«Στο τέλος θα θυμόμαστε, όχι τα λόγια των εχθρών μας, αλλά, την σιωπή των φίλων μας»

“Το ανάλογο αξίωμα της κοινωνικής μηχανικής είναι: Αν κάτι δεν έχει αναφερθεί, δεν συνέβη ποτέ”
"Σε Έναν Κόσμο Προπαγάνδας, Η Αλήθεια Είναι Πάντα Μια Συνωμοσία"
"Το Ποιο Επικίνδυνο Από Όλα Τα Ηθικά Διλήμματα Είναι Όταν, Είμαστε Υποχρεωμένοι Να Κρύβουμε Την Αλήθεια Για Να Βοηθήσουμε Την Αλήθεια Να Νικήσει"

Παρελθόν η ειδική σχέση Ηνωμένου Βασιλείου-ΗΠΑ;

Της Judy Dempsey 

Fraser Cameron Διευθυντής του Κέντρου ΕΕ-Ασίας 
  
Η σχέση Ηνωμένου Βασιλείου-ΗΠΑ έχει τελειώσει εδώ και πολλά χρόνια, τουλάχιστον από τότε που ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, George H.W Bush, αναγνώρισε την Γερμανία ως τον σημαντικότερο σύμμαχο των ΗΠΑ στην Ευρώπη το 1991. Οι σχέσεις Ηνωμένου Βασιλείου-ΗΠΑ έφθασαν στο ναδίρ τους στη διάρκεια που πολέμου στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη στα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν κατά την διάρκεια μιας επίσκεψης του υπουργού Άμυνας του Ηνωμένου Βασιλείου, δεν κατάφερε να έχει συνάντηση με κάποιον βουλευτή των ΗΠΑ, ούτε για πρωινό στο Καπιτώλιο.

Υπήρξε μια σύντομη αναβίωση των Βρετανο-Αμερικανικών δεσμών στην διάρκεια της πρωθυπουργίας του Tony Blair, τόσο με τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Bill Clinton, όσο και, περιέργως, με τον George W. Bush. Αλλά η βρετανική κοινή γνώμη είχε απογοητευθεί από τους πολέμους Bush-Blair στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν και τώρα, ο στρατός του Ηνωμένου Βασιλείου απλά δεν είναι σε θέση να υποστηρίξει την οποιαδήποτε τέτοια επιχείρηση το μέλλον.

Στην εξωτερική πολιτική, η Ουάσιγκτον είναι επικριτική προς το Ηνωμένο Βασίλειο, διότι, κάνει συνεχώς τα χατίρια της Κίνας, απειλεί να αποχωρήσει από την ΕΕ και οδεύει σταδιακά να γίνει «μη σχετική». Αυτό αφήνει τη συνεργασία των υπηρεσιών πληροφοριών, όπου και πάλι, το Ηνωμένο Βασίλειο προσπαθεί να κρεμαστεί από το παλτό των ΗΠΑ. Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για οποιαδήποτε ειδική διμερή σχέση. Όσο πιο γρήγορα το Ηνωμένο Βασίλειο συνειδητοποιήσει το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες προτιμούν μια ενωμένη ευρωπαϊκή φωνή στην εξωτερική πολιτική, τόσο το καλύτερο.

Syed Kamall, Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 

Όπως είπε κάποτε ο Mark Twain στο Λονδίνο, «το δημοσίευμα του θανάτου μου ήταν μια υπερβολή». Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για την ειδική σχέση μεταξύ Βρετανίας και Αμερικής.

Οι προκλήσεις του περασμένου αιώνα είδαν το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες να στέκονται δίπλα-δίπλα, όχι μόνο στον αγώνα, τόσο εναντίον των εμπνευσμένων από τον Εθνικο-Σοσιαλισμό, όσο και από τον Σοβιετικό Σοσιαλισμό, δικτατοριών, αλλά επίσης στην σφυρηλάτηση μιας νέας εποχής της παγκοσμιοποίησης. Στον εικοστό πρώτο αιώνα, νέες προκλήσεις και ευκαιρίες σημαίνουν ότι τα δύο έθνη θα προσπαθήσουν να στρέψουν τα βλέμματά τους στον ευρύτερο κόσμο.

