“Το ανάλογο αξίωμα της κοινωνικής μηχανικής είναι: Αν κάτι δεν έχει αναφερθεί, δεν συνέβη ποτέ”
"Σε Έναν Κόσμο Προπαγάνδας, Η Αλήθεια Είναι Πάντα Μια Συνωμοσία"
"Το Ποιο Επικίνδυνο Από Όλα Τα Ηθικά Διλήμματα Είναι Όταν, Είμαστε Υποχρεωμένοι Να Κρύβουμε Την Αλήθεια Για Να Βοηθήσουμε Την Αλήθεια Να Νικήσει"

Η εξέλιξη του ακροδεξιού/φασιστικού πολιτικού χώρου στην Ελλάδα μετά από την πτώση της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών

Η ΠΑΡΑΚΡΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΑΚΡΟΔΕΞΙΩΝ/ΦΑΣΙΣΤΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ, ΤΟ ΕΥΡΩΑΤΛΑΝΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΣΙΩΝΙΣΤΟΦΑΣΙΣΜΟΣ: 1944‒2014

Κεφάλαιο 7: Η εξέλιξη του ακροδεξιού/φασιστικού πολιτικού χώρου στην Ελλάδα μετά από την πτώση της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών

Εθνική Δημοκρατική Ένωση (ΕΔΕ): Η Εθνική Δημοκρατική Ένωση (ΕΔΕ) ιδρύθηκε αμέσως μετά από την πτώση της δικτατορίας των Συνταγματαρχών, σε μια εποχή κατά την οποία ο εθνικιστικός πολιτικός χώρος βρισκόταν σε βαθιά κρίση. Αρχηγός της ΕΔΕ ήταν ο Πέτρος Γαρουφαλιάς, ο οποίος το 1951 ήταν υπουργός συντονισμού, και το 1964, στην κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου, ήταν υπουργός άμυνας. Η ΕΔΕ είχε πολύ χαμηλό επίπεδο οργάνωσης και γι’ αυτό, στις εκλογές της 17 Νοεμβρίου 1974, έλαβε μόνο το 1,08% των ψήφων. Όμως η ΕΔΕ είχε σημαντική συνεισφορά στην ανάπτυξη του εθνικιστικού πολιτικού χώρου και στο μεγάλο ποσοστό της «Εθνικής Παράταξης»-ΕΝΕΠ στις εκλογές του 1977. Είναι χαρακτηριστικό ότι, το 1974, οι προεκλογικές συγκεντρώσεις της ΕΔΕ –παρ’ ότι οι οπαδοί της ΕΔΕ ήταν πολύ λίγοι– προκαλούσαν πολυπληθείς αντισυγκεντρώσεις.

Εθνική Παράταξη-ΕΝΕΠ: Στις εθνικές εκλογές του 1977, η Εθνική Παράταξη-ΕΝΕΠ (ΕΝΕΠ σημαίνει Εθνική Νεολαία Εθνικής Παρατάξεως) έλαβε ποσοστό 6,8% των ψήφων και εξέλεξε πέντε βουλευτές (Α’ Αθηνών, Β’ Αθηνών, Λακωνία, Καρδίτσα και Ξάνθη). Όμως δεν εξελέγη βουλευτής ο πρόεδρος του κόμματος, Στ. Στεφανόπουλος (υποψήφιος στην Ηλεία), ο οποίος, παρά το προχωρημένο της ηλικίας του, ήταν ο εγγυητής της ενότητας και ο ικανότερος διαμορφωτής της ιδεολογίας του κόμματος. Κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος ανέλαβε ο Σπ. Θεοτόκης, ο οποίος εξήντλησε τον πολιτικό λόγο της ακροδεξιάς σ’ έναν στείρο αντικομμουνισμό, αδυνατώντας να αρθρώσει ολοκληρωμένο και εθνικιστικό πολιτικό λόγο. Ωστόσο, η Νεολαία της «Εθνικής Παράταξης» επιχείρησε να προσδώσει στον εθνικισμό κινηματικό χαρακτήρα και κατόρθωσε να δημιουργήσει περί τις 100 τοπικές οργανώσεις ανά την Ελλάδα.

Η Εθνική Παράταξη ήταν διαβόητη για την επιθετικότητα των προεκλογικών συνθημάτων της. Για παράδειγμα, στις βουλευτικές εκλογές του 1977, ένα από τα συνθήματα των οπαδών της Εθνικής Παράταξης ήταν το εξής: «Φόλα, στο σκύλο του ΠΑΣΟΚ».

Βασικοί πολιτικοί ανταγωνιστές της Εθνικής Παράταξης ήταν το Κόμμα Προοδευτικών του Σπ. Μαρκεζίνη και βεβαίως η Νέα Δημοκρατία. Λόγω της χαμηλής ποιότητας ηγεσίας του Θεοτόκη, πολλά στελέχη του Εθνικής Παράταξης μεταπηδούσαν στη Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Αυτό έπραξε και ο ίδιος ο Θεοτόκης στις εκλογές του 1981!

Στενός σύμβουλος και συνεργάτης του Θεοτόκη ήταν ο Γ. Γεωργαλάς, ο διαβόητος σύμβουλος προπαγάνδας της δικτατορίας των Συνταγματαρχών. Με τη βοήθεια του Γεωργαλά, και δεδομένης της αδυναμίας του Σπ. Μαρκεζίνη να αποκτήσει αξιόλογη απήχηση στη νεολαία, ο Θεοτόκης προσπάθησε να επανιδρύσει υπό την απόλυτη εξουσία του την Εθνική Παράταξη, να ενεργοποιήσει περαιτέρω την ΕΝΕΠ και να συνενώσει ολόκληρο των εθνικιστικό χώρο εντός του κόμματός του. Η προσπάθειά του όμως απέτυχε, και γι’ αυτό, τελικά, το 1981, προσχώρησε στη Νέα Δημοκρατία. Μάλιστα, ο τότε πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Γεώργιος Ράλλης, ο οποίος ήταν φίλος του Θεοτόκη, συμπεριέλαβε τον Σπ. Θεοτόκη στο ψηφοδέλτιο επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές του 1981.

Η ΕΝΕΠ είχε δημιουργηθεί με βάση την ιδεολογία του εθνικισμού. Η ιδεολογική ταυτότητα αυτής της οργάνωσης εκφράστηκε συστηματικά στο περιοδικό Κίνημα, που ήταν το επίσημο όργανο ιδεολογικής καθοδήγησης της οργάνωσης. Ο κυριότερος εκπρόσωπος της εθνικιστικής ιδεολογίας στην ΕΝΕΠ ήταν ο Ανδρέας Δενδρινός, στενός συνεργάτης του Κωνσταντίνου Πλεύρη και του Ιωάννη Λαδά στη δικτατορία των Συνταγματαρχών. Το βιβλίο του Δενδρινού υπό τον τίτλο Εθνοκρατία άσκησε πολύ μεγάλη ιδεολογική επίδραση στον εθνικιστικό και ακροδεξιό πολιτικό χώρο της Ελλάδας στη δεκαετία του 1970.

Στο εσωτερικό της ΕΝΕΠ, υπήρχαν δύο σημαντικές και συχνά αντικρουόμενες μεταξύ τους τάσεις. Η μια τάση ήταν γνωστή ως «Κινηματίες» και είχε αρχηγό της τον Δενδρινό. Οι «Κινηματίες» του Δενδρινού συνεργάζονταν στενά με τον φυλακισμένο πραξικοπηματία Ιωαννίδη και γενικά με τους ‘ιωαννιδικούς’. Η άλλη τάση της ΕΝΕΠ είχε αρχηγό τον Θεόδωρο Περρωτή και συνεργαζόταν στενά με τον φυλακισμένο πραξικοπηματία Παπαδόπουλο και γενικά με τους ‘παπαδοπουλικούς’. Τελικά, στο συνέδριο της ΕΝΕΠ, στον βόλο την Άνοιξη του 1979, κυριάρχησε η τάση του Περρωτή και η ΕΝΕΠ διασπάστηκε. Έτσι, προέκυψε η ΕΝΕΠ με πρόεδρο τον ‘παπαδοπουλικό’ Περρωτή και το «Ενιαίο Εθνικιστικό Κίνημα» (ΕΝΕΚ) με πρόεδρο τον Πολύδωρο Δάκογλου, ιδεολογικό σύμμαχο του Δενδρινού. Στη συνέχεια, η ΕΝΕΠ αυτοδιαλύθηκε και προσχώρησε ως μπλοκ στο Κόμμα Προοδευτικών, που επανίδρυσε ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης το 1979.

Ενιαίο Εθνικιστικό Κίνημα-ΕΝΕΚ: Μετά από τη διάσπαση της Εθνικής Παράταξης-ΕΝΕΠ, το 1979, 88 στελέχη του που είχαν διαγραφεί από την Εθνική Παράταξη-ΕΝΕΠ υπέγραψαν διακήρυξη για τη δημιουργία του «Ενιαίου Εθνικιστικού Κινήματος» (ΕΝΕΚ). Τα ιδρυτικά στελέχη του ΕΝΕΚ, σε μεγάλη έκταση, ήταν πρώην μέλη της πλέον εξτρεμιστικής πτέρυγας της οργάνωσης νεολαίας ΕΝΕΠ και, μαζί με μέλη της πάλαι ποτέ ΕΝΕΠ (εφόσον, όπως προανέφερα, τελικά η Εθνική Παράταξη-ΕΝΕΠ προσχώρησε ως μπλοκ στο επανιδρυθέν Κόμμα Προοδευτικών του Σπυρίδωνα Μαρκεζίνη), εργάζονταν για την οικοδόμηση του δικού τους πολιτικού χώρου. Κύριος στόχος τους, όπως έλεγαν το 1979, ήταν η προοπτική του 2000, δηλαδή η ισχυρή εκλογική παρουσία τους μετά από 21 χρόνια, εφόσον θεωρούσαν ότι τότε θα ήταν έτοιμοι για την πραγμάτωση των εκλογικών στόχων τους.

Σύντομα, εντός του ΕΝΕΚ, δημιουργήθηκαν δύο αντιμαχόμενες μεταξύ τους τάσεις. Τα συγγράμματα του Ανδρέα Δενδρινού διαμόρφωσαν μια ισχυρή ομάδα με εθνικοσοσιαλιστικό (ναζιστικό) ιδεολογικό προσανατολισμό. Αυτή η ομάδα συσπειρώθηκε στο περιοδικό Κίνημα, το οποίο εξέφραζε σαφώς εθνικοσοσιαλιστικές θέσεις. Αντίθετα, ο πρόεδρος του ΕΝΕΚ, Πολύδωρος Δάκογλου, επιχειρούσε να διακρίνει την ακραία εθνικιστική ιδεολογία του από τον Ναζισμό. Έτσι, ο Δάκογλου και η δική του τάση ήρθαν σε ρήξη με την τάση που εξέφραζαν ο Δενδρινός και το περιοδικό Κίνημα.

Ο Δάκογλου εξέφραζε την ιδεολογία του φασισμού, και ο Δενδρινός εξέφραζε την ιδεολογία του ναζισμού, αλλά οι αρχηγικές φιλοδοξίες και των δύο δεν τους επέτρεψαν να συνυπάρξουν ομαλά εντός του ΕΝΕΚ. Ακολουθώντας τις ‘εκκαθαριστικές’ μεθόδους που είχε εφαρμόσει ο Περρωτής στην Εθνική Παράταξη-ΕΝΕΠ, ο Δάκογλου διέγραψε τους διαφωνούντες. Έτσι, ο Δενδρινός και η ομάδα του εκδιώχθηκαν από το ΕΝΕΚ.

Το ΕΝΕΚ, υπό την ηγεσία του Πολύδωρου Δάκογλου, δεν κατόρθωσε να αποκτήσει ισχυρή παρουσία στις εθνικές εκλογές. Οι εκλογικές αποτυχίες του ΕΝΕΚ οδήγησαν στην αυτοδιάλυσή του. Είναι χαρακτηριστικό ότι, στις ευρωεκλογές του 1981, το ΕΝΕΚ μετά βίας έλαβε περίπου 2.000 ψήφους, προκαλώντας την ειρωνεία μελών της ομάδας του Δενδρινού, τα οποία έλεγαν χαιρέκακα ότι αυτό εννοούσε ο Δάκογλου όταν έλεγε «προοπτική 2000». Σταδιακά και μέχρι τα μέσα του 2000, σημαντικός αριθμός στελεχών του ΕΝΕΚ, μεταξύ των οποίων άτομα με ιδιαίτερη γνώση του φασισμού και του ακροδεξιού/εθνικιστικού χώρου στην Ελλάδα, εντάχθηκαν στο κόμμα «Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός» (ΛΑΟΣ) του Γεωργίου Καρατζαφέρη, ενώ ο Δενδρινός και η ομάδα του ακολούθησαν αυτόνομη πορεία.

Κόμμα Προοδευτικών: Το 1979, ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης επανίδρυσε το «Κόμμα Προοδευτικών». Η πρώτη φορά που ο Μαρκεζίνης ίδρυσε το «Κόμμα Προοδευτικών» ήταν το 1955, αλλά είχε αποτύχει στις εκλογές του 1956. Εξ ου και, το 1961, ο Μαρκεζίνης συνεργάστηκε με την «Ένωση Κέντρου», και το 1964, συνεργάστηκε με την ΕΡΕ και εξελέγη βουλευτής Αθηνών.

Τα περισσότερα μέλη της Εθνικής Παράταξης-ΕΝΕΠ που δεν μετακινήθηκαν προς τη Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Καραμανλή εντάχθηκαν στο Κόμμα Προοδευτικών του Σπυρίδωνα Μαρκεζίνη. Η Νεολαία του Κόμματος Προοδευτικών ήταν ουσιαστικά στα χέρια της ΕΝΕΠ και διοικούνταν από ανθρώπους της ΕΝΕΠ, υπό την προεδρία του Περρωτή.

