κόλλησαν το δικό τους πάνω τους και κάτω! Είχαν πάρει μια μεγαλειώδη απόφαση: Να γράψουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους τη «διαταγή»! Στο ημίχρονο το σκορ ήταν 3-1 υπέρ τους και το φινάλε τούς βρήκε να πανηγυρίζουν ξανά, μία επική νίκη, με άλλη μια «πεντάρα» (5-3).
Το γήπεδο «Ζενίτ» του Κιέβου, όπου διεξήχθη ο «αγώνας του θανάτου». Σήμερα λέγεται «Σταρτ»…
Ο μύθος λέει πως οι φίλαθλοι φώναζαν με το τελευταίο σφύριγμα αντιναζιστικά συνθήματα, σε ένα κύμα πατριωτισμού και γενναιότητας. Κάποιοι λένε πως ήταν πολύ φοβισμένοι για να κάνουν κάτι τέτοιο. Η αλήθεια φαίνεται πως είναι κάπου στη μέση. Σίγουρα, πάντως, οι Ναζί δεν εκτέλεσαν τους παίκτες της Σταρτ με το που έληξε η αναμέτρηση! Αυτό ήταν η εκδοχή της κομουνιστικής προπαγάνδας, ωστόσο η πραγματικότητα δεν είναι λιγότερο τραγική…
Εκτέλεση
Μετά τον «αγώνα του θανάτου», απαγορεύτηκαν τα παιχνίδια μεταξύ ομάδων της Σοβιετικής Ένωσης και της Γερμανίας, προκειμένου να αποφευχθεί ένα νέο «στραπάτσο» για τον πληγωμένο εγωισμό του Γ’ Ράιχ. Τα χειρότερα, ωστόσο, δεν είχαν έρθει ακόμα. Στις 18 Αυγούστου, ενώ οι παίκτες της Σταρτ πήγαιναν στο εργοστάσιο για το μεροκάματό τους, συνελήφθησαν! Λίγο αργότερα, όσοι παλαιότερα αγωνίζονταν στη Λοκομοτίβ, αφέθηκαν ελεύθεροι, ενώ οι υπόλοιποι παρέμειναν υπό κράτηση, ύποπτοι για συνεργασία με τη NKVD, τη μυστική αστυνομία της ΕΣΣΔ. Όταν, δε, οι Ναζί έμαθαν πως ένας από τους παίκτες, ο Νικολάι Κορότκιχ, ήταν, πράγματι, εν ενεργεία αξιωματικός της NKVD, τον βασάνισαν, μέχρι που έπαθε καρδιακή προσβολή και πέθανε.
Ένα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ του ESPN για τη Σταρτ και τον «αγώνα του θανάτου».
Πολύ σύντομα, οι Ναζί εκτέλεσαν τους μισούς, περίπου, συλληφθέντες εργαζόμενους του εργοστασίου Bread Factory No. 1, που είχαν, ωστόσο, μεταφερθεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Οι λόγοι παραμένουν ασαφείς. Μία εκδοχή λέει πως ήταν αντίποινα, επειδή κάποιος χτύπησε κατά λάθος το σκυλί του επιστάτη ή επειδή κάποιος έβαλε γυαλιά στο αλεύρι, με το οποίο γινόταν το ψωμί. Όποιος και αν ήταν ο πραγματικός λόγος, εκτελέστηκαν δεκάδες άτομα, τα οποία είχαν παραταχθεί στη σειρά, με τους Ναζί να πυροβολούν κάθε τρίτο άνθρωπο! Μεταξύ των νεκρών, ήταν ο Κουζμένκο, ο Κλιμένκο και… ο Τρούσεβιτς. Ο γκολκίπερ της Ντιναμό Κιέβου, που κράτησε ζωντανή την ομάδα, δημιουργώντας τη Σταρτ και ρίχνοντας μαζί με τους υπόλοιπους μια γερή… κλωτσιά στον ναζισμό.
Έμπνευση
Παρότι το 2005 το δικαστήριο του Αμβούργου αποφάνθηκε πως δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι οι ποδοσφαιριστές της Σταρτ δολοφονήθηκαν από τους Ναζί λόγω της νίκης τους, είναι αμέτρητες οι φωνές μελετητών του εν λόγω γεγονότος, που ισχυρίζονται πως και αυτή η απόφαση είναι χαρακτηριστικό δείγμα της γενικότερης ασυλίας της σημερινής γερμανικής ηγεσίας στα εγκλήματα των Ναζί. Άλλοι, ισχυρίζονται πως, όντως, οι ποδοσφαιριστές της Σταρτ ήταν μυστικοί πράκτορες, που ενημέρωσαν, μάλιστα, απευθείας τον Στάλιν για τα σχέδια του Χίτλερ να επιτεθεί στο Στάλινγκραντ, δίνοντάς του αρκετό χρόνο, ώστε να προετοιμάσει την άμυνα της πόλης και να πετύχει την πιο καθοριστική νίκη για την έκβαση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το φινάλε της Απόδρασης των 11.
Όποια και αν είναι η πραγματική αλήθεια πίσω από την ιστορία της περίφημης αναμέτρησης του 1942, που είδε, πάντως, το φως της δημοσιότητας 16 χρόνια μετά τη διεξαγωγή του(!) από έναν Ουκρανό δημοσιογράφο, το εν λόγω συμβάν ενέπνευσε όσο λίγα. Η περίφημη Απόδραση των 11 (1981), με τους Σιλβέστερ Σταλόνε, Μάικλ Κέιν και φυσικά, τον Πελέ, βασίζεται στο ουκρανικό φιλμ Two half-times in Hell του 1962, με αμφότερες τις ταινίες να έχουν τις «τραβηγμένες» διαφορετικές εκδοχές του τι έγινε στον «αγώνα του θανάτου». Το 2012, μάλιστα, κυκλοφόρησε άλλη μία, ρωσικής παραγωγής, το Ματς, με τον σκηνοθέτη της να επαναλαμβάνει την εκδοχή της κομουνιστικής προπαγάνδας. Διάσημο, εξάλλου, είναι το βιβλίο του Σκωτσέζου δημοσιογράφου, Άντι Ντούγκαν, που έγραψε για την αντίσταση της Ντιναμό Κιέβου στους Ναζί, σημειώνοντας χαρακτηριστικά στην πρώτη σελίδα για την αναμέτρηση του «Ζενίτ»: «Αν ποτέ ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου ήταν ζήτημα ζωής ή θανάτου, τότε ήταν αυτό εδώ».
Όλα αυτά, βέβαια, έχουν λίγη σημασία, μπροστά στο γεγονός ότι ο «αγώνας του θανάτου» παραμένει ένας από τους πιο πολιτικά φορτισμένους και άγριους αγώνες στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Ένας αγώνας σύμβολο αντίστασης, κουράγιου, περηφάνιας και αυταπάρνησης. Και στην κύρια έξοδο του πρώην γηπέδου «Ζενίτ» και νυν «Σταρτ», στο Κίεβο, υπάρχει ένα άγαλμα τεσσάρων ποδοσφαιριστών, που θα θυμίζει πάντα πως, κάποτε, μια ενδεκάδα ανθρώπων δεν δείλιασε. Έπαιξε ποδόσφαιρο και νίκησε τον τρόμο.
http://dia-kosmos.blogspot.gr/
Comments