“Το ανάλογο αξίωμα της κοινωνικής μηχανικής είναι: Αν κάτι δεν έχει αναφερθεί, δεν συνέβη ποτέ”
"Σε Έναν Κόσμο Προπαγάνδας, Η Αλήθεια Είναι Πάντα Μια Συνωμοσία"
"Το Ποιο Επικίνδυνο Από Όλα Τα Ηθικά Διλήμματα Είναι Όταν, Είμαστε Υποχρεωμένοι Να Κρύβουμε Την Αλήθεια Για Να Βοηθήσουμε Την Αλήθεια Να Νικήσει"

Αν, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο καλέσει ως κατηγορούμενη την Τζίνα Τσέρι Χάσπελ, αρχηγού της CIA... Πως θα αντιδράσουν οι ΗΠΑ;

Ο Newton υποστηρίζει ότι, αναφορικά με τους Αμερικάνους στρατιώτες, το Αφγανιστάν δεν έχει αρμοδιότητα για να μεταβιβάζει στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Ωστόσο, τονίζει παράλληλα ότι η SOFA πιθανότατα δεν ισχύει για το προσωπικό της CIA, το οποίο και δεν ανήκει στις ένοπλες δυνάμεις των Η.Π.Α. και, επομένως, δεν το καλύπτει.

Η Κατάσταση Στο Αφγανιστάν – H Πιθανή 12η Έρευνα Του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΑΧΟΥΜΑΣ

Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι, αρχικά, να παρουσιάσει αναλυτικά ποια ακριβώς διαδικασία ακολουθεί το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) για να ασκήσει τη δικαιοδοσία του και να ξεκινήσει επίσημα την έρευνα μίας υπόθεση, καθώς και ποιο είναι το έργο της εισαγγελέα του Δικαστηρίου στο κομμάτι αυτό. Στη συνέχεια, θα εστιάσει στο πρόσφατο αίτημα για έναρξη επίσημης έρευνας αναφορικά με την «Σύγκρουση/ Κατάσταση στο Αφγανιστάν». Ποιοι θα βρεθούν στο στόχαστρο, και για ποια διεθνή εγκλήματα ενδέχεται να κατηγορηθούν; Τέλος, θα επιχειρηθεί μια αξιολόγηση της «βιωσιμότητας» της συγκεκριμένης έρευνας, καθώς και σχολιασμός κάποιων νομικών κωλυμάτων που ανακύπτουν.

Οι Προβλέψεις Του Καταστατικού Της Ρώμης Για Την Άσκηση Της Δικαιοδοσίας Του ΔΠΔ (Άρθρο 13 Και Άρθρο 15 ΚτΡ)

Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ασχολείται με συγκεκριμένες κατηγορίες εγκλημάτων, τα οποία και αναφέρονται αναλυτικά στα άρθρα 6, 7 και 8 του Καταστατικού της Ρώμης (ΚτΡ). Ειδικότερα, το άρθρο 6 αφορά το έγκλημα της Γενοκτονίας, το άρθρο 7 αφορά τα Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας, και το άρθρο 8 αφορά τα Εγκλήματα Πολέμου. (International Criminal Court Documents, x.x)

Το ΔΠΔ μπορεί να ασκήσει τη δικαιοδοσία του για τα παραπάνω εγκλήματα μόνο σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπει το άρθρο 13 του ανωτέρω Καταστατικού. Σε αυτό προβλέπονται αυστηρά τρεις περιπτώσεις. Πρώτη, η περίπτωση που «ένα κράτος μέλος του Καταστατικού παραπέμψει ευθέως στον εισαγγελέα μία πραγματική κατάσταση, στο πλαίσιο της οποίας φαίνεται να έχουν διαπραχτεί ένα ή και περισσότερα εγκλήματα των άρθρων 6, 7 και 8 του ΚτΡ» (α. 13 παρ. 1 εδ. α). Στην περίπτωση αυτή ακολουθείται η διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 14 του Καταστατικού. Δεύτερη, η περίπτωση όπου «το Συμβούλιο Ασφαλείας, ενεργώντας σύμφωνα με το Κεφάλαιο 7 του Καταστατικού Χάρτη των Η.Ε., παραπέμψει στον εισαγγελέα μία πραγματική κατάσταση, στο πλαίσιο της οποίας φαίνεται να έχουν διαπραχτεί ένα ή και περισσότερα εγκλήματα των άρθρων 6, 7 και 8 του ΚτΡ»(α 13. παρ. 1 εδ. β). Τέλος, η περίπτωση που «ο εισαγγελέας άρχισε έρευνα σχετικά με ένα τέτοιο διεθνές έγκλημα», η οποία παραπέμπει στα όσα προβλέπονται στο άρθρο 15 του ΚτΡ(α. 13 παρ. 1 εδ. γ). (International Criminal Court Documents, x.x)