Στις εθνικές εκλογές του 1981, οι περισσότεροι ακροδεξιοί ψηφοφόροι ψήφισαν τη Νέα Δημοκρατία, ανησυχώντας για την ανερχόμενη πολιτική δύναμη του ΠΑΣΟΚ. Επίσης, ενώ η ΕΝΕΠ είχε κατορθώσει να συσπειρώσει τους ακραιφνείς ‘παπαδοπουλικούς’ στο Κόμμα Προοδευτικών και είχε συγκροτήσει δραστήριες, αν και ολιγομελείς, τοπικές οργανώσεις στην Αιτωλοακαρνανία, στη Μεσσηνία, στη Φλώρινα και στην Αθήνα, ποικίλες τάσεις εθνικιστών, εθνικοσοσιαλιστών, ιωαννιδικών και άλλων ακραίων πολιτικών δυνάμεων είχαν δημιουργήσει άλλες οργανώσεις, ανταγωνιστικές προς την ΕΝΕΠ και κατ’ επέκταση και προς το Κόμμα Προοδευτικών. Εξ αιτίας των προαναφερθέντων λόγων, το Κόμμα Προοδευτικών συνετρίβη σε σειρά εκλογικών αναμετρήσεων: στις βουλευτικές εκλογές του 1979, έλαβε 1,69%∙ στις ευρωεκλογές του 1981, έλαβε 1,96%∙ στις ευρωεκλογές του 1984, έλαβε 0,17%. Στις εκλογικές αποτυχίες, προστέθηκαν και σοβαρά οικονομικά προβλήματα για το Κόμμα Προοδευτικών, με αποτέλεσμα να οδηγηθούν σε διάλυση τόσο το Κόμμα Προοδευτικών όσο και η ομάδα Περρωτή.

Εθνική Πολιτική Ένωση (ΕΠΕΝ): Η Εθνική Πολιτική Ένωση ιδρύθηκε από τον φυλακισμένο πρώην δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο. Το κυριότερο αίτημα της ΕΠΕΝ ήταν η αποφυλάκιση των χουντικών. Ενώ αρχικά υπήρχαν καλές ενδείξεις για την ικανότητα του κόμματος να οργανώσει έναν ισχυρό ακροδεξιό/φασιστικό πολιτικό χώρο, σύντομα ξέσπασε κρίση στο εσωτερικό του κόμματος, με αποτέλεσμα, στις 4 Απριλίου 1984, ο Γ. Παπαδόπουλος να παραιτηθεί από την αρχηγεία λόγω της απόφασης της Διοικούσας Επιτροπής να συμμετάσχει το κόμμα στις ερχόμενες ευρωεκλογές.

Ως προς την προαναφερθείσα εσωτερική κρίση στην ΕΠΕΝ, υπάρχουν δύο κυρίως απόψεις: Σύμφωνα με την πρώτη άποψη, οι φυλακισμένοι πρωταίτιοι του πραξικοπήματος επεχείρησαν να κερδοσκοπήσουν πολιτικά μέσω της ΕΠΕΝ, δηλαδή επεχείρησαν να χρησιμοποιήσουν την ΕΠΕΝ ως απειλή και ως ομάδα πίεσης προς τα κόμματα εξουσίας και ειδικά προς τη Νέα Δημοκρατία. Με άλλα λόγια, σύμφωνα με αυτήν την άποψη, οι πρωταίτιοι του πραξικοπήματος επεχείρησαν, με την ΕΠΕΝ, να θέσουν το εξής εκβιαστικό δίλημμα προς τα κόμματα εξουσίας και ειδικά προς τη ΝΔ: ‘αποφυλακίστε μας, ή διαφορετικά η ΕΠΕΝ θα σας κόψει ψήφους’. Σύμφωνα με μια άλλη άποψη, η Διοικούσα Επιτροπή της ΕΠΕΝ ήταν σε πλήρη συνεννόηση με τους φυλακισμένους χουντικούς, αλλά έπρεπε να φαίνεται ότι δρούσε ανεξέλεγκτα, ώστε οι φυλακισμένοι χουντικοί να στείλουν το εξής μήνυμα προς το πολιτικό κατεστημένο: ‘αποφυλακίστε μας, διότι αλλιώς δεν μπορεί να ελεγχθεί η ομάδα των υποστηρικτών μας’. Ανεξάρτητα από το ποια από τις δύο προαναφερθείσες απόψεις περιγράφει ακριβέστερα την κατάσταση στην ΕΠΕΝ, το σημαντικό είναι ότι η ΕΠΕΝ δεν κατάφερε ούτε ισχυρό πολιτικό ρόλο να παίξει ούτε να οδηγήσει στην αποφυλάκιση των πρωταιτίων της δικτατορίας.

Στις ευρωεκλογές του 1984, η ΕΠΕΝ έλαβε το 2,29% των ψήφων και εξέλεξε έναν ευρωβουλευτή, τον Χρύσανθο Δημητριάδη, ο οποίος τέθηκε επικεφαλής της Διοικούσας Επιτροπής του κόμματος. Τον Ιούλιο του 1988, αντικαταστάθηκε στο Ευρωκοινοβούλιο από τον Αρ. Δημόπουλο, και αυτός με τη σειρά του αντικαταστάθηκε από τον Σπ. Ζουναρτζή τον Ιανουάριο του 1989.

Εν τω μεταξύ, τον Σεπτέμβριο του 1984, πρόεδρος της Νεολαίας της ΕΠΕΝ ανέλαβε ο Νικόλαος Μιχαλολιάκος, ο μετέπειτα αρχηγός του φασιστικού και ειδικότερα εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος Χρυσή Αυγή. Στις αρχές του 1985, ο Ν. Μιχαλολιάκος ήρθε σε σύγκρουση με το κόμμα και παραιτήθηκε. Τον Μιχαλολιάκο διαδέχθηκε στην ηγεσία της Νεολαίας της ΕΠΕΝ ο τότε φοιτητής της Νομικής Σχολής, Μάκης Βορίδης, ο οποίος προηγουμένως είχε επισκεφθεί στις Φυλακές Κορυδαλλού τον πρώην δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλο και είχε λάβει οδηγίες από εκείνον.

Στις βουλευτικές εκλογές του 1985, η ΕΠΕΝ έλαβε μόνο το 0,60% των ψήφων. Η ΕΠΕΝ έχει πλέον κατά βάση αποσυντεθεί, και η Νεολαία της ΕΠΕΝ είναι ουσιαστικά το μόνο πολιτικά σημαντικό όργανο του κόμματος. Ο Βορίδης μαζί με εναπομείναντα μέλη της Νεολαίας της ΕΠΕΝ επιμένει να δίνει δυναμικό πολιτικό παρών, τόσο στα κεντρικά γραφεία του κόμματος, στην οδό Ακαδημίας, όσο και στους δρόμους, με διάφορες κινητοποιήσεις. Οι κύριες δυνάμεις του Βορίδη στις κινητοποιήσεις που οργανώνει στους δρόμους της Αθήνας είναι η ομάδα «Ελεύθερων Μαθητών» και διάφοροι σκίνχεντ (skinheads).

Η ΕΠΕΝ δεν κατάφερε να εκπροσωπηθεί στο Ελληνικό Κοινοβούλιο στις εθνικές εκλογές του 1989 και επίσης απέτυχε να εκλέξει ευρωβουλευτή στις ευρωεκλογές του 1989. Το 1990, ο Βορίδης παραιτήθηκε. Στις εθνικές εκλογές του 1990, η ΕΠΕΝ μετονομάστηκε σε ΕΠΕΝ-Εθνική Συμπαράταξη, και υπέστη εκλογική συντριβή στις εθνικές εκλογές του 1990. Το 1994, μετονομάστηκε σε Εθνικό Κόμμα-ΕΠΕΝ, αλλά υπέστη νέα εκλογική συντριβή στις ευρωεκλογές του 1994. Η πολιτική ιστορία της ΕΠΕΝ οδηγήθηκε στο άδοξο τέλος της στις εθνικές εκλογές του 1996, στις οποίες, για μια ακόμη φορά, απέτυχε να εκπροσωπηθεί στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.

Ελεύθεροι Μαθητές: Το 1979, στα βόρεια προάστια της Αθήνας, άρχισε να γίνεται γνωστό ένα φασιστικό μαθητικό κίνημα, με την ονομασία Ελεύθεροι Μαθητές, το οποίο ξεκίνησε ως μαθητική οργάνωση στο Κολλέγιο Αθηνών. Ιδρυτής αυτού του κινήματος ήταν ο Μάκης Βορίδης, ο οποίος, όπως προανέφερα, έπαιξε αργότερα ηγετικό ρόλο στην ΕΠΕΝ. Πολύ γρήγορα αυτό το φασιστικό μαθητικό κίνημα εξαπλώθηκε σε διάφορες περιοχές της βόρειας Αττικής, ο δε Μάκης Βορίδης εξελέγη πρόεδρος του 15μελούς μαθητικού συμβουλίου του Κολλεγίου Αθηνών. Επίσης, το κίνημα των Ελευθέρων Μαθητών προσπάθησε να εξαπλωθεί και στα δυτικά προάστια της Αθήνας, μέσω των αρχηγών της ΝΟΠΟ (Ναζιστική Οργάνωση Παναθηναϊκών Οπαδών), αλλά δεν τα κατάφερε.

Στη συνέχεια, όπως προανέφερα, ο Βορίδης, ως φοιτητής της Νομικής Σχολής, ανέλαβε, σε κάποια φάση, την προεδρία της Νεολαίας της ΕΠΕΝ. Μετά από την αποχώρηση του ίδιου και της ομάδας του από τη Νεολαία της ΕΠΕΝ, ο Βορίδης και η ομάδα του ίδρυσαν το κόμμα Ελληνικό Μέτωπο. Μέχρι την αναστολή της λειτουργίας του, το Ελληνικό Μέτωπο συμμετείχε σε αρκετές εκλογικές αναμετρήσεις, αλλά πάντοτε με πενιχρά αποτελέσματα. Το 2000, ο Βορίδης ήταν υποψήφιος βουλευτής στο κοινό ψηφοδέλτιο του Ελληνικού Μετώπου και της κίνησης Πρώτη Γραμμή του Κωνσταντίνου Πλεύρη. Το 2005, μετά από την αναστολή της λειτουργίας του Ελληνικού Μετώπου, ο Βορίδης προσχώρησε, μαζί με όλο το κόμμα του, στο κόμμα ΛΑΟΣ του Γεωργίου Καρατζαφέρη. Διετέλεσε μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου και της Κεντρικής Επιτροπής του ΛΑΟΣ, και εξελέγη βουλευτής Αττικής με το κόμμα ΛΑΟΣ στις εκλογές του 2007 και του 2009. Τον Νοέμβριο του 2011, ορκίστηκε υπουργός υποδομών στην κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου, η οποία στηρίχθηκε στη Βουλή από το ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ και τον ΛΑΟΣ, με αποστολή την εφαρμογή του σχεδίου δημοσιονομικής πολιτικής που επέβαλε στην Ελλάδα η διαβόητη «Τρόικα» (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Ευρωπαϊκή Επιτροπή και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο). Τον Φεβρουάριο του 2012, ο Βορίδης προσχώρησε στη Νέα Δημοκρατία, με την οποία εξελέγη βουλευτής Αττικής στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου 2012 και, το 2014, έγινε υπουργός Υγείας στην κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά.

Ελληνικό Μέτωπο: Το Ελληνικό Μέτωπο ιδρύθηκε σε μια ανοικτή συνεδρίαση 350 ατόμων τον Απρίλιο του 1994. Όπως προανέφερα, ηγέτης του Ελληνικού Μετώπου ήταν ο Μάκης Βορίδης, θαυμαστής του Γάλλου φασίστα πολιτικού Ζαν Μαρί Λεπέν (Jean-Marie Le Pen), ο οποίος υπήρξε ο ιδρυτής και πρώην πρόεδρος του κόμματος Εθνικό Μέτωπο (Front National). Ο Βορίδης και ο Λεπέν διατηρούσαν στενές προσωπικές σχέσεις στη δεκαετία του 1990. Ο Βορίδης προώθησε τη φασιστική ιδεολογία του μέσω της εφημερίδας του Ελληνικές Γραμμέςκαι προσέφερε ένα πιο εξειδικευμένο πολιτιστικό-ιδεολογικό φροντιστήριο μέσω της μηνιαίας έκδοσης 21ος Αιών.

19-21 Απριλίου 2003, 12ο Συνέδριο του κόμματος Εθνικό Μέτωπο του Ζαν Μαρί Λεπέν. Ο Μάκης Βορίδης, με συνεργάτες του, ήταν εκεί, επίσημος προσκεκλημένος του Λεπέν. Στη φωτογραφία, από αριστερά προς τα δεξιά: ο Δημήτριος Δημόπουλος, ο Μάκης Βορίδης, ο Νίκος Νικολαΐδης και ο Χρήστος Χαρίτος.

Το 2004, ο Ζαν Μαρί Λεπέν, στη διάρκεια επίσκεψής του στην Ελλάδα, δήλωσε: «Σας καλώ να στηρίξετε με όλες τις δυνάμεις σας το Ελληνικό Μέτωπο και τον Μάκη Βορίδη» (βλ. εφημερίδα Ελευθεροτυπία, 28 Ιανουαρίου 2007). Μετά από μια σειρά εκλογικών αποτυχιών του, το Ελληνικό Μέτωπο, στο 2ο Συνέδριό του, στις 20 Μαρτίου 2005, αποφάσισε να προσχωρήσει στο κόμμα ΛΑΟΣ.

Σχετικά με τον ρόλο του Λεπέν στον ευρύτερο ακροδεξιό χώρο της Γαλλίας, πρέπει να επισημάνουμε ότι ο Λεπέν και το «Εθνικό Μέτωπό» του εξυπηρέτησαν την προσπάθεια της Ουάσινγκτον και της CIA να εκβιάσουν εκλογικά και να οριοθετήσουν, από τα ‘ακροδεξιά’, την πολιτική του Γάλλου προέδρου Σαρλ Ντε Γκωλ, ο οποίος προωθούσε τη δημιουργία μιας γαλλικής εθνικής αστικής τάξης με σχετικά υψηλό βαθμό αυτονομίας από τις ΗΠΑ σε ουσιώδη ζητήματα που αφορούσαν στη διαχείριση της διεθνούς πολιτικής οικονομίας και των γαλλικών αποικιών. Έτσι, λοιπόν, η Λεπενική Ακροδεξιά έδρασε ως υπονομευτικός/προβοκατόρικος παράγοντας σε βάρος της Γκωλικής Δεξιάς, εξυπηρετώντας τελικά τα συμφέροντα του ευρωατλαντισμού.