Από οικονομική άποψη, οι Ηνωμένες Πολιτείες δικαιολογημένα αναζητούν τις ευκαιρίες αυτές στον Ειρηνικό. Η Ευρώπη θεωρείται ως μια ενιαία οντότητα σε παρακμή, αλλά πολλοί στην Ουάσιγκτον δεν έχουν παρατηρήσει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο είναι σήμερα η ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία στην ομάδα G7.

Ο «Πρόεδρος του Ειρηνικού» Barack Obama δεν είναι φυσικός φίλος του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά οι σχέσεις μεταξύ των εθνών δεν είναι μόνον μεταξύ κυβερνήσεων, αλλά μεταξύ λαών. Ένα εκατομμύριο Βρετανοί εργάζονται για Αμερικανικές επιχειρήσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ένα εκατομμύριο Αμερικανοί εργάζονται για Βρετανικές εταιρείες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Βρετανία και η Αμερική μοιράζονται την μεγαλύτερη εταιρική σχέση στον κόσμο στον τομέα των άμεσων ξένων επενδύσεων. Αναμφισβήτητα, οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί μοιράζονται μια κοινή γλώσσα. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι δύο λαοί βλέπουν ο ένας τον άλλο εξαιρετικά ευνοϊκά.

Η ειδική σχέση έχει γίνει σαν έναν μακροχρόνιο γάμο, ο οποίος, μερικές φορές, έχει τα σκαμπανεβάσματα του, αλλά αυτή είναι μια σχέση πολύτιμη: μία που βασίζεται σε κοινές αξίες και συμφέροντα που εξακολουθούν να είναι χρήσιμα για την αντιμετώπιση των προκλήσεων και την αξιοποίηση των ευκαιριών του μέλλοντος. Είναι μια σχέση που λειτουργεί και οι δύο πλευρές θα ήταν παράλειψη να την αφήσουν να ξεφτίσει.

Daniel Keohane, διευθυντής Έρευνας στο FRIDE 

Όχι. Αλλά, πέρα από την παραδοσιακή γκάφα της Βρετανίας να εμπαίζει την Αθήνα στο America’s Rome, η εταιρική σχέση είναι ζωντανή, κυρίως λόγω της στενής και προνομιακής σχέσης μεταξύ των υπηρεσιών πληροφοριών του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ. Παραμένει ειδική και δεν πρέπει να υποτιμάται.

Ωστόσο, αν οι πρόσφατες τάσεις στη Βρετανική εξωτερική πολιτική, η μείωση των αμυντικών δαπανών, η σχετική απουσία από βασικές προκλήσεις στη διεθνή ασφάλεια και η κατήφεια προς την ΕΕ, συνεχιστούν, τότε αυτές οι φωνές στην Ουάσιγκτον που αμφισβητούν, ήδη, το ενδιαφέρον του Ηνωμένου Βασιλείου θα ενισχυθούν σίγουρα σε αριθμό και σε όγκο. Και αν το Ηνωμένο Βασίλειο αποχωρήσει από την ΕΕ, η χώρα θα καταστεί ένας άχρηστος σύμμαχος για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Δε χρειάζεται να γίνει αυτό. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και μια από τις μεγαλύτερες δυνάμεις της ΕΕ. Η Βρετανία διαθέτει ένα μοναδικό συνδυασμό πλεονεκτημάτων, με παγκόσμια δίκτυα επιχειρήσεων, πολύ έμπειρες ένοπλες δυνάμεις και τεράστια πολιτιστική επιρροή. Το Λονδίνο είναι η πιο πλούσια και πιο παγκοσμιοποιημένη πόλη στην Ευρώπη.