Το άρθρο 15 παρ. 1 ΚτΡ ορίζει ότι ο εισαγγελέας «proprio motu», δηλαδή αυτεπαγγέλτως, μπορεί να αρχίσει προκαταρκτική εξέταση, βάσει πληροφοριών που διαθέτει για εγκλήματα που υπάγονται στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, ενώ η παρ. 2 ορίζει τη διαδικασία βάσει της οποίας ο εισαγγελέας εξετάζει τη σοβαρότητα των πληροφοριών του. Ιδιαίτερα σημαντική, ωστόσο, είναι η παρ. 3, σύμφωνα με την οποία ο εισαγγελέας, αν μετά από την προκαταρκτική εξέταση συμπεράνει ότι υπάρχει «επαρκής βάση για να αρχίσει επίσημη έρευνα», υποβάλει σχετικό αίτημα στο Τμήμα Προδικασίας του ΔΠΔ για να του επιτραπεί αυτή η έρευνα, προσκομίζοντας, παράλληλα, και τα στοιχεία που στηρίζουν το αίτημα του. (Whiting, A.,2017)

Οι Προϋποθέσεις Για Την Έναρξη Επίσημης Έρευνας Αναφορικά Με Την Κατάσταση Στο Αφγανιστάν

Η Κατάσταση στο Αφγανιστάν έχει αποτελέσει αντικείμενο προκαταρτικής εξέτασης της εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, Fatou Bensouda, ήδη από το 2007. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας που μεσολάβησε, η εισαγγελέας α) αξιολόγησε «τη σοβαρότητα των πληροφοριών που είχε συλλέξει», β) αναζήτησε το «αν υπάρχει εύλογη/επαρκής βάση, για να θεωρηθεί ότι τα εικαζόμενα διεθνή εγκλήματα εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του ΔΠΔ» γ) εξέτασε «το παραδεκτό των πιθανών υποθέσεων από άποψη βαρύτητας» δ) κοίταξε «αν εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της διεθνούς δικαιοσύνης» και τέλος ε) «αν πληρούται η αρχή της συμπληρωματικότητας (the Principle of Complementarity)». Σύμφωνα με αυτή την τελευταία, το Δικαστήριο ασκεί τη δικαιοδοσία του μόνο όταν κρίνει ότι δεν γίνονται σε εθνικό επίπεδο πραγματικές έρευνες και ποινικές διώξεις, είτε για τα διεθνή εγκλήματα που τελέστηκαν στο έδαφος του κράτους-μέλους, είτε για τα διεθνή εγκλήματα που τέλεσαν πολίτες του στο έδαφος άλλου κράτους-μέλους του ΚτΡ. (Whiting, A., 2017)

Η κατάφαση όλων των παραπάνω στοιχείων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να προχωρήσει η εισαγγελέας στο επόμενο στάδιο που είναι η απόφαση της να ζητήσει, βάσει του α. 15 παρ. 3 ΚτΡ, την εξουσιοδότηση από το Τμήμα Προδικασίας του ΔΠΔ για την έναρξη επίσημης έρευνας. Στις 20 Νοεμβρίου 2017 η εισαγγελέας κατέθεσε την αναφορά της στο Τμήμα Προδικασίας του ΔΠΔ, με την οποία ζητά να αρχίσει επίσημη έρευνα που θα αφορά πιθανά διεθνή εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο πλαίσιο της σύγκρουσης στο Αφγανιστάν.

Τόπος Και Χρόνος Τέλεσης Εγκλημάτων Του ΚτΡ Στο Αφγανιστάν
Αναφορικά με τον τόπο τέλεσης, η εισαγγελέας θέτει ως άξονα της έρευνας πιθανά εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διαπράχθηκαν στο έδαφος του Αφγανιστάν ή στο έδαφος άλλων χώρων-μελών του ΚτΡ -όπως της Πολωνίας, της Λιθουανίας και της Ρουμανίας-, πάντα εντός του ευρύτερου πλαισίου της «Κατάστασης στο Αφγανιστάν». (The International Criminal Court, 2017)