Ναζιστική Οργάνωση Παναθηναϊκών Οπαδών (ΝΟΠΟ) και Τρομοκρατική Οργάνωση Φασιστών Αεκτζήδων (ΤΟΦΑ): Η Ναζιστική Οργάνωση Παναθηναϊκών Οπαδών (ΝΟΠΟ) δημιουργήθηκε από μέλη της ομάδας Νέων Εθνικοσοσιαλιστών, στην οποία θα αναφερθώ στη συνέχεια. Οι «Νοπίτες» έδρασαν κυρίως μεταξύ των φανατικών οπαδών της ποδοσφαιρικής ομάδας του Παναθηναϊκού και ειδικά μεταξύ των μελών της «Θύρας 13» του γηπέδου του Παναθηναϊκού. Λόγω των βίαιων επεισοδίων που προκαλούσαν οι «Νοπίτες», επιβλήθηκαν πολλές φορές ποινές στον Παναθηναϊκό, προκαλώντας την έντονη δυσαρέσκεια του τότε προέδρου του Παναθηναϊκού, Γ. Βαρδινογιάννη. Σε συνεργασία με τον Γ. Βαρδινογιάννη, ο αστυνομικός διευθυντής Μ. Μποσινάκης διέλυσε τη ΝΟΠΟ, έγιναν πολλές συλλήψεις και κατ’ οίκον έρευνες, κι έτσι η εξτρεμιστική δράση των «Νοπιτών» σταμάτησε. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι ο ιδρυτικός και καθοδηγητικός πυρήνας της ΝΟΠΟ δεν συνελήφθη ποτέ.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, η ΝΟΠΟ βρήκε μιμητές μεταξύ των οπαδών της ποδοσφαιρικής ομάδας ΑΕΚ. Συγκεκριμένα, μερικοί οπαδοί της ΑΕΚ οι οποίοι ιδεολογικά ανήκαν στην ΕΝΕΠ δημιούργησαν στην Παλαιά Κοκκινιά και στον Πειραιά την εξτρεμιστική ομάδα Τρομοκρατική Οργάνωση Φασιστών Αεκτζήδων (ΤΟΦΑ). Σταδιακά, η ΤΟΦΑ αναπτύχθηκε και στην περιοχή της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, προτού δημιουργηθούν εκεί τα γραφεία της «original». Όμως η ΤΟΦΑ ποτέ δεν κατόρθωσε να αποκτήσει τόσο μεγάλη επιρροή και δύναμη μεταξύ των οπαδών της ΑΕΚ όσο κατόρθωσε να αποκτήσει η ΝΟΠΟ μεταξύ των οπαδών του Παναθηναϊκού.

Σκίνχεντ (Skinheads): Σκίνχεντ (Skinhead) σημαίνει ‘κουρεμένο κεφάλι’. Οι σκίνχεντ ήταν λαϊκό εξτρεμιστικό κίνημα, υπό την έννοια ότι δεν υπήρξαν επιγέννημα πολιτικών διεργασιών. Οι πρώτοι σκίνχεντ, με τα χαρακτηριστικά κουρεμένα κεφάλια τους, και συχνά με άρβυλα και τατού, εμφανίστηκαν στην Ελλάδα το 1979, αλλά μαζικότητα αυτό το κίνημα απέκτησε το 1982-1983. Επικεφαλής αυτού του κινήματος ήταν ο περιβόητος σκίνχεντ Ανδρέας (Ρούλης), οπαδός του επαναστατικού εθνικισμού, καταγόμενος από φτωχή οικογένεια του Μενιδίου.

Στέκι των σκίνχεντ ήταν το μπαρ «Ριμπάουντ» στην Πλατεία Αμερικής, το οποίο έπαιζε αποκλειστικά μουσική Oi (ένα ρεύμα της πανκ ροκ μουσικής που γεννήθηκε μεταξύ της εργατικής τάξης της δεκαετίας του 1970 στο Ηνωμένο Βασίλειο). Αγαπημένο συγκρότημα των Ελλήνων σκίνχεντ ήταν το «Screwdriver».

Οι Έλληνες σκίνχεντ συνεργάστηκαν πολιτικά με τη Νεολαία της ΕΠΕΝ υπό την προεδρία του Μάκη Βορίδη. Μετά από το 1988-1989, οι παραδοσιακοί Έλληνες σκίνχεντ οδηγήθηκαν σε παρακμή και σταδιακά εξαφανίστηκαν.

Νέοι Εθνικοσοσιαλιστές: Η οργάνωση Νέοι Εθνικοσοσιαλιστές –μέλη της οποίας, όπως προανέφερα, ίδρυσαν τη ΝΟΠΟ– ιδρύθηκε στον Πειραιά στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Οι ιδρυτές των Νέων Εθνικοσοσιαλιστών ήταν δυσαρεστημένα μέλη μιας άλλης φασιστικής οργάνωσης, της ΦΕΠ, στην οποία θα αναφερθώ στη συνέχεια.

Αρχικά αυτή η οργάνωση ονομαζόταν Αντικομμουνιστική Οργάνωση Νέων Πειραιώς (ΑΟΝΠ), αλλά σύντομα έδειξαν την ακριβή ιδεολογική τους ταυτότητα, δηλαδή τον ναζισμό, και επέλεξαν το όνομα Νέοι Εθνικοσοσιαλιστές. Συνέπραξαν και συμπαρατάχθηκαν με τον φυλακισμένο φασίστα Αριστοτέλη Καλέντζη, στη δράση του οποίου θα αναφερθώ στη συνέχεια. Ωστόσο, η δράση της οργάνωσης Νέοι Εθνικοσοσιαλιστές δεν υπερέβη τα όρια του Πειραιά. Αυτό όμως που έκανε τους Νέους Εθνικοσοσιαλιστές γνωστούς πανελλαδικά ήταν το γεγονός ότι δημιούργησαν την πρώτη ένωση ποδοσφαιρικών οπαδών με σαφή ιδεολογικό προσανατολισμό, δηλαδή τη Ναζιστική Οργάνωση Παναθηναϊκών Οπαδών (ΝΟΠΟ).

ΦΕΠ-Ελληνικό Αύριο: Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, εμφανίστηκε μια νέα φασιστική οργάνωση, η Φοιτητική Εθνική Πρωτοβουλία (ΦΕΠ). Η μήτρα από την οποία προήλθε η ΦΕΠ ήταν η φασιστική οργάνωση 4η Αυγούστου, την οποία, όπως προανέφερα, είχε ιδρύσει ο Κωνσταντίνος Πλεύρης, και η οποία είχε αναστείλει τη λειτουργία της στην εποχή της στρατιωτικής δικτατορίας. Η αποστολή της ΦΕΠ ήταν η πολιτική έκφραση του εθνικοσοσιαλισμού προσαρμοσμένου στα ελληνικά δεδομένα.

Ένα ρητορικό τέχνασμα που προέβαλλαν συχνά πολλά μέλη της ΦΕΠ και ο ίδιος ο Πλεύρης ήταν ότι αποτελούσαν ελληνική εκδοχή του εθνικοσοσιαλισμού, διακριτή από τον γερμανικό ναζισμό και τον ιταλικό φασισμό. Αυτόν τον ισχυρισμό τον στήριζαν στο ότι ο ναζισμός ήταν γερμανικό φαινόμενο και γερμανική λέξη, ο φασισμός ήταν ιταλικό φαινόμενο και ιταλική λέξη, ενώ ο δικός τους εθνικοσοσιαλισμός ήταν ελληνικής κοπής. Αυτός ο ισχυρισμός είναι κατ’ ουσίαν ένα λογοπαίγνιο, με σκοπό να παραπλανήσει ανθρώπους που αγνοούν την πολιτική θεωρία και την ιστορία των πολιτικών ιδεολογιών.

Το γεγονός ότι το φασιστικό κόμμα του Μουσολίνι είναι ιταλικό φαινόμενο δεν σημαίνει ότι η φασιστική πολιτική θεωρία είναι ιταλικό φαινόμενο. Ομοίως, το γεγονός ότι το Ναζιστικό Κόμμα του Χίτλερ είναι γερμανικό φαινόμενο δεν σημαίνει ότι η εθνικοσοσιαλιστική πολιτική θεωρία είναι γερμανικό φαινόμενο. Οι ΦΕΠίτες και ο Κ. Πλεύρης σκοπίμως συγχέουν την έννοια της πολιτικής θεωρίας με την έννοια του πολιτικού κόμματος, ώστε έτσι να θεμελιώσουν τον ψευδή ισχυρισμό ότι ο δικός τους εθνικοσοσιαλισμός είναι ελληνογενής και άρα διαφορετικός από τις αλλοδαπές μορφές εθνικοσοσιαλισμού. Τα φασιστικά και τα εθνικοσοσιαλιστικά κόμματα, ως εθνικοί πολιτικοί θεσμοί, μπορεί να έχουν εθνική πατρίδα. Η ιδεολογία του φασισμού και του εθνικοσοσιαλισμού όμως είναι ζήτημα αμιγώς εννοιολογικό-θεωρητικό και όχι εθνικός θεσμός. Άρα, το αν θα υποστηρίξει κάποιος τον φασισμό είτε τον εθνικοσοσιαλισμό δεν έχει σχέση με την εθνικότητά του.

Πηγή πολιτικής έμπνευσης της ΦΕΠ ήταν το δικτατορικό καθεστώς του Μεταξά. Ιδεολογικός πυρήνας της ΦΕΠ ήταν το επίσημο περιοδικό της, που ονομαζόταν Ελληνικό Αύριο και εκδιδόταν στη Θεσσαλονίκη. Στο πλαίσιο του φασιστικού και εξτρεμιστικού εθνικιστικού πολιτικού χώρου στην Ελλάδα, το περιοδικό Ελληνικό Αύριο ήταν ο κύριος ανταγωνιστής του περιοδικού Κίνημα, που, όπως προανέφερα, εξέδιδε η ομάδα Δεδνδρινού στην Αθήνα.

Η ΦΕΠ αναπτύχθηκε στην Αθήνα, στη Λάρισα και στη Θεσσαλονίκη. Εξέδωσε διάφορα έντυπα, και κορυφαία στιγμή στην ιστορία της πολιτικής δράσης της ήταν η πραγματοποίηση μεγάλης συγκέντρωσης στα Προπύλαια της Αθήνας, το 1981, για την επέτειο μνήμης 25 ετών από θάνατο του Γρηγορίου Αυξεντίου, μαχητή και ηγετικού στελέχους της κυπριακής εθνικοαπελευθερωτικής οργάνωσης ΕΟΚΑ, ο οποίος σκοτώθηκε από Άγγλους στρατιώτες σε μάχη το 1957.

Η ΦΕΠ συγκρουόταν συχνά με άλλες οργανώσεις του τότε πολύδιασπασμένου φασιστικού και εξτρεμιστικού εθνικιστικού πολιτικού χώρου στην Ελλάδα. Βασικό αντικείμενο εκείνων των αντιπαραθέσεων ήταν η σύγκρουση μεταξύ του Κωνσταντίνου Πλεύρη και του Αριστοτέλη Καλέντζη. Ξαφνικά, στη δεκαετία του 1980, η ΦΕΠ έπαψε να δρα.

Μεταξύ των μελών της, περιλαμβάνονταν διάφορα πολιτικά πρόσωπα, δημοσιογράφοι, συγγραφείς, συνδικαλιστές, στελέχη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κ.λπ. Ένας από τους σημαντικότερους συμπαραστάτες της ΦΕΠ ήταν ο Παύλος Μελλάς, εγγονός του γνωστού Μακεδονομάχου Παύλου Μελλά. Επίσης, ιδιαίτερα δραστήριο στέλεχος της ΦΕΠ ήταν ο Κωνσταντίνος Κιλτίδης, μετέπειτα βουλευτής Κιλκίς με τα κόμματα Νέα Δημοκρατία, ΛΑΟΣ και Δημοκρατική Συμμαχία, στα οποία εντάχθηκε σε διαφορετικές φάσεις της πολιτικής σταδιοδρομίας του. Οι παλαιοί ΦΕΠίτες διατήρησαν άτυπους δεσμούς μεταξύ τους και μετά από τη διακοπή της δημόσιας δράσης της ΦΕΠ.

Οπαδοί του Αριστοτέλη Καλέντζη: Στις 24 Φεβρουαρίου 1977, συνελήφθη ο χειριστής αεροσκαφών Αριστοτέλης Καλέντζης, διακεκριμένο μέλος του ελληνικού φασιστικού πολιτικού χώρου. Στις 8 Νοεμβρίου 1977, καταδικάστηκε σε κάθειρξη 12 ετών, επειδή κρίθηκε ένοχος για βομβιστικές δραστηριότητες.

Στις 11 Μαρτίου 1978, μια ισχυρή έκρηξη συγκλονίζει τον κινηματογράφο ΕΛΛΗ στην οδό Ακαδημίας, στο κέντρο της Αθήνας, κατά τη διάρκεια της προβολής της σοβιετικής ταινίας «Ουράνιο Τόξο». Υπήρξαν 18 τραυματίες. Τρεις μήνες αργότερα, στις 20 Ιουνίου, περίπου στις 9 το βράδυ, μια ωρολογιακή βόμβα εκρήγνυται στον κινηματογράφο ΡΕΞ στην οδό Πανεπιστημίου, στο κέντρο της Αθήνας. Σε αυτήν τη βομβιστική ενέργεια, υπήρξαν 15 τραυματίες. Τελικά, στα τέλη Ιουλίου 1978, συλλαμβάνεται μια ομάδα εξτρεμιστών εθνικιστών-ακροδεξιών ως υπεύθυνη εκείνων των βομβιστικών επιθέσεων. Μεταξύ των συλληφθέντων, ήταν ο Νικόλαος Μιχαλολιάκος, έφεδρος αξιωματικός την εποχή εκείνη, και μετέπειτα αρχηγός του κόμματος Χρυσή Αυγή. Λίγες ημέρες αργότερα, στην προαναφερθείσα ομάδα κατηγορουμένων προστέθηκε ο Αριστοτέλης Καλέντζης, ο οποίος ήταν ήδη φυλακισμένος για άλλες βομβιστικές δραστηριότητες.