Εάν ο Βρετανός πρωθυπουργός (επαν)εκλεγεί στις γενικές εκλογές της 7ης Μαΐου θα πρέπει να κάνει τρία πράγματα: να διατηρήσει μια παγκόσμια προοπτική, να διευκρινίσει τις προτεραιότητες της Βρετανικής εξωτερικής πολιτικής και όχι μόνο να κρατήσει το Ηνωμένο Βασίλειο στην ΕΕ, αλλά, επίσης, να ηγηθεί της Ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής. Μην το πείτε δυνατά, αλλά αν το Ηνωμένο Βασίλειο επιθυμεί να διατηρήσει μια ιδιαίτερη σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, θα πρέπει να μοιάσει περισσότερο στη Γαλλία.

Michael Leigh, Ανώτερος σύμβουλος στο German Marshall Fund των Ηνωμένων Πολιτειών 

Η ειδική σχέση Ηνωμένου Βασιλείου-ΗΠΑ παραμένει ζωντανή, αν και όχι σε καλή υγεία.

Η Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν πολλά κοινά ως ιδρυτικά μέλη της Αγγλόσφαιρας, ως θιασώτες των ελεύθερων αγορών, χώρες όπου τα πράσινα βλαστάρια της οικονομικής ανάπτυξης ανθίζουν και ως εταίροι στην ανταλλαγή πληροφοριών. Εκατοντάδες Βρετανοί αξιωματικοί ασφαλείας και πληροφοριών είναι ενσωματωμένοι σε υπηρεσίες των ΗΠΑ, ενώ υπάρχει συνεργασία για την καταπολέμηση του εγκλήματος στον κυβερνοχώρο, της διακίνησης ναρκωτικών, της τρομοκρατίας και άλλων δεινών που απειλούν όλο τον κόσμο. Η Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν μείζονες εταίροι στο εμπόριο και στις επενδύσεις.

Αλλά οι Αμερικανοί φίλοι της Βρετανίας αισθάνονται αμηχανία λόγω της απουσίας της από τις ευρωπαϊκές προσπάθειες για τη διαχείριση των κρίσεων, είτε στην Ουκρανία, στη Μέση Ανατολή, ή στη Βόρεια Αφρική. Η προθυμία της Βρετανίας να μειώσει την ικανότητά της να προβάλει στρατιωτική δύναμη είναι μια άλλη πηγή ανησυχίας. Με την φωνή της Βρετανίας ίσα που να ακούγεται, η ΕΕ θεωρείται πολύ πιθανό πως θα προχωρήσει σε κολακείες προς τον Ρώσο Πρόεδρο Vladimir Putin, όταν οι κυρώσεις της ΕΕ κατά της Ρωσίας θα πρέπει να ανανεωθούν το καλοκαίρι.

Ο κίνδυνος ότι οι Βρετανοί θα μπορούσαν να ψηφίσουν σε ένα δημοψήφισμα το 2017 να εγκαταλείψουν την ΕΕ, τον οποίον, κατά την άποψη της Ουάσιγκτον, το Λονδίνο διατηρεί σταθερό, αποτελεί μια ακόμη ανησυχία. Τέλος, υπάρχει ανησυχία ότι μια ισχυρή παρουσία από τους εθνικιστές της Σκωτίας στις γενικές εκλογές του Μαΐου του 2015, θα μπορούσε να αναβιώσει τον κίνδυνο της διάλυσης του Ηνωμένου Βασιλείου και να θέσει υπό αμφισβήτηση μερικές από τις βασικές αρχές της σχέσης ασφαλείας της Βρετανίας με το ΝΑΤΟ και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Αν η Βρετανία υπνοβατεί προς την έξοδο από την ΕΕ και αποδίδει κάτω των δυνατοτήτων της στην εξωτερική πολιτική, στην ασφάλεια και στην άμυνα, δεν θα πρέπει να αποτελέσει έκπληξη αν οι Ηνωμένες Πολιτείες ενισχύσουν την ιδιαίτερη σχέση τους με άλλα Ευρωπαϊκά κράτη για να αντιμετωπίσουν από κοινού τις σημερινές πιεστικές προκλήσεις.

Edward Luce Washington, αρθρογράφος και σχολιαστής για τους Financial Times 

Όχι εντελώς, αλλά ξεφτίζει γρήγορα.