Αναφορικά με το χρόνο τέλεσης, πρέπει να προσδιοριστεί το χρονικό σημείο εκκίνησης της εφαρμογής του ΚτΡ. Αρχικά, ισχύει «η αρχή της μη αναδρομικής εφαρμογής του ΚτΡ» και, σύμφωνα με το άρθρο 24 ΚτΡ, «ουδείς ευθύνεται ποινικώς για συμπεριφορά κατά το ΚτΡ, η οποία τελέστηκε πριν από τη θέση σε ισχύ του Καταστατικού». Ως ημερομηνία θέσης σε ισχύ νοείται η 1η Ιουλίου 2002. Το Αφγανιστάν, συγκεκριμένα, επικύρωσε το Καταστατικό στις 10 Φεβρουαρίου 2003. Με τον τρόπο αυτό εκχώρησε δικαιοδοσία στο ΔΠΔ να αναζητήσει αξιόποινες πράξεις, βάσει του ΚτΡ, που διαπράχθηκαν είτε στο έδαφος του Αφγανιστάν, ή από τους υπηκόους του στο έδαφος άλλου κράτους-μέλους, από την 1η Μαΐου 2003 και μετά, καθώς το Καταστατικό τίθεται σε ισχύ για το νέο κράτος-μέλος την 1η του μήνα, μετά την 60η μέρα από την πράξη της επικύρωσης. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 2 του ΚτΡ, το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία ratione temporis – δηλαδή, μπορεί να ασκήσει τη δικαιοδοσία του μόνο σε σχέση με εγκλήματα που διαπράχθηκαν μετά τη θέση σε ισχύ του ΚτΡ για το νέο κράτος-μέλος και, επομένως, για εγκλήματα στο έδαφος του Αφγανιστάν έχει δικαιοδοσία ratione temporis μετά την 1η Μαΐου 2003. Για την Πολωνία και τη Ρουμανία χρόνος θέσης σε ισχύ του ΚτΡ είναι η 1η Ιουλίου 2002, ενώ για την Λιθουανία η 1η Αυγούστου 2003. (The International Criminal Court, 2017)

Οι Πολλές Πλευρές Μίας Περίπλοκης Κατάστασης – Πιθανά Διεθνή Εγκλήματα Στο Αφγανιστάν Και Πιθανοί Δράστες

Αρχικά, η Σύγκρουση στο Αφγανιστάν, κατά τη σχετική με την προκαταρκτική εξέταση χρονική περίοδο, έχει χαρακτηριστεί από την εισαγγελέα ως μία «σύγκρουση μη-διεθνούς χαρακτήρα», καθώς στη μία πλευρά είναι η Αφγανική Κυβέρνηση, που δέχεται την υποστήριξη, αφενός, της Νατοϊκής «Διεθνούς Δύναμης Αρωγής για την Ασφάλεια» (αγγλικά: International Security Assistance Force, ISAF), και, αφετέρου, των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ στην άλλη πλευρά είναι οι μη-κρατικές ένοπλες ομάδες – κυρίως οι Taliban και το συνεργαζόμενο με αυτούς Δίκτυο Haqqani (αγγλικά: Haqqani Network). Η συμμετοχή των διεθνών δυνάμεων στη σύγκρουση δεν μεταβάλει το μη-διεθνή χαρακτήρα της, αφού οι εν λόγω δυνάμεις ενεπλάκησαν στον πόλεμο, προκειμένου να στηρίξουν τη σχηματιζόμενη στις 19 Ιουνίου 2002 Μεταβατική Κυβέρνηση του Αφγανιστάν. (Pothelet, E., 2017)

Στο πλαίσιο, λοιπόν, της ανωτέρω Σύγκρουσης στο Αφγανιστάν, η εισαγγελέας έχει λόγους να πιστεύει ότι στη χώρα έχουν διαπραχθεί εγκλήματα που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. Στην αναφορά της ενώπιον του Τμήματος Προδικασίας κάνει λόγο για «τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, της ανθρωποκτονίας με πρόθεση (α. 7 παρ. 1 εδ. α ΚτΡ), της φυλάκισης ή άλλης σοβαρής στέρησης της σωματικής ελευθερίας (α. 7 παρ. 1 εδ. ε ΚτΡ), της δίωξης κατά οποιασδήποτε αναγνωρίσιμης ομάδας ή κοινότητας για πολιτικούς λόγους ή λόγους φύλου (α. 7 παρ. 1 εδ. η ΚτΡ), καθώς και για εγκλήματα πολέμου που αναφέρονται στο άρθρο 8 παρ. 2 ΚτΡ, όπως η ανθρωποκτονία με πρόθεση, η σκληρή και απάνθρωπη μεταχείριση, η προσβολή της προσωπικής αξιοπρέπειας, η αποστέρηση από το δικαίωμα της δίκαιης δίκης, η δίωξη και επιβολή ποινών, αλλά και η διεξαγωγή εκτελέσεων χωρίς κατάλληλη δικαστική εξουσία, η εκ προθέσεως επίθεση εναντίον πολιτών, αντικειμένων που απαγορεύεται να χτυπηθούν στο πλαίσιο σύρραξης και αποστολών ανθρωπιστικής βοήθειας, η δολοφονία ή ο τραυματισμός ενός εχθρού πολεμιστή». (Coalition for the International Criminal Court, 2017)