Τόσο μέσα όσο και έξω από τη φυλακή ο Καλέντζης ανέπτυξε πλούσιο συγγραφικό έργο. Στο λογοτεχνικό του σύγγραμμα με τίτλο Σε Εσένα, ο Καλέντζης τοποθετεί ιδεολογικά τον εαυτό του στην «κοσμοθεωρία της Λευκής Ομοφυλίας» και παραπέμπει συχνά σε κείμενα του Χίτλερ, του Γκέμπελς και του Έκαρτ Ντίτριχ (Eckart Dietrich), ο οποίος ήταν σημαντικός φίλος του Χίτλερ, μέλος της αποκρυφιστικής και εθνικιστικής Εταιρείας της Θούλης και συντάκτης της επίσημης εφημερίδας του Ναζιστικού Κόμματος, Λαϊκός Παρατηρητής.

Ο Καλέντζης γράφει ποίηση σε ύφος ηρωικό, με αναφορές στην αρχαία Ελλάδα ερμηνευμένη υπό το πρίσμα του εθνικοσοσιαλισμού. Αφιερώνει την ηρωική ποίησή του στους στους «εθνικιστές συντρόφους της Βαυαρίας» και στους «φυλακισμούς Ιταλούς συντρόφους της Όρντινε Νουόβο». Επίσης, γράφει εμβατήρια στα οποία θρηνεί για την ήττα της ναζιστικής Γερμανίας: «Τεύτονες, μεγαλώνυμοι, δεν κύρτωσαν κι ας κλάψαν όταν ο Ηγέτης έπεσε κι εσίγησε ο Ζιγκφρίδος Τα δάχτυλα δεν ξέφυγαν καθόλου απ' τις σκανδάλες Μα Πίστη ορκιστήκανε στον Επερχόμενο Ανδρα».

Ο Καλέντζης αντιμετωπίζει τη νεοελληνική δημοκρατία με ειρωνική διάθεση γράφοντας μια έμμετρη παρωδία του γνωστού ποιήματος του Νόβα, με αφιέρωση στους «300 της ουλής των Ελλήνων»: «Τα στήθια σου τα γάλατα γαργάλαγαν, γαργάλαγαν, γύρω απ’ το Κολωνάκι Και τα δικά μας άρμεγαν σαν νάταν αγελαδινά με μπρίο και μεράκι Απ’ το Λαό το μάζωχναν, με χέρια φουρναρόξυλα, τα’ άοσμο παραδάκι Κι οι οπαδοί τους δέρνονταν στ’ άχαρα πεζοδρόμια μπλεγμένοι στη φενάκη».

Στα βιβλία του Δημοκρατία ’80, Κάτεργο, και Η Μαύρη Βίβλος του Κώστα Πλεύρη, ο Καλέντζης αποκαλύπτει ένα πολύ ενδιαφέρον παρασκήνιο για τα «συγκοινωνούντα δοχεία» φασιστικών οργανώσεων και ΚΥΠ, κατηγορώντας μάλιστα τον Κωνσταντίνο Πλεύρη και τον Νικόλαο Μιχαλολιάκο ως καταδότες του που έδρασαν στο πλαίσιο συνεργασίας τους με την ΚΥΠ για τη χειραγώγηση του εθνικιστικού πολιτικού χώρου. Με άλλα λόγια, ο Καλέντζης επισημαίνει και καταγγέλλει ότι πολλά μέλη του φασιστικού/εθνικοσοσιαλιστικού/εθνικιστικού χώρου στην Ελλάδα δρουν παρακρατικά, ως συνεργάτες μυστικών υπηρεσιών (στο πλαίσιο λ.χ. του δικτύου «Stay Behind»), και όχι ως ειλικρινείς κινηματίες.

Ο Καλέντζης, παγίως αρνούνταν τη συμμετοχή του στις βομβιστικές επιθέσεις για τις οποίες κατηγορήθηκε, και κατηγορεί τον Κ. Πλεύρη ως οργανωτή και εκτελεστή συνομωσίας εναντίον του και εναντίον των υπολοίπων συλληφθέντων. Ο Καλέντζης δημοσίευσε σημαντικά ντοκουμέντα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται αντίγραφο μιας κατάθεσης του Κ. Πλεύρη στον ανακριτή Δ. Γυφτάκη, με ημερομηνία 19 Μαρτίου 1977, στην οποία ο Πλεύρης φαίνεται να ‘καρφώνει’ τον Α. Καλέντζη, τον Ν. Μιχαλολιάκο και άλλους τέσσερεις εξτρεμιστές εθνικιστές, ως συμμετέχοντες σε “εκνόμους ενεργείας”.

Στο βιβλίο του υπό τον τίτλο Παρακρατικοί Χαφιέδες: Η Τελευταία «Εφεδρεία» της Δημοκρατίας, ο Καλέντζης γράφει, μεταξύ άλλων, κατά λέξη, τα εξής: «οι Εθνικιστές όμως (και για λόγους στρατηγικούς) όχι μόνο δεν κατεδίωξαν τους κατάφτυστους χαφιέδες πούχε σπείρει ο αντίπαλος ανάμεσά τους, αλλά και τους παρεχώρησαν “διακεκριμένες θέσεις”, ώστε να ελέγχουν όλο και καλύτερα κάθε “κίνησή” τους […] Σαν παράδειγμα εύγλωττο έχουμε τον χαζοχαφιέ της Κ.Υ.Π. ΚΩΣΤΑ ΠΛΕΥΡΗ, τον οποίο λέω χαζοχαφιέ, γιατί ήταν ένας απ’ τους λίγους (σεσημασμένους από παλιά) χαφιέδες της Κ.Υ.Π., ο οποίος είχε την απερίγραπτη βλακεία να μην αρκεστεί στο χαφιεδίστικο ρόλο που (με την ανοχή των Εθνικιστών) από πολλά χρόνια έπαιζε μέσα στην Εθνικιστική Παράταξη, σαν…αρχηγός του κόμματος της 4ης Αυγούστου, αλλά ξεγελάστηκε να παραδώσει στις κρατικές υπηρεσίες ενυπόγραφη απ’ τον ίδιο λίστα ατόμων, στην οποία “κάρφωνε” ονομαστικά Ελληνόπουλα-Εθνικιστές […] χαλκεύοντάς τους συκοφαντίες και ζητώντας (πλάγια) απ’ τα καταχθόνια αφεντικά του τις κεφαλές των νέων αυτών “επί πίνακι”. […] Μάλιστα, στις 19 Μαρτίου 1977, ο αργυρώνητος απατεωνίσκος ΠΛΕΥΡΗΣ τόλμησε να δώση (στη 1 το μεσημέρι) ένορκη κατάθεση (σε ποιον άλλο!) στον ανακριτή Δ. ΓΥΦΤΑΚΗ, μέσα στην οποία επαναλαμβάνει τη χαφιεδίστικη δραστηριότητά του σε βάρος των Ελλήνων Εθνικιστών και αντίγραφο της οποίας έπεσε στα χέρια μου. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτά· στα χέρια μου έπεσε και πολυσέλιδο αντίγραφο υπομνήματος του ΚΩΣΤΑ ΠΛΕΥΡΗ προς τον ανακριτή Δ. ΓΥΦΤΑΚΗ (!!!) στο οποίο πανηγυρικά επισημαίνει το χαφιεδίστικο ρόλο του μέσα στην Ελληνική Εθνικιστική Παράταξη, καρφώνοντας κι άλλα ονόματα νεαρών Εθνικιστών […] Ο ΠΛΕΥΡΗΣ, συν τοις άλλοις, ανέλαβε και το έργο της παραπειστικής παγιδεύσεως των Εθνικιστών πολιτικών κρατουμένων, μέσα στις καραμανλικές φυλακές. Έτσι στις 10 Μαρτίου 1977 (όταν βασανιζόμουν απάνθρωπα στην απομόνωση της φυλακής Κορυδαλλού […]) τελείως άξαφνα ξεκλείδωσε την πόρτα μου ο αρχιδεσμοφύλακας και μου είπε ότι αν θέλω, να ετοιμαστώ για να συναντήσω έναν δικηγόρο, του οποίου το όνομα δεν μου αποκάλυψε […] ετοιμάστηκα και λίγο μετά, έκπληκτος συνάντησα τον…ΚΩΣΤΑ ΠΛΕΥΡΗ να με περιμένη στρογγυλοκαθισμένος σε μια καρέκλα του αρχιφυλακείου (παρακαλώ!!!) ολομόναχος (χωρίς παρόντα δεσμοφύλακα) […] Το σκηνικό, αμέσως μου έδωσε και καταλάβω, ότι βρισκόμουν σε παγίδα…Άφησα τον ΠΛΕΥΡΗ ν’ αρχίση να μιλάη και τον παρακολουθούσα να υποκρίνεται – σαν την όχεντρα – το “συμπαραστάτη” του διωγμού μου και τον “αλτρουιστή φίλο μου” […] μου είπε: “ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ, αναγνωρίζω τις προσπάθειές σου αλλά τώρα που βρίσκεσαι στη φυλακή θα πρέπει να μου πεις τους συναγωνιστές σου για να έρθω σ’ επαφή μαζί τους και να συνεχίσουμε τον αγώνα!” […] του είπα: “Κύριε ΠΛΕΥΡΗ, οι Συναγωνιστές μου είναι όλοι οι τίμιοι Πατριώτες του τόπου μας που –και χωρίς εσάς– συνεχίζουν να αγωνίζονται για τους βωμούς και τις Εστίες τους· αν θέλετε λοιπόν και σεις κάντε το δικό σας αγώνα, ακολουθώντας το παράδειγμά τους.” […] Από την “επίσκεψη” εκείνη του ΠΛΕΥΡΗ πέρασαν δυόμιση χρόνια, ώσπου στις 8 Δεκεμβρίου 1979, στην αθηναϊκή εφημερίδα «Η ΒΡΑΔΥΝΗ», διάβασα ένα απόσπασμα από το προσωπικό ημερολόγιο του τέως (γιατί ήδη είχε πάρει σύνταξη) διευθυντή της φυλακής Κορυδαλλού ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, μέσα στο οποίο αναφέρονταν η “επίσκεψη” εκείνη του ΠΛΕΥΡΗ σε μένα, της 10ης Μαρτίου 1977, σαν εφαρμογή σχεδίου που επινόησε η ίδια η Κ.Υ.Π. για να με παγιδεύση» (βλ. Καλέντζης, 2012, σελ. 109-111).

«Έκθεσις Ενόρκου Εξετάσεως Μάρτυρος» με ημερομηνία 19 Μαρτίου 1977, στην οποία ο Κωνσταντίνος Πλεύρης καταθέτει στον ανακριτή Δημήτριο Γυφτάκη του 1ου Τμήματος Πλημμελειοδικών Αθηνών περί της παράνομης δράσης Ελλήνων εθνικιστών (το πλήρες αρχείο δημοσιεύθηκε στο βιβλίο του Α. Καλέντζη υπό τον τίτλο Η Μαύρη Βίβλος του Κώστα Πλεύρη).

Οι αποκαλύψεις του Καλέντζη για την παρακρατική δράση Ελλήνων φασιστών/εθνικοσοσιαλιστών προκάλεσε έντονες συγκρούσεις στο εσωτερικό του ελληνικού φασιστικού/εθνικοσοσιαλιστικού πολιτικού χώρου. Μάλιστα, ο Κ. Πλεύρης υπέβαλε μήνυση στον Καλέντζη για τη χρήση προσβλητικών εκφράσεων σε βάρος του. Ωστόσο, ο Πλεύρης δεν αρνήθηκε το ουσιαστικό περιεχόμενο των κατηγοριών που ο Καλέντζης διατύπωσε σε βάρος του. Τόσο εντός όσο και εκτός των δικαστικών αιθουσών, η Φοιτητική Εθνική Πρωτοβουλία, στην οποία αναφέρθηκα προηγουμένως, υπεράσπιζε τον Πλεύρη, ενώ πληθώρα άλλων μελών του ελληνικού φασιστικού/εθνικοσοσιαλιστικού πολιτικού χώρου, από διάφορες οργανώσεις, υποστήριζαν τον Καλέντζη. Μεταξύ των μελών της Φοιτητικής Εθνικής Πρωτοβουλίας που υπερασπίστηκαν τον Πλεύρη με ιδιαίτερη θέρμη ήταν και ο μετέπειτα βουλευτής Κώστας Κιλτίδης.

Σταδιακά, όμως, το ρεύμα των οπαδών του Καλέντζη ατόνησε, και, μετά από την αποφυλάκισή του, το 1989, ο ίδιος ο Καλέντζης δεν έδειξε ενδιαφέρον για την ανάληψη πολιτικών πρωτοβουλιών. Εργάστηκε για κάποια χρονικά διαστήματα στην επιχείρηση ενός παλαιού «χίτη» και ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα Ελεύθερη Ώρα, ενώ αργότερα εγκατέλειψε και αυτές τις δραστηριότητες για να ασχοληθεί με την έφιππη τοξοβολία.

Λαϊκός Σύνδεσμος-Χρυσή Αυγή: Όπως προανέφερα, μεταξύ των συγκατηγορουμένων του Καλέντζη για βομβιστικές επιθέσεις ήταν και ο Νικόλαος Μιχαλολιάκος. Η περίπτωση του Ν. Μιχαλολιάκου δείχνει επίσης την παρακρατική διάσταση του ελληνικού φασιστικού/εθνικοσοσιαλιστικού πολιτικού χώρου. Ενώ, αρχικά, οι 10 κατηγορούμενοι παραπέμπονται στον ανακριτή για παράβαση του νόμου «περί καταστολής της τρομοκρατίας και προστασίας του δημοκρατικού πολιτεύματος», σε βαθμό κακουργήματος, ο Μιχαλολιάκος και άλλοι δύο εκ των συγκατηγορουμένων του Καλέντζη παραπέμπονται, με βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου, στο πενταμελές εφετείο για παράβαση του νόμου «περί όπλων και εκρηκτικών υλών», δηλαδή για πλημμέλημα.