Στην αρνητική πλευρά, η υπεράσπιση της σχέσης Ηνωμένου Βασιλείου-ΗΠΑ δεν είναι αυτή ήταν παλιότερα. Οι βαριές περικοπές στην άμυνα έχουν μειώσει σημαντικά την χρησιμότητα του Ηνωμένου Βασιλείου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Απλώς η Βρετανία δεν έχει πλέον τη δυνατότητα να προσφέρει ακόμη και τον κατώτερο ρόλο στην εταιρική σχέση που είχε παράσχει στον πρώτο και δεύτερο Πόλεμο του Κόλπου και στο Κοσσυφοπέδιο.

Η εκπληκτική μη ένδειξη ενδιαφέροντος που επιδεικνύει η κυβέρνηση του Βρετανού πρωθυπουργού David Cameron για τις παγκόσμιες υποθέσεις είναι επίσης ένα σημείο για να την κατηγορήσει κάποιος. Στην Ουάσιγκτον, υπάρχει μια ισχυρή αίσθηση ότι η Βρετανία έχει μετατραπεί σε μια εσωστρεφή δύναμη, που ασχολείται περισσότερο με την πρόληψη της δικής της διάλυσης παρά με την αντιστήριξη της παγκόσμιας σταθερότητας. 
Η πρόσφατη απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου να ενταχθεί στην Ασιατική Τράπεζα Υποδομών και Επενδύσεων της Κίνας ενίσχυσε την αντίληψη ότι το Λονδίνο κάνει στροφή προς τις εμπορικές του ρίζες.
Στη θετική πλευρά, η Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν μια σχέση στον τομέα της ανταλλαγής πληροφοριών, η οποία είναι ισχυρή όσο ποτέ άλλοτε και γενικά βλέπουν τα πράγματα με την ίδια ματιά στις περισσότερες διεθνείς συναντήσεις. Αλλά το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για την Αυστραλία και τον Καναδά. Μετά από δεκαετίες ως επικεφαλής παγκόσμιος υπολοχαγός της Αμερικής, το Ηνωμένο Βασίλειο γίνεται γρήγορα ένας επαρχιακός και, κατά καιρούς, όχι-και-τόσο-αφοσιωμένος σύμμαχος.

James Rogers, Λέκτορας στο Κολέγιο Άμυνας της Βαλτικής στην Ευρωπαϊκή ασφάλεια και αρχισυντάκτης του European Geostrategy 

Γιατί θα πρέπει η ειδική σχέση Ηνωμένου Βασιλείου-ΗΠΑ να μην υπάρχει πια; Η σχέση δεν επηρεάζεται τόσο πολύ από την καθημερινή πολιτική ή από προσωπικότητες, αντίθετα, είναι μια πραγματικά διαρθρωτική συμμαχία που διαπερνά τις καρδιές και των δύο στρατηγικών κοινοτήτων στο Λονδίνο και την Ουάσιγκτον, συμπεριλαμβανομένων του Βρετανικού και του Αμερικανικού υπουργείου εξωτερικών, των υπουργείων Άμυνας, των κοινοτήτων χάραξης πολιτικής, των υπηρεσιών πληροφοριών, των ενόπλων δυνάμεων, καθώς και των συστημάτων πυρηνικής αποτροπής.

Η σχέση διαθέτει επίσης μια γεωγραφική διάσταση: οι Ηνωμένες Πολιτείες, βασίζονται σε μεγάλο βαθμό από το Ηνωμένο Βασίλειο για την γεωστρατηγική παγκόσμιας εμβέλειας, τουλάχιστον όχι μόνον με τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις, όπως η ναυτική βάση Diego Garcia στα Βρετανικά υπερπόντια εδάφη. Την ίδια στιγμή, η Ουάσιγκτον προσβλέπει στο Λονδίνο για να υποστηρίξει τις προσπάθειές της για τη διατήρηση ανοικτών και απρόσκοπτων των παγκόσμιων θαλάσσιων επικοινωνιών.