Σύμφωνα, δε, με αναφορές από τη χώρα, περισσότεροι από 31.000 πολίτες έχουν χάσει τη ζωή τους στο Αφγανιστάν κατά τη χρονική περίοδο 2001-2016, ενώ τουλάχιστον 40.000 ακόμα έχουν τραυματιστεί κατά την ίδια περίοδο. (The International Criminal Court, 2017)

Στις 181 σελίδες της αναφοράς της προς το Τμήμα Προδικασίας του ΔΠΔ, η εισαγγελέας αποφαίνεται πως υπάρχει «επαρκής βάση» για το ότι, πράγματι, τα διεθνή εγκλήματα που αναφέρθηκαν παραπάνω, και υπάγονται στο ΚτΡ, τελέστηκαν στο Αφγανιστάν τόσο από τους Taliban και το συνεργαζόμενο με αυτούς Δίκτυο Haqqani, όσο και από μέλη των Δυνάμεων Ασφαλείας του Αφγανιστάν (Afghan National Security Forces – ANSF) και, κυρίως, την Αφγανική Υπηρεσία Πληροφοριών (National Directorate of Security – NDS). Ωστόσο, το αίτημα της εισαγγελέως για έρευνα δεν εξαντλείται εκεί, καθώς περαιτέρω ζητά να διερευνήσει υποτιθέμενα εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν στο Αφγανιστάν από τις Αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις (US Armed Forces), αλλά και την Αμερικανική Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών (CIA). (Coalition for the International Criminal Court, 2017)

Η υπόθεση κατά των Taliban είναι η αναμενόμενη, αφού και η ίδια η ηγεσία τους έχει ανοικτά ταχθεί υπέρ επιθέσεων εναντίον πολιτών, όπως διαπιστώνεται και από επίσημα έγγραφα της οργάνωσης, τα πιο χαρακτηριστικά από τα οποία είναι λίστες με ονόματα πολιτών που πρέπει να εξουδετερωθούν ή να φυλακιστούν. Η εισαγγελέας, κατά την προκαταρτική της εξέταση, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η παραπάνω ένοπλη ομάδα είναι υπεύθυνη για περισσότερους από 17.000 θανάτους αθώων πολιτών στο Αφγανιστάν, από τον Ιανουάριο του 2007 μέχρι τον Δεκέμβριο του 2015, και για περισσότερους από 7.000 σκόπιμους και στοχευμένους θανάτους. Τα εγκλήματα αυτά των Taliban αναφέρει ότι «έγιναν σε μεγάλη κλίμακα και βαρύτητα και ως μέρος ενός οργανωμένου σχεδίου». (Coalition for the International Criminal Court, 2017)

Στην υπόθεση αξιόποινων συμπεριφορών από πλευράς των Αφγανικών και Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων, μεγάλο μέρος της προκαταρκτικής εξέτασης φαίνεται να αφορά σημαντικές παραβιάσεις δικαιωμάτων κρατουμένων που σχετίζονται με την εμπόλεμη κατάσταση στη χώρα, ενώ αναφορά γίνεται συγκεκριμένα σε εγκλήματα πολέμου, όπως τα βασανιστήρια, τη σκληρή μεταχείριση, τις παραβιάσεις της προσωπικής αξιοπρέπειας, ενώ φτάνουν μέχρι τη χρήση σεξουαλικής βίας, αλλά και το βιασμό. (Coalition for the International Criminal Court, 2017)