Ο Χάρης Κουσουμβρής, πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος (και πρώην ταμίας) της Χρυσής Αυγής (μέχρι το 2002), στο βιβλίο του με τίτλο Γκρεμίζοντας τον Μύθο της Χρυσής Αυγής, αναφέρεται στην ίδια περίοδο και στην περίεργη συμπεριφορά του κράτους απέναντι στον Μιχαλολιάκο, γράφοντας τα εξής: «Ο Αριστοτέλης Καλέντζης που δεν συνεργάστηκε με τις ανακριτικές αρχές καταδικάστηκε σε κάθειρξη, ενώ οι λοιποί που συνεργάστηκαν την γλίτωσαν με την μικρότερη των ποινών. […] Στην ανάκριση του απαγγέλλονται κατηγορίες για 11 κακουργήματα, από τα οποία τα μισά σχεδόν όπως ισχυρίζεται, προέβλεπαν την ποινή των ισόβιων δεσμών. Στην δίκη που ακολουθεί του επιβάλλεται ποινή 13 μηνών (στο Εφετείο 11)! Πού αποδίδονται αυτές οι ποινές; Είναι άξιο απορίας. Βοά ο κόσμος για έλεγχο της κρατικής εξουσίας στον εθνικιστικό χώρο. Αδίκως;» (βλ. Κουσουμβρής, 2004, σελ. 129 κ.εξ.).

Επίσης, στο προαναφερθέν βιβλίο του, ο Κουσουμβρής γράφει για τη σχέση μεταξύ Κ. Πλεύρη και Ν. Μιχαλολιάκου: «Το καλοκαίρι του ’99 μας βρίσκει να ‘φτύνουμε αίμα’ για τις Ευρωεκλογές […] Με ποιον όμως συνεργαστήκαμε προεκλογικά; Με αυτόν που έδωσε τα ονόματα πολλών εθνικιστών στην Γενική Ασφάλεια, με αποτέλεσμα τον εγκλεισμό τους στα κάτεργα για πολλά χρόνια επί Νέας Δημοκρατίας. Αυτόν που ο δικός μας “αρχηγός” δεν δίσταζε να τον αποκαλεί κολακευτικά μπροστά μας “Αρχηγό”, ενώ πριν και μετά την συνεργασία τον αποκαλούσε “συνεργάτη του συστήματος” […] Το 1999 η Χρυσή Αυγή συνεργάζεται πολιτικά με την Πρώτη Γραμμή του Κ. Πλεύρη. Ο “αρχηγός” προ και μετά την συνεργασία αυτή μας μιλούσε διαρκώς για τον “βρώμικο” ρόλο του Κ. Πλεύρη στις διώξεις εθνικιστών από το Καραμανλικό καθεστώς του ‘78» (βλ. Κουσουμβρής, 2004, σελ. 43-44, 118). Αναφέρεται στον Κωνσταντίνο Πλεύρη, για τον οποίο αμέσως παρακάτω γράφει και τα εξής: «Ήμουν μάρτυρας –όχι μόνο εγώ αλλά και πολλοί άλλοι, όταν ο ίδιος ο “αρχηγός” μας είχε στείλει να συνοδεύσουμε σε εκδήλωση της ΟΝΝΕΔ Βύρωνος τον Κ. Πλεύρη, όπου τον είχε καλεσμένο ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Τομπούλογλου» (βλ. Κουσουμβρής, 2004, σελ. 44).

Ο Κουσουμβρής, στο προαναφερθέν βιβλίο του, παραθέτει φωτοτυπίες μαρτυρικών καταθέσεων του Μιχαλολιάκου όπου φαίνεται ότι και αυτός, όπως ο Πλεύρης προηγουμένως, ‘κάρφωσε’ συναγωνιστές του στην Ασφάλεια. Ο Νικόλαος Μιχαλολιάκος, αφού με τη σύντομη φυλάκισή του ‘καθάρισε’ με την υπόθεση των βομβών, ίδρυσε, το 1980, την οργάνωση Λαϊκός Σύνδεσμος, που εκδίδει το περιοδικό Χρυσή Αυγή. Έτσι, ξεκίνησε μια νέα πολιτική πορεία που τον οδήγησε, ως αρχηγό πλέον, του κόμματος Λαϊκός Σύνδεσμός-Χρυσή Αυγή στα έδρανα της Βουλής των Ελλήνων.

Το 1980, κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος του περιοδικού Χρυσή Αυγή από το τυπογραφείο του Σαξώνη. Εκδότης αυτού του περιοδικού ήταν ο Ν. Μιχαλολιάκος. Η αρχική του συντακτική ομάδα αποτελούνταν από ιδεολόγους του εθνικοσοσιαλισμού. Ο Μιχαλολιάκος ήταν ήδη φυσικομαθηματικός, ποιητής, ιδεολόγος του εθνικοσοσιαλισμού και, όπως προανέφερα, είχε διωχθεί από την κυβέρνηση Καραμανλή για την εξτρεμιστική του δραστηριότητα, αν και, υπό το βάρος των διώξεων που ασκήθηκαν σε βάρος του, μετατράπηκε και σε “καρφί” της Ασφάλειας.

Διαβάζουμε στο περιοδικό Χρυσή Αυγή, τεύχος 8, σελ. 9, για το τι θεωρούν ως ηθικό τους χρέος και για το ποια θεωρούν ως ιδεολογική τους ταυτότητα οι Χρυσαυγίτες: «Χρέος να τιμήσουν τη μνήμη Εκείνου [δηλαδή του Χίτλερ]. Έχουμε ανάγκη ζωτική να τιμούμε τους ήρωες, της ιδέας μας [του Εθνικοσοσιαλισμού], έχουμε υποχρέωση απέναντι στην ιστορία να πούμε την αλήθεια και θα την πούμε όσο σκληρό και εάν είναι το τίμημα.. τιμή και το εθνικοσοσιαλιστικό μας καθήκον κραυγάζουμε γεμάτοι πάθος, πίστη στο μέλλον και στα οράματα μας: HEIL HITLER».

Τεύχη του περιοδικού Χρυσή Αυγή που τιμούν τους Γερμανούς Ναζί: αριστερά, είναι το τεύχος Μαΐου-Ιουνίου 2007 (με εξώφυλλο τον Άντολφ Χίτλερ)· δεξιά, είναι το τεύχος Ιουλίου 2006 (με εξώφυλλο τον Ρούντολφ Ες).

Επίσης, η Χρυσή Αυγή αποτελεί συγχρόνως νέο-παγανιστική, μυστικιστική και εθνικοσοσιαλιστική οργάνωση. Στο 6ο τεύχος του περιοδικούΧρυσή Αυγή, που εκδόθηκε για τους μήνες Αύγουστο-Σεπτέμβριο του 1982, διαβάζουμε τον Μιχαλολιάκο να αναζητεί τον μυθολογικό τραγόμορφο Πάνα ως πηγή πνευματικής έμπνευσης. Γράφει, λοιπόν, σ’ εκείνο το τεύχος, ο Ν. Μιχαλολιάκος: «Ας επανέλθωμεν όμως εις τον Θάμα και ας αμφιβάλλωμεν εις την διήγησίν του εκφράζοντες την απορίαν: ‘Τέθηκεν Μέγας Παν;’ Η φυλετική ψυχή απαντά ΟΧΙ […] Όσον δι’ αυτούς, οι οποίοι πιστεύουν ότι οι Έλληνες ελάτρευσαν κάτι το ανύπαρκτον θα είπωμεν: ‘έξεστι Κλαζομενίοις ασχημονείν’. […] δεν νομίζω να υπάρχη κανείς, ο οποίος να πιστεύη ότι αποτελή τυχαίον γεγονός αυτή η παράδοσις να υπάρχη εις την Αρκαδία (όπου εθεωρήτο εντόπιος Θεός), καθώς επίσης και να θεωρήται συμπτωματικόν το ότι κατ’ εξοχήν εμφανίζεται εις τους ‘τσοπάνηδες’ (ήταν Ποιμενικός Θεός) […] Αναγέννησις του Ελληνισμού σημαίνει Επιστροφή εις τα Πρότυπα εκείνα των Ολυμπίων Θεών, με τα οποία οι πρόγονοί μας εμεγαλούργησαν».

Στο ίδιο τεύχος του, Αυγούστου-Σεπτεμβρίου 1982, το περιοδικό Χρυσή Αυγή στρέφεται ευθέως εναντίον του Χριστιανισμού ως εξής: «Εις τους πρώτους αιώνας του χριστιανισμού ως γνωστόν έλαβεν χώρα μια αδυσώπητος μάχη μεταξύ του Ελληνικού Πνεύματος και της Νέας Θρησκείας […] Εις την μάχην αυτήν πρωτεύοντα ρόλον έπαιξε ο Αυτοκράτωρ Ιουλιανός, ο οποίος προσεπάθησε να σταματήση το ρεύμα της Χριστιανικής παρακμής και να αναστήση τους ωραίους Θεούς των Ελλήνων».

Με την προαναφερθείσα θέση της, η οργάνωση Χρυσή Αυγή προβαίνει, κατ’ αρχάς, σε διαστρέβλωση της ιστορίας, εφόσον αυτό το οποίο φοβούνταν και καταπολεμούσαν οι πρώτοι Εκκλησιαστικοί Πατέρες δεν ήταν ο Ελληνισμός καθαυτός αλλά η χρήση της ελληνικής φιλοσοφίας από τους παγανιστές και τους Γνωστικούς, ως πνευματικό όπλο, για να ρίξουν τον Χριστιανισμό μέσα στη χοάνη του διαθρησκειακού συγκρητισμού.

Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι ο παγανιστικός κόσμος δεν απέρριπτε ευθέως τον Χριστιανισμό, αλλά τον προσελάμβανε μέσω της συγκρητιστικής αντίληψης του Γνωστικισμού. Ο Γνωστικισμός πίστευε ότι όλες οι θρησκείες είναι εξ ίσου αληθείς, υπό την έννοια ότι όλες είναι μύθοι που συμβολίζουν την ίδια έσχατη αλήθεια. Με αυτό το πνεύμα, για παράδειγμα, ο αυτοκράτορας Αλέξανδρος Σεβήρος είχε στο ιδιωτικό του ναό αγάλματα του Αβραάμ, του Ορφέα, του Ιησού και του Απολλωνίου Τυανέως, και ο Μάνης, ιδρυτής της γνωστικής σχολής του «Μανιχαϊσμού», θεωρούσε ως προφήτες του τον Βούδδα, τον Ζωροάστρη και τον Ιησού. Αυτή τη φιλοσοφία και τα ερείσματά της στην κλασσική ελληνική παιδεία αισθάνθηκαν ως άμεσο κίνδυνο οι πρώτοι Χριστιανοί, εφόσον η κατ’ εξοχήν ιδιαιτερότητα του Χριστιανισμού έγκειται στο γεγονός ότι οι Χριστιανοί ερμηνεύουν τον Χριστό, όχι ως προφήτη που ομιλεί περί του Θεού, ούτε ως διδάσκαλο του ηθικού νόμου, αλλά ως το αρχέτυπο της ένωσης του πληρώματος της θεότητας με το πλήρωμα της ανθρωπότητας.

Ωστόσο, οι Έλληνες Εκκλησιαστικοί Πατέρες, ακόμη και στη δύσκολη πρωτοχριστιανική περίοδο, τότε δηλαδή που επικρατούσε μεγάλη θεολογική σύγχυση, δεν κήρυξαν αδιάκριτο και γενικό πολιτιστικό πόλεμο εναντίον του Ελληνισμού. Τουναντίον, τίμησαν την ελληνική φιλοσοφική παιδεία, φροντίζοντας απλώς να την αποσπάσουν από τα χέρια των παγανιστών και των Γνωστικών.

Ο άγιος Ιουστίνος, φιλόσοφος και μάρτυρας του 2ου αιώνα μ.Χ., δηλώνει κατηγορηματικώς: «Είναι πράγματι η φιλοσοφία μεγίστη περιουσία και τιμιωτάτη ενώπιον του Θεού, προς τον Οποίο μας οδηγεί και μας συνιστά, και αληθινά όσιοι είναι αυτοί που αφοσιώθηκαν στη φιλοσοφία» (Διάλογος Προς Τρύφωνα, 2, 1). Επίσης, ο άγιος Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (πέθανε περίπου το 215 μ.Χ.), επικεφαλής της κατηχητικής σχολής της Αλεξάνδρειας, υποστηρίζει τα εξής: «Διότι ο ίδιος Θεός χορήγησε και τις δύο Διαθήκες, ο ίδιος έδωσε την ελληνική φιλοσοφία στους Έλληνες, δια της οποίας ο παντοκράτωρ δοξάζεται απ’ αυτούς […] Επειδή, όπως για να σώσει τους Ιουδαίους θέλησε ο Θεός και τους έδωσε προφήτες, έτσι και από τους Έλληνες ύψωσε προφήτες τους καλύτερους στον λόγο» (Στρωματείς, IV).

Πέρα όμως από διαστρέβλωση της ιστορίας, οι νεοπαγανιστικές θέσεις της Χρυσής Αυγής μπορούν να θεωρηθούν ως υπονομευτική ενέργεια σε βάρος του νεοελληνικού έθνους-κράτους, έστω κι αν η Χρυσή Αυγή παρουσιάζεται ως εκπρόσωπος του ελληνικού εθνικισμού. Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι η πολιτιστική ταυτότητα του Νέου Ελληνισμού θεμελιώθηκε στη σύνθεση του Χριστιανισμού και της κλασσικής ελληνικής παιδείας, η θέση της Χρυσής Αυγής περί ριζικής διαφοράς και αμοιβαίας εχθρότητας μεταξύ του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού ισοδυναμεί με προσπάθεια αποδόμησης της πολιτιστικής ταυτότητας του Νέου Ελληνισμού καθώς και με απόπειρα πρόκλησης πολιτιστικού (πιθανόν και άλλου) εμφυλίου πολέμου εντός του συγχρόνου Ελληνικού Κράτους.