Πράγματι, η συμμαχία Ηνωμένου Βασιλείου-ΗΠΑ βρίσκεται στην καρδιά του Ευρω-Ατλαντικού οικοδομήματος και όχι μόνον του ΝΑΤΟ. Χωρίς αυτό, το ΝΑΤΟ θα έχανε την περίοπτη θέση του, στο βαθμό που το Ηνωμένο Βασίλειο παρέχει ένα δεύτερο κέντρο της λήψης στρατηγικών αποφάσεων (μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες), κάτι που είναι πέρα και πάνω από ο,τιδήποτε παρέχεται από άλλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις. Και χωρίς το ΝΑΤΟ, η ΕΕ πιθανότατα θα υποβαθμιστεί, καθώς το ΝΑΤΟ παρέχει το ήπιο περιβάλλον ασφάλειας στο οποίο η ΕΕ μπορεί να λειτουργήσει και να αναπτυχθεί.

Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ενήμερες για τις δημογραφικές αλλαγές που συντελούνται στην Ευρώπη, οι οποίες, κατά πάσα πιθανότητα, θα δουν το Ηνωμένο Βασίλειο να αυξάνει τη δύναμή του σε σχέση με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα την Γερμανία, τα επόμενα χρόνια. Η Ουάσινγκτον θέλει μια σοβαρή στρατηγική δύναμη ως κύριο σύμμαχό της, όχι ένα μικρό παίκτη που δεν διαθέτει στρατηγική εμβέλεια εντός ή πέρα από την Ευρωπαϊκή ήπειρο.

Εφ’ όσον το Λονδίνο συνεχίζει να προστατεύει και να καλλιεργεί τους τένοντες της Βρετανικής δύναμης, το Ηνωμένο Βασίλειο θα παραμείνει ζωτικής σημασίας για τα παγκόσμια συμφέροντα των ΗΠΑ, που σημαίνει ότι οι δύο χώρες θα παραμείνουν σε στενή συμμαχία μεταξύ τους.

Stephen Szabo, Εκτελεστικός διευθυντής της Transatlantic Academy 

Θα εξακολουθήσει να υφίσταται μια ειδική εγγύτητα στη σχέση Ηνωμένου Βασιλείου-ΗΠΑ λόγω της κοινής γλώσσας και του πολιτισμού των δύο χωρών. Το Βασίλειο εξακολουθεί να ορίζει την υψηλή και λαϊκή κουλτούρα και η σημασία της συνεργασίας στον στρατιωτικό τομέα και στο τομέα των υπηρεσιών πληροφοριών είναι αξεπέραστη και για τις δύο πλευρές.

Αλλά για να δανειστώ από τον Walter Bagehot, τον μεγάλο στοχαστή του Αγγλικού συντάγματος, η σχέση Ηνωμένου Βασιλείου-ΗΠΑ τώρα κυριαρχείται από τις αξιοπρεπείς παρά τις αποτελεσματικές πλευρές της. Πραγματικά, οι επισκέψεις Βρετανών βασιλέων, ηθοποιών και πρωθυπουργών στις Ηνωμένες Πολιτείες, τουλάχιστον, δράττουν ορισμένα στοιχεία της Αμερικανικής φαντασίας με τέτοιους τρόπους που οι Γερμανοί και οι Γάλλοι δεν μπορούν να το κάνουν.

Ωστόσο, από την άποψη του τί λειτουργεί πραγματικά, μπορούμε να επισημάνουμε ελάχιστα. Η Βρετανία φαίνεται να είναι τεμαχισμένη και να στρέφεται επικίνδυνα προς τα μέσα, ενώ ταυτόχρονα, προς το δέλεαρ του εμπορίου και των οικονομικών με την Κίνα και άλλους αναδυόμενους παίκτες, όπως αποδεικνύεται από την βιασύνη του Λονδίνου να ενταχθεί στην νέα Ασιατική Τράπεζα Υποδομών και Επενδύσεων, παρά τις παρακλήσεις των ΗΠΑ να μην το πράξει.