Εξέταση Της Αξιόποινης Συμπεριφοράς Πολιτών Κρατών Που Δεν Είναι Μέλη Του ΚτΡ – Το Επιχείρημα Του ΔΠΔ Και Εκείνο Των Η.Π.Α.
Το Αφγανιστάν είναι κράτος-μέλος του Καταστατικού της Ρώμης και, συνεπώς, όπως ήδη αναφέρθηκε, το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία για διεθνή εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο έδαφός του μετά την 1η Μαΐου 2003. Αυτό καλύπτει, αρχικά, και χωρίς καμία αμφιβολία τους Taliban και τις Αφγανικές Ένοπλες Δυνάμεις. (The International Criminal Court, 2017) Πρέπει, ωστόσο, να εξεταστεί αν καλύπτει και τις Η.Π.Α., οι οποίες δεν είναι κράτος-μέλος του Καταστατικού. Τί συμβαίνει, λοιπόν, σε αυτή την περίπτωση; Πρόκειται για ένα ζήτημα μόνιμης αντιδικίας ανάμεσα στο Δικαστήριο και τις Η.Π.Α.. Σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ.2 του ΚτΡ, «το Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει τη δικαιοδοσία του αν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα Κράτη είναι Μέρη στο παρόν Καταστατικό, ή έχουν αποδεχθεί τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου». Το άρθρο 12 παρ.2 περ. α ΚτΡ αναφέρει πιο συγκεκριμένα «το Κράτος στο έδαφος του οποίου η συγκεκριμένη συμπεριφορά έλαβε χώρα», ενώ το άρθρο 12 παρ 2 περ. β «το Κράτος του οποίου ο/η κατηγορούμενος/κατηγορουμένη για έγκλημα είναι υπήκοος». Βάσει των παραπάνω, το ΔΠΔ ασκεί τη δικαιοδοσία του ανεξαρτήτως της εθνικότητας του υποτιθέμενου δράστη, με μόνες προϋποθέσεις ότι, αφενός, πρόκειται για έγκλημα που υπάγεται στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου, αφετέρου, ότι είναι έγκλημα που τελέστηκε εντός του εδάφους κράτους-μέλους του Καταστατικού. Αυτή είναι και η πάγια θέση του Διεθνούς Δικαστηρίου, βάσει της οποίας η εισαγγελέας θεωρεί οτι μπορεί να στραφεί και κατά Αμερικάνων πολιτών, αρκεί να αποδειχτεί οτι συντρέχουν τα παραπάνω. 

Οι Η.Π.Α., όμως, έχουν επανειλημμένως αμφισβητήσει τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου πάνω σε Αμερικανούς πολίτες, με το επιχείρημα οτι οι ίδιες δεν είναι κράτος μέλος του ΚτΡ. (Bosco, D., 2017) Παρά το εν λόγω επιχείρημα, τόσο από την πρακτική των κρατών, όσο και από τις απόψεις των περισσότερων καθηγητών Διεθνούς Δίκαιου φαίνεται οτι η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου είναι αδιαμφισβήτητη. (Whiting, A., 2017). Έχει, λοιπόν, ιδιαίτερο ενδιαφέρον πώς οι Η.Π.Α. θα αντιδράσουν σε περίπτωση ενδεχόμενης έρευνας. Στο παρελθόν, η κυβέρνηση Bush κράτησε σκληρή και εχθρική στάση προς το Δικαστήριο, πράγμα που άλλαξε η κυβέρνηση Obama, η οποία δεν δίστασε να συνδράμει το έργο του Δικαστηρίου σε αρκετές υποθέσεις. Τώρα, ο Πρόεδρος Trump έχει άλλο ένα δίλημμα μπροστά του. (Kersten, M., 2017)

Αν οι Η.Π.Α. επιλέξουν να αμφισβητήσουν επισήμως την έρευνα, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν αναγνωρίζουν την δικαιοδοσία του ΔΠΔ πάνω σε Αμερικανούς στρατιώτες, αναμφισβήτητα θα βασιστούν σ’ ένα επιχείρημα που έχει αναπτύξει ο Dr. Mike Newton, καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στη Νομική Σχολή του Vanderbilt. Σύμφωνα με το επιχείρημα αυτό, η «Συμφωνία για το Νομικό Καθεστώς των Δυνάμεων» (Status of Forces Agreement, SOFA) που υφίσταται μεταξύ του Αφγανιστάν και των Ηνωμένων Πολιτειών, εμποδίζει το ΔΠΔ να ασκήσει δικαιοδοσία επί μελών των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων. Η SOFA προβλέπει ρητά ότι οι Η.Π.Α. διατηρούν την αποκλειστική δικαιοδοσία για εγκλήματα που διαπράττονται από Αμερικανούς στρατιώτες. Ο Newton υποστηρίζει ότι, αναφορικά με τους Αμερικάνους στρατιώτες, το Αφγανιστάν δεν έχει αρμοδιότητα για να μεταβιβάζει στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Ωστόσο, τονίζει παράλληλα ότι η SOFA πιθανότατα δεν ισχύει για το προσωπικό της CIA, το οποίο και δεν ανήκει στις ένοπλες δυνάμεις των Η.Π.Α. και, επομένως, δεν το καλύπτει. Παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον Newton το τί θα συμβεί με τις κατηγορίες κατά μελών της CIA. (Heller, K. J., 2017) και (Newton, A. M. Dr., 2014)