Επίσης, η Χρυσή Αυγή εμπνέεται από εωσφορικά ιδεώδη. Συγκεκριμένα, το περιοδικό Αντεπίθεση της Νεολαίας της Χρυσής Αυγής έγραφε στο τεύχος του της 5 Ιανουαρίου 2000: «Ο Εωσφόρος που τολμά να υψωθεί μπροστά στη ‘Θεϊκή Δύναμη’ να αντισταθεί στη γαλήνη, την ηρεμία, την ειρήνη, την ταπεινοφροσύνη. Δεν χωρά στα σύνορα του Παραδείσου. […] Ο Ανίκητος Ήλιος! Ο Εωσφόρος! Τίθεται εκτός Παραδείσου. Δεν γίνεται, δεν είναι δυνατό να γίνει διαφορετικά. […] Από τους ίδιους με αυτόν Κολασμένους. Οι ανά τον κόσμο δούλοι, υποταγμένοι θα τον πουν Διάβολο, Σατανά και αυτός θα γελά, θα καγχάζει. Μόνος του. Με τους συντρόφους του. Με τους συμπολεμιστές του. Ο Εωσφόρος. Αυτός που φέρνει το Λευκό Φως, την Αυγή κάθε χιλιετία». Ενώ για τον Χριστιανισμό, ο Εωσφόρος-Σατανάς είναι το αρχέτυπο της υπαρξιακής αποτυχίας, σε αντιδιαστολή προς τον Χριστό ως αρχέτυπο της υπαρξιακής επιτυχίας-τελειότητας, η Χρυσή Αυγή ερμηνεύει τον Εωσφόρο-Σατανά ως παράδειγμα νιτσεϊκής αυθυπέρβασης και δύναμης.

Τα ανωτέρω σχόλια της Νεολαίας της Χρυσής Αυγής περί του Εωσφόρου συνάδουν με μια γενικότερη, διεθνώς, διασύνδεση ναζιστικών κινημάτων με τον Σατανισμό (βλ. Goodrick-Clarke, 2002). Ένα από τα διεθνώς σημαντικότερα σατανιστικά ναζιστικά τάγματα είναι το Τάγμα των Εννέα Γωνιών (Order of the Nine Angles), το οποίο διαμορφώθηκε στην Αγγλία στη δεκαετία του 1980 από τη συνένωση διαφόρων νεοπαγανιστικών ομάδων υπό την αιγίδα του ναζιστή ακτιβιστή και σατανιστή Ντέιβιντ Μάιατ (David Myatt) και εξαπλώθηκε σε διάφορες χώρες.

Στις εθνικές εκλογές του Μαΐου 2012, το κόμμα Λαϊκός Σύνδεσμος-Χρυσή Αυγή κατάφερε να εισέλθει στη Βουλή των Ελλήνων με ποσοστό 6,97% και 21 έδρες. Επίσης, στις εκλογές του Ιουνίου 2012, το κόμμα Λαϊκός Σύνδεσμος-Χρυσή Αυγή κατάφερε και πάλι να εισέλθει στη Βουλή των Ελλήνων, με ελαφρά μειωμένο ποσοστό ψήφων ως προς τις προηγούμενες εκλογές, και 18 έδρες.

Εθνικό Μέτωπο: Μια ομάδα της ΕΝΕΠ και της Νεολαίας Προοδευτικών (ΝΕΠ), στις οποίες αναφέρθηκα προηγουμένως, δημιούργησε το Εθνικό Μέτωπο το 1985. Η νεολαιίστικη οργάνωση Εθνικό Μέτωπο υπήρξε μια ομάδα ένθερμων οπαδών του πρόωρα αποθανόντος Θεόδωρου Περρωτή, ο οποίος, όπως έχουμε ήδη επισημάνει, διετέλεσε πρόεδρος της ΕΝΕΠ μετά από τη διάσπαση του 1979 καθώς και της Νεολαίας Προοδευτικών.

Η ομάδα του Εθνικού Μετώπου είχε αισθανθεί ηθικά προσβεβλημένη όταν ιδρύθηκε η ΕΠΕΝ και δεν ανατέθηκε στην ίδια πρωταγωνιστικός ρόλος στον εθνικιστικό χώρο. Ωστόσο, δεδομένης της πολιτικής κόπωσης του ίδιου του Περρωτή και ακόμη δεδομένου του πρόωρου θανάτου του, τα νεαρότερα μέλη της «ομάδας Περρωτή» δεν κατόρθωσαν να παίξουν ηγετικό ρόλο στον εθνικιστικό χώρο, ο οποίος ήταν πολυσπαδιασμένος και γεμάτος ίντριγκες και πάθη για εξουσία.

Κατά το βραχύ χρονικό διάστημα της ύπαρξης και δράσης του, το Εθνικό Μέτωπο στεγάστηκε σ’ ένα μικρό γραφείο κοντά στην Πλατεία Κάνιγγος. Το 1985, Γενικός Γραμματέας του Εθνικού Μετώπου ανέλαβε ο Εμμανουήλ Κώνστας, ο οποίος στις νομαρχιακές εκλογές του 2006, πολιτεύθηκε με το κόμμα ΛΑΟΣ ως υποψήφιος νομαρχιακός σύμβουλος Αθηνών. Επίσης, μαζί με τον Κώνστα, πρωταγωνιστικό ρόλο στην οργάνωση Εθνικό Μέτωπο έπαιξαν ο δημοσιογράφος Δ. Ράντος και ο Γ. Βεργιάννης.

Εθνική Σταυροφορία: Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, δημιουργήθηκε η φασιστική οργάνωση Εθνική Σταυροφορία από τον Φραγκίσκο Παπαγεωργίου, γνωστότερο ως «Φράνκι». Ο Παπαγεωργίου («Φράνκι») ανέπτυξε σκληρή αντικομμουνιστική δράση και είχε δημιουργήσει πολλά βίαια επεισόδια στους δρόμους της Αθήνας.

Ο Παπαγεωργίου ήταν ιδιοκτήτης του πορνοκλάμπ «Venus» και είχε καταδικαστεί επανειλημμένα για μαστροπεία και για άρνηση καταβολής δεδουλευμένων προς τις στριπτιζέζ του (βλ. εφημερίδα Ελευθεροτυπία-Ιός, 10 Ιανουαρίου 1993 και 12 Δεκεμβρίου 1993). Ωστόσο, η οργάνωση Εθνική Σταυροφορία υιοθετούσε και προωθούσε πολύ συντηρητικές και αυστηρές θέσεις σε ζητήματα ηθικής και θρησκείας. Τις αξίες της Εθνικής Σταυροφορίας προσπάθησε να συμπυκνώσει ο Παπαγεωργίου σ’ ένα μυθιστορηματικής υφής βιβλίο που έγραψε ο ίδιος υπό τον τίτλο Ahthos Arouris (Άχθος Αρούρις).

Στην οργάνωση Εθνική Σταυροφορία, συμμετείχαν διάφοροι, φασίστες, εθνικιστές, βασιλόφρονες και Παλαιοημερολογίτες (όπως συνήθως αποκαλούνται τα μέλη των κοινοτήτων των λεγομένων «Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών»), με αποτέλεσμα η ιδεολογία αυτής της οργάνωσης να συνδυάζει τον εξτρεμιστικό εθνικισμό με θρησκευτικές απόψεις παλαιοημερολογιτικών οργανώσεων. Όταν έκλεισαν τα γραφεία της Εθνικής Σταυροφορίας επί της οδού Ασκληπιού, κάποια μέλη αυτής της οργάνωσης προσχώρησαν στο Ελληνορθόδοξο Κίνημα Σωτηρίας (ΕΛΚΙΣ), που είναι μια πολιτικο-θρησκευτική οργάνωση Παλαιοημερολογιτών.

Τετράδια Εθνικού Σοσιαλισμού: Μετά από τη διάσπαση του ΕΝΕΚ, η ομάδα του Ανδρέα Δενδρινού συσπειρώθηκε γύρω από το περιοδικόΚίνημα. Βασικοί υποστηρικτές του εθνικοσοσιαλιστή Δενδρινού ήταν οι εξής: Ψυακής, Μουσταΐρας, Χρήστου, Γεωργίου και Μαυρομάτης. Ένα μέρος της ομάδας Δενδρινού δραστηριοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Εκεί, δημιούργησαν βιβλιοπωλείο στην οδό Φιλικής Εταιρείας. Μάλιστα, σε κάποια φάση, άνοιξαν και δεύτερο βιβλιοπωλείο. Με επικεφαλής τον Γεώργιο Μουσταΐρα, αυτή η παρέα της ομάδας Δενδρινού στη Θεσσαλονίκη εξέδωσε το περιοδικό Τετράδια Εθνικού Σοσιαλισμού, που ήταν η πρώτη απόπειρα έκδοσης ενός αμιγώς ιδεολογικού εθνικοσοσιαλιστικού περιοδικού. Μετά από λίγο, εκδόθηκε και το περιοδικό Χρυσή Αυγή.

Στενοί συνεργάτες του Μουσταΐρα ήταν ο Μ. Μαυρομάτης, μετέπειτα πολιτευτής με το κόμμα ΛΑΟΣ, και ο εκδότης Χρήστου. Η συντακτική και εκδοτική ομάδα του περιοδικού Τετράδια Εθνικού Σοσιαλισμού δεν αποπειράθηκε ποτέ να μετασχηματιστεί σε πολιτικό φορέα, αλλά έγινε γνωστή ως η «αριστερή φράξια» του εθνικοσοσιαλιστικού χώρου στην Ελλάδα.

Κόμμα Ελλήνων Μεταρρυθμιστών (ΚΕΜΕ): Το Κόμμα Ελλήνων Μεταρρυθμιστών (ΚΕΜΕ) εμφανίστηκε για πρώτη φορά στις ευρωεκλογές του 1981. Ιδρυτής του ήταν ο οικονομολόγος Κωνσταντίνος Θάνος, ο οποίος είχε διατελέσει υποδιοικητής της Τράπεζας Ελλάδος (από τον Ιανουάριο του 1968 έως τον Σεπτέμβριο του 1969) και υφυπουργός συντονισμού και προγραμματισμού στην κυβέρνηση Μαρκεζίνη. Το ΚΕΜΕ ήταν ο πρώτος πολιτικός φορέας της εθνικιστικής δεξιάς στην Ελλάδα που άρθρωσε πολιτικό λόγο για τη διαμόρφωση μιας εθνικιστικής ελληνικής παρέμβασης στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ). Με άλλα λόγια, προσπάθησε να αρθρώσει ένα εθνικιστικό μοντέλο πολιτικής οικονομίας προσαρμοσμένο στο δεδομένο της συμμετοχής της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ. Στις ευρωεκλογές του 1981, το ΚΕΜΕ έλαβε ποσοστό 0,89%.

Παρά την ισχνή εκλογικά και βραχύβια παρουσία του στον ελληνικό πολιτικό βίο, το ΚΕΜΕ επηρέασε τον ευρύτερο ελληνικό εθνικιστικό πολιτικό χώρο, καθότι πρώτο αυτό μίλησε για εθνικιστικά οικονομικά συστήματα. Ο πολιτικός, και ειδικότερα οικονομικός, λόγος του ΚΕΜΕ επηρέασε το Ελληνικό Μέτωπο του Μάκη Βορίδη και, σε κάποιες φάσεις (λόγω των πολλών αλλαγών στην πολιτική ρητορική του) το κόμμα ΛΑΟΣ του Γεωργίου Καρατζαφέρη.

Λασπολόγος: Ο Λασπολόγος ήταν μια δωρεάν μικρή εφημερίδα (free press) η οποία εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1985. Εκδιδόταν από ανώνυμη συντακτική επιτροπή και πωλούνταν στο βιβλιοπωλείο του Γιάκουμου. Αυτή η μικρή εφημερίδα είχε εθνικιστική ιδεολογική ταυτότητα και δημοσίευε τα παρασκήνια και τις εσωτερικές έριδες του φασιστικού/εθνικοσοσιαλιστικού χώρου στην Ελλάδα, θεωρώντας ότι οι Έλληνες εθνικιστές ήταν οι ίδιοι υπεύθυνοι για το γεγονός ότι δεν είχαν κατορθώσει έως τότε να αποτελέσουν ένα ισχυρό πολιτικό κίνημα. Ο Λασπολόγοςέπαυσε να εκδίδεται το 1987, καθώς, ως λέγεται, είχε προκαλέσει ισχυρές και ‘δυναμικές’ αντιδράσεις.

Τα πλοκάμια του Σιωνιστοφασισμού: το νήμα που συνδέει τη Χρυσή Αυγή με το νεοσυντηρητικό καθεστώς Σαμαρά στην Ελλάδα, τον διεθνή σιωνιστοφασισμό και τα τεξανικά πετρελαϊκά συμφέροντα: Στην αυγή του 21ου αιώνα, το διεθνές σιωνιστικό λόμπι επιδιώκει να προκαλέσει μια γενικευμένη ευρωατλαντική σταυροφορία εναντίον του αραβοϊσλαμικού κόσμου, εναντίον του παλαιστινιακού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και εναντίον των πετρελαϊκών συμφερόντων του αραβοϊσλαμικού και του ιρανοϊσλαμικού κόσμου. Σε αυτό το πλαίσιο, οι Σιωνιστές καλλιεργούν διεθνώς την ισλαμοφοβία, χειραγωγούν τη λεγόμενη «ισλαμική τρομοκρατία», ώστε να διεγείρουν την αντιπάθεια και τον φόβο των δυτικών κοινωνιών προς τον ισλαμικό κόσμο και ακόμη συνεργάζονται, όποτε βρίσκουν σχετική ευκαιρία, με δυτικά φασιστικά/νεοναζιστικά κόμματα.

Το πρώην στέλεχος της αμερικανικής μυστικής υπηρεσίας NSA (National Security Agency), Έντουαρντ Σνόουντεν (Edward Snowden), ο οποίος το 2013 έλαβε πολιτικό άσυλο στη Ρωσία, αποκάλυψε στοιχεία σύμφωνα με τα οποία βρετανικές και αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες καθώς και η ισραηλινή μυστική υπηρεσία Mossad συνεργάστηκαν από κοινού για να δημιουργήσουν το τζιχαντιστικό κίνημα «Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ και τη Συρία», ISIS. Σύμφωνα με τα ντοκουμέντα που έδωσε ο Σνόουντεν, η πολιτική εθνικής ασφαλείας του Κράτους του Ισραήλ περιλαμβάνει τη δημιουργία εχθρών στα σύνορά του. Μάλιστα, ο Αμπού Μπακρ Αλ‐Μπαγκνταντί έλαβε εντατική στρατιωτική εκπαίδευση για έναν ολόκληρο χρόνο στη Mossad. Επίσης, τη σχέση του Αμπού Μπακρ Αλ‐Μπαγκνταντί και του ISIS με ‘μαύρες επιχειρήσεις’ της CIA και του NATO επιβεβαίωσε ο βραβευμένος γεωπολιτικός αναλυτής Ουίλιαμ Ένγκνταλ (William Engdahl), σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του ενημερωτικού καναλιού RT στις 24 Ιουνίου 2014 (βλ. http://rt.com/op‐edge/168064‐isisterrorism‐usa‐cia‐war/).