Η Βρετανία συνεχίζει να περικόπτει τις άλλοτε-εντυπωσιακές στρατιωτικές δυνατότητές της και καθίσταται άνευ σημασίας στην Ευρώπη. Με τον τρόπο αυτό, το Λονδίνο πετά τα ατού του στις σχέσεις του με την Ουάσιγκτον, η οποία συνεχίζει να στρέφεται προς τον Ειρηνικό. Σήμερα, η Γαλλία προσφέρει μια πιο αποτελεσματική εταιρική σχέση για τις Ηνωμένες Πολιτείες στην Αφρική και τη Μέση Ανατολή, ενώ η Γερμανία κάνει το ίδιο στην Ευρώπη.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, με τη σειρά τους, έχουν χάσει την αίγλη τους στη Βρετανία μετά τον πόλεμο στο Ιράκ και τη συνεχιζόμενη δυσλειτουργία της ομοσπονδιακής τους κυβέρνησης. Μόλις πριν από μια δεκαετία, η Βρετανία και η Αμερική ήταν πλάτη με πλάτη στο Ιράκ. Σήμερα αυτό φαντάζει σαν μακρινό παρελθόν.

Pierre Vimont, Ανώτερος συνεργάτης στο Carnegie Europe 

Το ερώτημα αυτό φαίνεται σχετικό όταν συνδέεται με το ζήτημα της νέας υπό την ηγεσία της Κίνας Ασιατικής Τράπεζας Υποδομών και Επενδύσεων, στην οποία εντάχτηκε το Ηνωμένο Βασίλειο τον Μάρτιο του 2015, παρά τις επιφυλάξεις των ΗΠΑ. Μια σημαντική διαφορά απόψεων σχετικά με την τράπεζα ανάδευσε αμέσως την ιδέα ότι η σχέση μεταξύ της Βρετανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών έχει διαρραγεί. Αλλά η πραγματικότητα μπορεί να είναι πιο περίπλοκη.

Κατ’ αρχήν, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν ήταν το μόνο που έγινε μέλος της Ασιατικής τράπεζας, τα περισσότερα από τα κράτη μέλη της ΕΕ ακολούθησαν την ίδια γραμμή σε ένα θέμα στο οποίο η κυβέρνηση των ΗΠΑ εμφανίστηκε κάπως ασυντόνιστη με τους κύριους Δυτικούς εταίρους της.

Στη συνέχεια, αν κάποιος κοιτάξει ευρύτερα τις πιο πρόσφατες παγκόσμιες κρίσεις, είναι δύσκολο να προσποιηθεί ότι η συνεργασία ΗΠΑ-Ηνωμένου Βασιλείου έχει διαρραγεί. Η συνεργασία την οποία οι δύο χώρες έχουν αναπτύξει τις τελευταίες ημέρες και εβδομάδες, μοιάζει λίγο πολύ να είναι η ίδια όπως ήταν στο παρελθόν: στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, με το πιο πρόσφατο ψήφισμα σχετικά με την σύγκρουση στην Υεμένη, σχετικά με την πολιτική των κυρώσεων κατά της Ρωσίας για τις ενέργειές της στην Ουκρανία και στην κρίση της Λιβύης, με τους δύο ειδικούς απεσταλμένους από την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο να ενεργούν από κοινού για να αναζωπυρώσουν τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για ένα ανανεωμένο πολιτικό διάλογο. Συνολικά, η εντύπωση της στερεής και σοβαρής Βρετανο-Αμερικανικής συνεργασίας παραμένει.

Λοιπόν, μπορεί κανείς να μιλήσει για business as usual; Όχι στ’ αλήθεια, καθώς οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν ένα αβέβαιο διεθνές πλαίσιο στο οποίο και οι δύο φαίνονται να αισθάνονται κάπως άβολα και η κάθε μία έχει μια εξωτερική πολιτική η οποία φαίνεται ότι είναι λιγότερο κατηγορηματική από ό, τι στο παρελθόν.
Επιπλέον, αυτή η ειδική σχέση, όπως και πολλές άλλες (όπως το Τρίγωνο της Βαϊμάρης, ή οι Τέσσερις του Βίσεγκραντ, το τρίο του Μπενελούξ και ακόμη ο Γαλλο-Γερμανικός άξονας, παρά την πρόσφατη επιτυχία του λεγόμενου φορμάτ της Νορμανδίας για την Ουκρανία) δείχνει την κόπωσή της. 
Ο συνδυασμός των εγχώριων περιορισμών, των αλλαγών των ηγετών και της αυξανόμενης πολυπλοκότητας της διεθνούς κοινότητας καθιστά αυτές τις διμερείς ή πολυμερείς συνεργασίες λιγότερο αποτελεσματικές από ό, τι πριν.