Ένα άλλο επιχείρημα που, ενδεχομένως, θα προταθεί από την Αμερικανική πλευρά είναι ότι οι Η.Π.Α. πάντα διερευνούν όλους τους ισχυρισμούς που έχουν γίνει εναντίον μελών των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων για πιθανά εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, τόσο για εγκλήματα που έγιναν στο Αφγανιστάν, όσο και στο έδαφος άλλων χωρών με αμερικανική παρουσία. Συνεπώς, η εισαγγελέας του ΔΠΔ, βάσει της αρχής της συμπληρωματικότητας που θεσπίζει το Καταστατικό της Ρώμης, δεν πρέπει και δεν μπορεί να ξεκινήσει έρευνα σχετικά με τις Αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις, αφού η Αμερική διώκει αποτελεσματικά μόνη της όλους τους υπόλογους για πιθανά εγκλήματα που υπάγονται στην δικαιοδοσία του ΔΠΔ. (Schaefer, Β., 2017)

Ωστόσο, το επιχείρημα αυτό απαντάται εμμέσως από την ίδια την αναφορά της εισαγγελέως στο Τμήμα Προδικασίας. Εκεί γίνεται λόγος για «απουσία έρευνας και ποινικών διώξεων σε εθνικό επίπεδο ενάντια σε εκείνους που φαίνονται ως οι υπεύθυνοι για τα εγκλήματα που τελέστηκαν από τις Ένοπλες Δυνάμεις των Η.Π.Α.». Συνεπώς, καταλήγει στο ότι πληρούται, στην προκειμένη περίπτωση, η αρχή της συμπληρωματικότητας του ΔΠΔ. (The International Criminal Court, 2017)

Εστιάζοντας στις πιθανές κατηγορίες κατά μελών της Αμερικανικής Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (CIA), οι Η.Π.Α. ενδέχεται να αμφισβητήσουν την έρευνα λόγω της «σχετικά περιορισμένης κλίμακας τέλεσης των εικαζόμενων εγκλημάτων». Η Αμερικανική πλευρά ενδέχεται να υποστηρίξει οτι τα εικαζόμενα διεθνή εγκλήματα που προβάλλονται εναντίον των μελών της CIA στην Κατάσταση του Αφγανιστάν, δεν έχουν γίνει σε τέτοια κλίμακα που θα δικαιολογούσε μία υπόθεση εναντίον προσωπικού των Η.Π.Α., ειδικά αν συγκριθούν με το εύρος των τελεσθέντων εγκλημάτων κάθε άλλης πλευράς που εμπλέκεται στην Σύγκρουση στο Αφγανιστάν. Εν πάση περιπτώσει, θεωρούν ότι η Εισαγγελέας, κατά την επιλογή και την ιεράρχηση των υποθέσεων, θα πρέπει να επικεντρωθεί πρώτα στα σοβαρότερα, ευρύτερα και διαχρονικά εγκλήματα που φέρονται να διαπράχθηκαν από τους Taliban και την Αφγανική Κυβέρνηση, προτού καν εξετάσουν τους ισχυρισμούς εναντίον του προσωπικού των Η.Π.Α.. (Whiting, A., 2017)

Εντούτοις, ο αντίλογος στο επιχείρημα αυτό είναι πως για το Δικαστήριο δεν είναι τόσο σημαντικό το εύρος της κλίμακας, όσο η βαρύτητα που συγκεντρώνει το συγκεκριμένο έγκλημα που τελέστηκε. Πράγματι, το Δικαστήριο έχει ήδη διευρύνει σε αρκετές περιπτώσεις τη δικαιοδοσία του, και έχει ασκήσει δίωξη και για διεθνή εγκλήματα που τελέστηκαν σε περιορισμένη κλίμακα, όταν θεωρεί οτι αυτά τα εγκλήματα συγκεντρώνουν ιδιαίτερα μεγάλη βαρύτητα. Αυτό συνέβη για παράδειγμα με τις κατηγορίες κατά του Thomas Lubanga για τη στρατολόγηση παιδιών-στρατιωτών στην Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, ή κατά του Ahmad Al Mahd για την καταστροφή μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς στο Μάλι. 