Η σιωνιστική Δεξιά επιχειρεί να χειραγωγήσει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα στις ΗΠΑ και όσο μεγαλύτερο μέρος της δυτικοευρωπαϊκής Δεξιάς μπορεί μέσω του ιδεολογικού κινήματος του νεοσυντηρητισμού. Περιγράφοντας τον πολιτικό χώρο του νεοσυντηρητισμού (neo-conservatism) ως «ένα εβραϊκό φαινόμενο», ο Τζέικομπ Χέιλμπραν (Jacob Heilbrunn), ανώτερος συντάκτης του περιοδικού «The National Interest» και πρώην διακεκριμένο στέλεχος του νεοσυντηρητικού χώρου, έχει επισημάνει ότι «οι νεοσυντηρητικοί είναι ενωμένοι μεταξύ τους με μια κοινή δέσμευση στον μέγιστο και σπουδαιότερο εβραϊκό στόχο: την επιβίωση του Ισραήλ». 
Πολλοί από τους ιδρυτές του κινήματος του νεοσυντηρητισμού, περιλαμβανομένων του Ίρβιν Κρίστολ (Irving Kristol), ιδρυτή του περιοδικού «Public Interest», του συνεκδότη του, Νέιθαν Γκλέιζερ (Nathan Glazer), του πολιτικού φιλοσόφου Σίντνεϊ Χουκ (Sidney Hook) και του θεωρητικού της στρατηγικής, Άλμπερτ Βολστέτερ (Albert Wohlstetter), είχαν διατελέσει στο παρελθόν μέλη ή στενοί ιδεολογικοί φίλοι της τροτσκιστικής Αριστεράς. 
Από το 1960 και μετά, και ειδικότερα μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου, σημαντικοί παράγοντες της τροτσκιστικής Αριστεράς μετεξελίχθηκαν σε ένθερμους πολιτικούς υποστηρικτές του μιλιταρισμού (ειδικά στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ), του νεοσυντηρητισμού και του Σιωνισμού, ενώ, εγκαταλείποντας το προηγούμενα φιλοσοφικά ενδιαφέροντά τους σχετικά με τον ανθρωπισμό και τη σοσιαλιστική κοινωνία, επικεντρώθηκαν στα νέα ερευνητικά και συγγραφικά ενδιαφέροντά τους, που ήταν η γεωπολιτική και η στρατηγική. Ένας ακόμη σημαντικός εκπρόσωπος του νεοσυντηρητισμού ήταν ο Νόρμαν Πόντορετς (Norman Podhoretz), ο οποίος, το 1960, έγινε αρχισυντάκτης του περιοδικού «Commentary», επικεντρώνοντας τη θεματολογία του σε αναλύσεις εξωτερικής πολιτικής, Ισραήλ και Σοβιετικής Ένωσης. Χαρακτηριστικοί εκφραστές αυτού του νεοσυντηρητικού/σιωνιστικού ρεύματος στην Ελλάδα είναι ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας και στενός σύμβουλος του Έλληνα πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, καθώς και ο δικηγόρος Φαήλος Κρανιδιώτης, γνωστός ακροδεξιός και συνδεδεμένος με μυστικές διεθνείς πολιτικές επιχειρήσεις φίλος και σύμβουλος του Σαμαρά.

Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου είχε οδηγήσει το Ισραήλ σε μια παράξενη θέση. Σύμφωνα με την ισραηλινή εφημερίδα «Jerusalem Post», το 1991, η ιδέα ότι το ριζοσπαστικό Ισλάμ θα αντικαταστήσει, ή μάλλον θα διαδεχθεί, τον κομμουνισμό ως η νέα «μεγάλη απειλή» είχε ήδη αρχίσει να εκκολάπτεται στους κόλπους της ισραηλινής Δεξιάς. Η βάση αυτής της ιδέας ήταν ο φόβος των νεοσυντηρητικών ότι η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και η χαλάρωση των δεσμών στους κόλπους της αμερικανικής Δεξιάς, λόγω της ανάδυσης μιας νέας μεταψυχροπολεμικής παγκόσμιας τάξης, η οποία χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία της παγκοσμιοποίησης και του κοσμοπολιτικού φιλελευθερισμού, θα υπονόμευε τόσο την παραδοσιακή Δεξιά όσο και τη συνέχιση της άνευ όρων απόλυτης συμμαχίας μεταξύ των ΗΠΑ και του Ισραήλ.

Ο Κρίστολ, του περιοδικού «Public Interest», και ο Πόντορετς, του περιοδικού «Commentary», δεν αντιμετώπισαν το Ισλάμ ως ιδεολογία, αλλά φρόντισαν να φυτέψουν στις ψυχές των Αμερικανών τον σπόρο του μίσους μεταξύ της Δύσης και του Ισλάμ. Επίσης, ο Πόντορετς επιτέθηκε ευθέως εναντίον των αξιών του κοσμοπολιτικού φιλελευθερισμού, καταγγέλλοντας μια δήθεν Αριστερή ιδεολογική κυριαρχία στον χώρο της διανόησης, η οποία, κατά τη γνώμη του, έπρεπε να παταχθεί. Με την προαναφερθείσα επίθεσή του εναντίον της «Αριστεράς», ο Πόντορετς επιχειρεί να οριοθετήσει τον φιλελεύθερο κοσμοπολιτισμό, ώστε να μην εφαρμόζονται οι ‘φιλελεύθερες’ αρχές της ‘ανοχής’ και των ‘ανθρωπίνων ελευθεριών’ στην περίπτωση του ισλαμικού κόσμου και να δικαιολογηθεί ο μιλιταρισμός.

Το πιο αποτελεσματικό ιδεολογικό όπλο των νεοσυντηρητικών δημιουργήθηκε και δημοσιεύθηκε το 1993 από τον Σάμουελ Χάντινγκτον (Samuel Huntington), καθηγητή διεθνούς πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Harvard, ο οποίος μάλιστα είχε διατελέσει σύμβουλος της κυβέρνησης των ΗΠΑ σχετικά με τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Το 1993 ο Χάντινγκτον, βασισμένος σε προηγούμενα συγγράμματα του Μπέρναρντ Λιούις (Bernard Lewis), εξέδωσε το περιβόητο άρθρο του με τίτλο «Η Σύγκρουση των Πολιτισμών;» («The Clash of Civilizations?») στο περιοδικό «Foreign Affairs», και, το 1996, βάσει εκείνου του άρθρου, εξέδωσε το βιβλίο του με τίτλο «Η Σύγκρουση των Πολιτισμών και η Αναδημιουργία της Παγκόσμιας Τάξης» («The Clash of Civilizations and the Remaking of World Order», Εκδ. Simon and Schuster, 1996).

Διάφορα think-tanks της Ουάσιγκτον, όπως το American Enterprise Institute (AEI), έγιναν το ορμητήριο νεοσυντηρητικών υψηλής επιρροής, όπως ο Ντάγκλας Φέιθ (Douglas Feith), ο Ντέιβιντ Γούρμσερ (David Wurmser) και ο Ρίτσαρντ Περλ (Richard Perle), οι οποίοι εντάχθηκαν στο δυναμικό του AEI προερχόμενοι από το ισραηλινό think-tank Institute for Advanced Strategic and Political Studies (IASPS), που εδρεύει στην Ιερουσαλήμ. Το 2003, μια μελέτη του Institute for Research: Middle East Policy (IRMEP) έδειξε την υψηλή στατιστική συσχέτιση μεταξύ των πολεμικών επιχειρήσεων του Μπους του Νεώτερου (ο οποίος, σε πολύ μεγάλη έκταση, ελέγχθηκε από νεοσυντηρητικούς) και της χρηματοδότησης των νεοσυντηρητικών think tanks.

Πέρα από το γεγονός ότι οι νεοσυντηρητικοί έθεσαν υπό τον έλεγχό τους πολλά think-tanks, και πολλά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης πέρασαν επίσης στον έλεγχο των νεοσυντηρητικών. Αυτή η διαδικασία διευκολύνθηκε από τις ρυθμίσεις που πραγματοποίησε, στη δεκαετία του 1980, η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών (Federal Communications Commission) σχετικά με τις εξαγορές και συγχωνεύσεις Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Έτσι, στη δεκαετία του 1990, δημιουργήθηκε μια ισχυρή σύμπραξη μεταξύ των νεοσυντηρητικών και του μεγιστάνα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης Ρούπερτ Μέρντοχ (Rupert Murdoch), ο οποίος δημιούργησε μια αυτοκρατορία Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, η οποία διευρυνόταν καθόλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990. Ο Μέρντοχ, εξ αρχής, ήταν γνωστός στις ΗΠΑ για την υποστήριξή του προς τον Σιωνισμό και μάλιστα, το 1982, το Εβραϊκό Κονγκρέσο της Νέας Υόρκης (Jewish Congress of New York) τον ψήφισε ως «Άνδρα των Επικοινωνιών της Χρονιάς» (Communication Man of the Year).

Οι νεοσυντηρητικοί έχουν συμφέρον να καλλιεργούν μια σκληρή εθνικιστική ‘πατριωτική’ και θρησκευτική ρητορική. Το ίδιο κάνει και το σιωνιστικό λόμπι, το οποίο μάλιστα συνεργάζεται στενά με ακραίες νεοσυντηρητικές χριστιανικές οργανώσεις για να προωθήσει μέσω αυτών την ατζέντα του αναφορικά με τη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Οι νεοσυντηρητικοί/σιωνιστές επιχειρούν μεθοδικά να χειραγωγήσουν πατριωτικά κοινωνικά ρεύματα της Δύσης, ακόμη και παραδοσιακές εθνικοθρησκευτικές οργανώσεις, που ανησυχούν ή ενίστανται εναντίον της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, προκειμένου να προωθήσουν τον Σιωνισμό, μέσω πατριωτικής/εθνικής ρητορικής και μέσω μιας σιωνιστικής ιουδαιοχριστιανικής συμμαχίας εναντίον του Ισλάμ.

Εξ ου και οι εξτρεμιστές Σιωνιστές είναι έντονα δυσαρεστημένοι με πτυχές της πολιτικής του Ομπάμα και αναπολούν την εποχή του νεοσυντηρητικού Λευκού Οίκου. Στις 13 Ιανουαρίου 2012, ο Άντριου Άντλερ (Andrew Adler), ο οποίος είναι ο ιδιοκτήτης και εκδότης της εβραϊκής εφημερίδας «Atlanta Jewish Times», η οποία εκδίδεται στην Ατλάντα των ΗΠΑ, έφθασε στο σημείο να υπογράψει άρθρο του στην εφημερίδα του, όπου καλούσε τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου να δώσει εντολή στη MOSSAD να δολοφονήσει τον Ομπάμα, αν ο δεύτερος δεν συμμορφωθεί προς τις υποδείξεις των Σιωνιστών για τη διαχείριση του ζητήματος του Ιράν και γενικότερα της Μέσης Ανατολής. Οι δε νεοσυντηρητικοί προωθούν τον υβριστικό όρο «ισλαμοφασισμός» (Islamofascism), για να προσβάλλουν τους ευσεβείς Μουσουλμάνους, και ασκούν μια ιδιόμορφη κριτική εναντίον της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, με επιχειρήματα βασισμένα στον εθνικισμό, στην ανασφάλεια των πολιτών και στη θρησκοληψία ακραίων προτεσταντικών και ρωμαιοκαθολικών οργανώσεων.

Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Γκάι Ντίνμορ (Guy Dinmore), ανταποκριτής της έγκυρης εφημερίδας «Financial Times», έγραψε στους «Financial Times» στις 4 Μαΐου 2008: «Ο Σάντρο ντι Κάστρο (Sandro di Castro), πρόεδρος του συνδέσμου Μπένε Μπέριτ (Bene Berith) της εβραϊκής κοινότητας, λέει ότι η παρούσα αίσθηση κινδύνου που αντιμετωπίζει το Ισραήλ εξ αιτίας των Ισλαμιστών και του Ιράν ξεπερνά τις αναμνήσεις του περισσότερου μακρινού και τραγικού παρελθόντος των μαζικών εκτοπίσεων από τη Ρώμη βάσει των αντιεβραϊκών ρατσιστικών νόμων των Ναζί και του Μουσολίνι». Συγχρόνως, σε αυτό το πλαίσιο, στην Ακροδεξιά, λαμβάνει χώρα μια μετατόπιση ορισμένων δυνάμεών της προς περισσότερο ανεκτικές θέσεις απέναντι στους Εβραίους και ακόμη πολλοί παράγοντες της Ακροδεξιάς αισθάνονται την ανάγκη να διακηρύξουν τη δέσμευσή τους στην ασφάλεια του Ισραήλ. Έτσι, καθώς συγκεκριμένες δυνάμεις της Ακροδεξιάς και Σιωνιστές συνενώνονται επάνω σε μια κοινή πολιτική πλατφόρμα για το Ισλάμ και τη μετανάστευση, ο αντισημιτισμός παλαιών Ακροδεξιών πολιτικών χώρων ατονεί. Ο νέος ‘εχθρός’ είναι ο ‘Ισλαμιστής’ και ο ‘μετανάστης’, όχι ο ‘Εβραίος’. Με αυτόν τον τρόπο, πολλοί Ακροδεξιοί, ακόμη και φασίστες, ‘ξεπλένονται’ πολιτικά, αποκτούν νέους συμμάχους, αναλαμβάνουν νέες αποστολές, και ενίοτε συνθέτουν τη σβάστικα με το άστρο του Δαβίδ.