Xenia Wickett, διευθύντρια του Σχεδίου για τις Ηνωμένες Πολιτείες στο Chatham House 

Η ειδική, ή, σύμφωνα με τα λόγια του Προέδρου των ΗΠΑ Barack Obama και του Βρετανού Πρωθυπουργού, David Cameron στις 12 Μαρτίου του 2012, απαραίτητη, σχέση βασίζεται στις κοινές αξίες και στην ιστορία των δύο εθνών. Αλλά, οι παρόμοιες αξίες από μόνες τους, δε μπορούν να στηρίξουν μια τέτοια σχέση. Τα κοινά συναισθήματα, ενώ είναι ζωτικής σημασίας, θα πρέπει να υποστηρίζονται από αμοιβαία συμφέροντα και από δυνατότητες.

Είναι εδώ που προκύπτουν οι ανησυχίες.

Από την πλευρά των ΗΠΑ, η σχέση της Ουάσιγκτον με το Ηνωμένο Βασίλειο είναι σαν ένα σκαμνί με τρία σκέλη. Το πρώτο σκέλος αντιπροσωπεύει τις ισχυρές υπηρεσίες και δυνατότητες στους τομείς των πληροφοριών και του στρατού που η Βρετανία προσφέρει εδώ και καιρό.

Το δεύτερο σκέλος εκδηλώνεται μέσω της συμμετοχής της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εκτιμούν έναν στενό εταίρο στην ΕΕ που προωθεί συμφέροντα (όπως η μεταρρύθμιση) που ευθυγραμμίζονται με εκείνα των Ηνωμένων Πολιτειών.
Το τρίτο σκέλος προέρχεται από την αξία που κερδίζει η Ουάσιγκτον από το να έχει μια εξωτερική προοπτική για τις προκλήσεις (όπως αυτές στη Μέση Ανατολή και την Ασία) και από την ύπαρξη ενός εταίρου που θα εξασφαλίσει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα χρειαστεί να ενεργήσουν μονομερώς.

Δυστυχώς, σήμερα, δύο από τα τρία αυτά σκέλη φαίνονται επισφαλή. Οι στρατιωτικές δαπάνες στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2015, κατά πάσα πιθανότητα, θα πέσουν κάτω από το στόχο του 2% του ΑΕΠ, στον οποίον έχουν συμφωνήσει τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ. Και η συμμετοχή της Βρετανίας στην ΕΕ τίθεται ολοένα και περισσότερο υπό αμφισβήτηση. Αυτό αφήνει ένα απολύτως ασταθές τρίτο σκέλος το οποίο συντηρεί αυτή την ειδική σχέση.

Σύμφωνα με τα λόγια του πρώην πρωθυπουργού της Βρετανίας Λόρδου Palmerston, «τα έθνη δεν έχουν μόνιμους φίλους ή συμμάχους, έχουν μόνον μόνιμα συμφέροντα». Ενώ οι περικοπές στην άμυνα, ή η αποχώρηση από την ΕΕ, δεν πρόκειται να αλλάξουν αμέσως τη σχέση, οι φορείς χάραξης πολιτικής στο Ηνωμένο Βασίλειο θα έπρεπε να έχουν προβλέψει ότι, αν δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν αυτές τις ανησυχίες, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα «αγκαλιάσουν» άλλους συμμάχους που μπορούν.

Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ:http://carnegieeurope.eu/strategiceurope/?fa=59867

Πηγή:www.capital.gr

http://dia-kosmos.blogspot.gr/