Εν προκειμένω, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα εικαζόμενα εγκλήματα πολέμου που τελέστηκαν από μέλη της CIA -όπως αυτά των βασανιστηρίων, των παραβιάσεων της προσωπικής αξιοπρέπειας, της χρήσης σεξουαλικής βίας, αλλά και του βιασμού- είναι εξ’ορισμού ιδιαίτερα μεγάλης βαρύτητας, ανεξάρτητα από εύρος της κλίμακας τέλεσης τους. Άρα, το επιχείρημα αυτό των Η.Π.Α. δεν φαίνεται ιδιαίτερα πειστικό. (Whiting, A., 2017)

Από την άλλη, όπως υποστήριξε ο Dov Jacobs, καθηγητής Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Leiden, νομικό ενδιαφέρον έχει, επίσης, η πρόθεση της εισαγγελέα να διερευνήσει τα εγκλήματα που διέπραξε η CIA σε χώρους ανάκρισης που διαθέτει η Υπηρεσία στη Ρουμανία, τη Λιθουανία και την Πολωνία – πάντα στο πλαίσιο της Κατάστασης στο Αφγανιστάν. Στις περιπτώσεις αυτές δεν υπάρχει πρόβλημα διεθνούς δικαιοδοσίας, διότι τα κράτη αυτά είναι όλα μέλη του ΚτΡ και, συνεπώς, έχουν εκχωρήσει δικαιοδοσία στο ΔΠΔ. Ο Jacobs περεταίρω τονίζει ότι τίποτα στο Καταστατικό της Ρώμης δεν απαγορεύει στην εισαγγελέα να ορίσει μία Κατάσταση (όπως εδώ την Κατάσταση στο Αφγανιστάν) η οποία να περιλαμβάνει έδαφος πολλών κρατών-μελών του ΚτΡ, και όχι μόνο ενός. Σίγουρα, δεν είχαμε δει ποτέ μια τέτοια Κατάσταση ως τώρα, αλλά και ποτέ ως τώρα δεν είχαμε μία ενδεχόμενη έρευνα για τις Η.Π.Α.. (Heller, K. J., 2017)

Συμπερασματικά, σε κάθε περίπτωση, φαίνεται αμφίβολο ότι θα δούμε το ΔΠΔ να εκδίδει εντάλματα σύλληψης για Αμερικάνους στρατιώτες ή για πράκτορες της CIA οποιαδήποτε στιγμή σύντομα. Η εισαγγελέας αναμένεται να ξεκινήσει την επίσημη έρευνά της με εγκλήματα που διαπράττονται από τους Taliban, τα οποία θα είναι και πιο εύκολο να διερευνηθούν, αλλά και να ασκηθεί και ποινική δίωξη για αυτά, συγκριτικά με τα πιθανά αμερικανικά εγκλήματα. Αλλά, σε κάθε περίπτωση, είναι μια σημαντική ημέρα για το ΔΠΔ. Η εκκίνηση μίας έρευνας που θα μπορούσε να οδηγήσει στο να διωχθούν Αμερικανοί πολίτες, έστω και θεωρητικά, είναι μία αξιοσημείωτη ενέργεια γενναιότητας για ένα δικαστήριο που, δυστυχώς, μέχρι σήμερα έχει αποδειχθεί εν μέρει ανίσχυρο σε σχέση με εγκλήματα που διαπράττονται από κυβερνητικούς αξιωματούχους.

Η Αρχή Της Συμπληρωματικότητας Αναφορικά Με Την Κατάσταση Στο Αφγανιστάν

Στην αναφορά της εισαγγελέως για την προκαταρκτική εξέταση που διενεργήθηκε για την κατάσταση στο Αφγανιστάν, η οποία δημοσιεύτηκε στις 14 Νοέμβριου 2016, η εισαγγελέας αναφέρει οτι, μέχρι τον Νοέμβριο του 2016, κανένα μέλος ενόπλων ομάδων που δραστηριοποιούνται κατά της κυβέρνησης δεν έχει διωχθεί ποινικά από τα Αφγανικά δικαστήρια για τα αναφερόμενα στο ΚτΡ εγκλήματα, για το χρονικό διάστημα που το Δικαστήριο εξετάζει. Εν τω μεταξύ, βάσει της αναφοράς, μόνο δύο μέλη των Αφγανικών Υπηρεσιών Πληροφοριών έχουν διωχθεί για κακομεταχείριση κρατουμένων. Η κατάσταση έχει βελτιωθεί το 2017. Η Αφγανική Κυβέρνηση μοιράστηκε πληροφορίες με το ΔΠΔ που αφορούν 15 υποθέσεις εναντίον των οποίων έχει ασκηθεί ήδη ποινική δίωξη. Ωστόσο, με μια πιο προσεκτική ανάγνωση των υποθέσεων αυτών, διαπιστώνεται οτι πρόκειται για προσωπικό χαμηλού επιπέδου και μόνο δυο ανωτέρα στελέχη του Δικτύου Haqqani. Μάλιστα, από τα έγγραφα φαίνεται οτι οι συγκεκριμένες δυο ποινικές διώξεις, που κατέληξαν και σε θανατική καταδίκη, αφορούσαν το έγκλημα της χρηματοδότησης τρομοκρατών – το οποίο, άλλωστε, είναι έγκλημα εκτός της δικαιοδοσίας του ΔΠΔ. Φαίνεται, λοιπόν, οτι η Αφγανική κυβέρνηση δεν έχει λάβει σοβαρά υπόψιν το ζήτημα της ποινικής δίωξης κατά οποιουδήποτε έχει τελέσει εγκλήματα βάσει του ΚτΡ, πράγμα που προβληματίζει την εισαγγελέα του ΔΠΔ στην προκαταρκτική έρευνα της. (Afghanistan Analysts Network, 2017)