Όπως έγραψε ο Γουέιν Μάντσεν (Wayne Madsen) σε άρθρο του υπό τον τίτλο «Συνεργασία του Ισραήλ με Ακροδεξιά Πολιτικά Κόμματα της Ευρώπης», το οποίο δημοσιεύθηκε στις 3 Αυγούστου 2011, στην ιστοσελίδα http://rense.com, αναπτύσσονται όλο και ισχυρότεροι δεσμοί μεταξύ ισραηλινών Ακροδεξιών κομμάτων και ευρωπαϊκών πρώην αντισημητικών Ακροδεξιών κομμάτων που εκθειάζονται στο μανιφέστο του τρομοκράτη Άντερς Μπρέιβικ (Anders Behring Breivik), ο οποίος διέπραξε τη σφαγή στην κατασκήνωση της Ουτόγια της Νορβηγίας στις 22 Ιουλίου 2011. Επίσης, ο ίδιος ο ακροδεξιός τρομοκράτης Μπρέιβικ, στα ίδια τα χειρόγραφά του, αυτοπροσδιορίζεται, μεταξύ άλλων, και ως Σιωνιστής.

Το μανιφέστο και το οπτικοακουστικό υλικό (βίντεο) του Μπρέιβικ επιβεβαιώνουν τη συμμετοχή του σε μια ευρύτερη νεοναϊτική οργάνωση, η οποία διεξάγει μια Σταυροφορία υπέρ της ιδέας της δημιουργίας μιας «Ιουδαιοχριστιανικής Ευρώπης» και μάλιστα διεισδύει και σε συμβατικές Τεκτονικές Στοές καθώς και σε χριστιανικές οργανώσεις και Εκκλησίες για στρατολόγηση υποστηρικτών. Όπως έγραψε ο Πολ Γούντγουαρντ (Paul Woodward) σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Eurasia Review στις 25 Ιουλίου 2011, το μανιφέστο του Μπρέιβικ περιγράφει μια συνάντηση σύγχρονων Ιπποτών Ναϊτών, η οποία έλαβε χώρα στο Λονδίνο και στην οποία συμμετείχε ο Μπρέιβικ, αντιπροσωπεύοντας συγχρόνως έναν «Σέρβο Σταυροφόρο Διοικητή», όπως τον αποκαλεί ο Μπρέιβικ, δεδομένου ότι εκείνος ο Σέρβος βρισκόταν στη Μονρόβια της Λιβερίας –όπου προηγουμένως τον είχε συναντήσει ο Μπρέιβικ– και κρυβόταν για να αποφύγει διώξεις που του είχαν ασκηθεί για εγκλήματα που είχε διαπράξει σε βάρος Μουσουλμάνων της Βοσνίας.

Σύμφωνα με ειδικούς αναλυτές, ο Σέρβος υψηλόβαθμος Ναΐτης Σταυροφόρος, τον οποίο αναφέρει ο Μπρέιβικ και με τον οποίο συναντήθηκε στη Λιβερία πριν παρευρεθεί στη Ναϊτική συνάντηση του Λονδίνου, ήταν ο Μίλοραντ Ούλεμεκ (Milorad Ulemek), γνωστός και με το όνομα Μίλοραντ Λούκοβιτς (Milorad Lukovic), ο οποίος είναι πρώην διοικητής σερβικής παραστρατιωτικής μονάδας γνωστής με τις ονομασίες «Τίγρεις του Αρκάν» και «Κόκκινα Μπερέ», μονάδας που διέπραξε επιχειρήσεις εθνοκάθαρσης στη Βοσνία. Το μανιφέστο του Μπρέιβικ, ευθέως και ονομαστικώς, εκθειάζει τους «Τίγρεις του Αρκάν» και συγκεκριμένα τον Μίλοραντ Ούλεμεκ και τον ίδιο τον Ραζνάτοβιτς Αρκάν (Raznatovic Arkan), σαν ηρωικά πρότυπα.

Το περιεχόμενο του βίντεο του Μπρέιβικ μοιάζει πολύ με το περιεχόμενο των βίντεο και μιας γερμανικής οργάνωσης Ναϊτών Ιπποτών, η οποία ονομάζεται «Τάγμα 777» και έχει ως αρχηγό της έναν Ανατολικογερμανό τρομοκράτη και βομβιστή εναντίον Μουσουλμάνων, ονόματι Νικ Γκρέγκερ (Nick Greger), γνωστό και ως «Commander Mad Nick» και ως «madnick77». Τα βίντεο του Τάγματος 777 καλούν την «Ιουδαιοχριστιανική Ευρώπη» να ενωθεί εναντίον της «Μουσουλμανικής απειλής», καθώς επίσης και εναντίον της παγκοσμιοποίησης και του πολυπολιτισμικού μοντέλου, που προωθούν οι ΗΠΑ και ο ΟΗΕ. Επίσης, τα βίντεο του Τάγματος 777 εκθειάζουν τον Σέρβο εγκληματία πολέμου και Ναΐτη Διοικητή Ούλεμεκ ως ηρωικό πρότυπο. Εκτενές σχετικό ρεπορτάζ δημοσιεύθηκε στη βρετανική εφημερίδα Daily Telegraph, στις 20 Απριλίου 2012.

Όπως έγραψε η βρετανική εφημερίδα Independent, στις 24 Μαΐου 2007, ο Ούλεμεκ, ο «ήρωας-πρότυπο» του Μπρέιβικ, πέρα από ηγετικό στέλεχος παραστρατιωτικής σερβικής οργάνωσης, ήταν και μέλος της μαφιόζικης σερβικής οργάνωσης «Zemun», η οποία αποτελούνταν από μια απενεργοποιημένη μυστική μονάδα της Αστυνομίας και από ισχυρούς παράγοντες του υποκόσμου του προαστίου Zemun του Βελιγραδίου, οι οποίοι διευθύνουν σημαντικά δίκτυα λαθρεμπορίου ναρκωτικών και όπλων στα Βαλκάνια και ενέχονται σε πληθώρα υποθέσεων δολοφονιών και απαγωγών.

Επίσης, όπως έγραψαν ο Γιούρι Μαμσούρ (Yuri Mamchur) στο «Russia Blog», στις 28 Ιουλίου 2011, ο Γιούρι Γιασένεφ (Yuri Yasenev) στο «http://left.ru», και ο Πίτερ Ντέιλ Σκοτ (Peter Dale Scott) στην ιστοσελίδα του καταξιωμένου αποκαλυπτικού περιοδικού Lobster στις 29 Οκτωβρίου 2005, ρωσικές πηγές συνδέουν τον Ούλεμεκ με τον Βλαντιμίρ Φίλιν (Vladimir Filin), ο οποίος είναι ο Ρώσος αρχηγός της εταιρείας «Far West LLC», η οποία αποτελείται από πρώην στελέχη της σοβιετικής στρατιωτικής κατασκοπείας που σήμερα ασχολούνται με τα λαθρεμπόρια όπλων και ναρκωτικών. Άλλωστε, το σερβικό οργανωμένο έγκλημα, που εκπροσωπείται από τον Ούλεμεκ, και το ρώσικο οργανωμένο έγκλημα, που εκπροσωπείται από τον Φίλιν, συνεργάζονται στενά μεταξύ τους, σε πολλά πεδία, όπως λ.χ. στα ναρκωτικά και στην «προστασία» των λιμανιών της Μαύρης Θάλασσας (σχετική επιστημονική ανάλυση έχει γίνει από τους Mats R. Berdal and Mónica Serrano στο βιβλίο τους Transnational Organized Crime and International Security: Business As Usual?, Εκδ. Lynne Rienner, 2002).

Οι υψηλοί προστάτες της μαφιόζικης εταιρείας Far West LLC περιλαμβάνουν τον Αλεξάντερ Βολόσιν (Alexander Voloshin), ο οποίος είναι άνθρωπος της εμπιστοσύνης και όργανο του Ρώσου ολιγάρχη Μπόρις Μπερεζόφσκι (Boris Berezovsky), τον Ρώσο δισεκατομμυριούχο Ρόμαν Αμπράμοβιτς (Roman Abramovich) και τον Σαουδάραβα έμπορο όπλων και μεγαλοεπενδυτή Αντνάν Κασόγκι (Adnan Khashoggi), ενώ τα δίκτυα της Far West LLC απλώνονται μέχρι τον Νιλ Μπους (Neil Bush), ο οποίος είναι ο πιο μικρός σε ηλικία αδελφός του πρώην Αμερικανού προέδρου Τζορτζ Μπους του Νεώτερου. Σχετικές αποκαλύψεις και αναλύσεις έχουν δημοσιευθεί από τον Πίτερ Ντέιλ Σκοτ στην ιστοσελίδα του περιοδικού Lobster, στις 29 Οκτωβρίου 2005, στο περιοδικό Foreign Policy Journal, 10 Ιανουαρίου 2010, καθώς και στο βιβλίο του Η Αμερικανική Πολεμική Μηχανή (American War Machine, Εκδ. Rowman & Littlefield, 2010). Αυτού του είδους οι ομάδες αποτελούν μέρος αυτού που ο Ντέιβιντ Ρόθκοπφ (David Rothkopf) –στο βιβλίο του Superclass (Εκδ. Farrar, Straus and Giroux, 2008)– έχει αποκαλέσει «σκιώδη ελίτ» και αποτελεί μια ενδιάμεση ζώνη διαπλοκής μεταξύ του επίσημου κοινωνικού συστήματος και του οργανωμένου εγκλήματος και του «παρακράτους».

Στην Ελλάδα του 2014, τον Δεκέμβριο, οι εκλογές για την ανάδειξη Προέδρου Δημοκρατίας έδειξαν ότι το αποτέλεσμα αυτών των εκλογών εξαρτιόταν από τη Χρυσή Αυγή, της οποίας ο πρόεδρος, Ν. Μιχαλολιάκος και ηγετικά στελέχη (μέλη του ελληνικού Κοινοβουλίου) ήταν προφυλακισμένα με ασθενώς στοιχειοθετημένο κατηγορητήριο. 
Κατ’ αρχάς, όπως έχουμε ήδη εξηγήσει στην παρούσα μελέτη, στην Ελλάδα, ο ακροδεξιός/φασιστικός πολιτικός χώρος είχε πάντοτε παρακρατικό χαρακτήρα και όχι κινηματικό, δηλαδή υπήρχε ανέκαθεν με τη μορφή παρακρατικών φασιστικών/ακροδεξιών οργανώσεων που εξυπηρετούσαν μυστικές επιχειρήσεις και σχεδιασμούς των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών (ΚΥΠ/ΕΥΠ), της Ελληνικής Αστυνομίας και του ΝΑΤΟ.
Όταν λοιπόν η Χρυσή Αυγή, ως μια οργάνωση του ελληνικού παρακρατικού ακροδεξιού/φασιστικού δικτύου, επεχείρησε, μέσω ειδικών συγκυριών που ευνόησαν την εκλογική της άνοδο, να αυτονομηθεί από το ελληνικό καθεστώς που την πατρονάριζε επί δεκαετίες, η κυβέρνηση Σαμαρά, με νομικές ακροβασίες, μεθόδευσε έτσι τα πράγματα ώστε ο γενικός γραμματέας και άλλα σημαντικά στελέχη της Χρυσής Αυγής, παρ’ ότι ήταν εν ενεργεία βουλευτές, να προφυλακιστούν (παρά τη συνταγματική τάξη). Έτσι, μπορούσε πλέον να ασκηθεί ένας ‘σωφρονιστικός’ εκβιασμός στην ηγεσία της Χρυσής Αυγής εκ μέρους του επισήμου καθεστώτος των Αθηνών. Παράλληλα όμως, κατά τη γνώμη σημαντικών στελεχών και συμβούλων της κυβέρνησης του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και επίσης κατά τη γνώμη σημαντικών ξένων παραγόντων, η Χρυσή Αυγή θα μπορούσε να συνεχίσει ακόμη να είναι μια χρήσιμη παρακρατική οργάνωση για το καθεστώς των Αθηνών. 

Συγκεριμένα, η Χρυσή Αυγή, εάν το το αποφασίσει, μπορεί να εξυπηρετήσει τα εξής συμφέροντα: 
(1) Η Χρυσή Αυγή μπορεί να συνεργαστεί, εντός και εκτός Βουλής, με τη Νέα Δημοκρατία για να υπονομεύσει την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς την εξουσία και για να διευκολύνει την ομαλή επιβολή των όρων των Μνημονίων που έχουν συμφωνήσει οι κυβερνήσεις Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ με την Τρόικα. 
(2) Η Χρυσή Αυγή, καλλιεργώντας την ισλαμοφοβία και το ρατσιστικό μίσος, μπορεί να εξυπηρετήσει τα σχέδια των Σιωνιστών για την πραγματοποίηση μιας πανευρωπαϊκής Σταυροφορίας εναντίον των Μουσουλμάνων και για την εγκαθίδρυση μιας σιωνιστικής ιουδαιοχριστιανικής συμμαχίας στο πλαίσιο της σύγκρουσης των πολιτισμών. 
(3) Η Χρυσή Αυγή μπορεί, μέσω της αντιισλαμικής ατζέντας της, να υπονομεύσει αραβοϊσλαμικά πετρελαϊκά συμφέροντα και ειδικά τα σχέδια της ARAMCO για τις ΑΟΖ της Ανατολικής Μεσογείου, εξυπηρετώντας έτσι η Χρυσή Αυγή συμφέροντα ισραηλινών και τεξανικών εταιρειών ενέργειας. 
(4) Η Χρυσή Αυγή μπορεί να λειτουργήσει ως εργαλείο προώθησης της νεοσυντηρητικής ιδεολογίας στην Ελλάδα. Αυτές οι σκοτεινές, παρασκηνιακές διαστάσεις του ρόλου που μπορεί να παίξει η Χρυσή Αυγή ή ένας άλλος παρακρατικός ακροδεξιός/φασιστικός πολιτικός σχηματισμός στην Ελλάδα έγιναν ακόμη εντονότερα σαφείς από τις παρασκηνιακές διεργασίες που έλαβαν χώρα τον Δεκέμβριο του 2014 στην Αθήνα, προκειμένου η Χρυσή Αυγή να ψηφίσει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Σταύρο Δήμα, τον οποίο πρότειναν η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, ώστε, με αυτόν τον τρόπο, οι Χρυσαυγίτες βουλευτές να δώσουν παράταση ζωής στην κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ και να εξυπηρετήσουν σιωνιστικά και τεξανικά πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα.
Δρ Νικόλαος Λάος

Comments