Επιπροσθέτως, θεωρείται εμπόδιο για την αποτελεσματική ποινική δίωξη των δραστών διεθνών εγκλημάτων στη χώρα, η ύπαρξη του Νομού Γενικής Αμνηστίας, ο οποίος ψηφίστηκε το 2007 από το Αφγανικό Κοινοβούλιο. Τεθειμένος σε ισχύ το 2009, ο «Νόμος για τη Δημόσια Αμνηστία και Διεθνή Ασφάλεια» αποτέλεσε τη βάση για μια προσπάθεια ειρήνης και σταθερότητας στη χώρα. Ωστόσο, ο Νόμος αυτός παρέχει νομική αμνηστία σε όλες τις εμπλεκόμενες στον πόλεμο πλευρές, συμπεριλαμβανομένων και των ενόπλων ομάδων που μάχονται τη νόμιμη κυβέρνηση του Αφγανιστάν, χωρίς κανένα χρονικό περιορισμό στην εφαρμογή του ή κάποια εξαίρεση για τα διεθνή εγκλήματα που εμπίπτουν στο ΚτΡ. Και παρ’όλο που η Κυβέρνηση του Αφγανιστάν έχει υποστηρίξει ότι ούτε ο νόμος αμνηστίας, ούτε και κάποια από τις συμφωνίες ειρήνης που έγιναν με ένοπλες ομάδες, δεν παρέχει απόλυτη αμνηστία, ειδικά για τα εγκλήματα του ΚτΡ, η εισαγγελέας έκρινε ότι οι αναφορές των ερευνών, αλλά και των διώξεων από τις Αφγανικές αρχές, οι οποίες κατατέθηκαν στο Δικαστήριο, τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 2017, αποτυγχάνουν να αποτελέσουν «επαρκή βάση» για μία επιτυχημένη ποινική αντιμετώπιση διεθνών εγκλημάτων εκ μέρους της Αφγανικής Δικαιοσύνης (Afghanistan Analysts Network, 2017). Διαπιστώνει, λοιπόν, ότι πληρούται, στην προκειμένη περίπτωση, η αρχή της συμπληρωματικότητας. (The International Criminal Court, 2017)

Επίλογος

Τί θα συμβεί, επομένως, στη συνέχεια; Το Προδικαστικό Τμήμα θα εξετάσει την αίτηση της εισαγγελέα για επίσημη έρευνα, καθώς και όλα τα αποδεικτικά στοιχεία, για να διαπιστώσει εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έναρξη αυτής. Εάν επιτρέψει την έρευνα, τότε η εισαγγελέας θα ξεκινήσει αυτό που θα είναι σίγουρα μία δύσκολη -αν όχι σχεδόν αδύνατη- διερεύνηση. (Whiting, A., 2017)

Βρισκόμαστε σε μία χρονική περίοδο που το Αφγανιστάν αγωνίζεται να βγει από τη σκιά του πολέμου και των μαζικών φρικαλεοτήτων, μ’ ένα σχεδόν αδύνατο καθήκον – να εντοπίσει τους δράστες σε μία κοινωνία που έχει δοκιμαστεί όσο καμία άλλη. Η δυναμική της διερεύνησης του ΔΠΔ για τα σοβαρά διεθνή εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο Αφγανιστάν από μέλη των Taliban, των Αφγανικών Ενόπλων Δυνάμεων και των Ενόπλων Δυνάμεων των Η.Π.Α. προσφέρει μία άνευ προηγουμένου ελπίδα για λογοδοσία. Με έμφαση σε όλους όσους βρίσκονται σε θέση ισχύος και οι οποίοι, για χρόνια, έμεναν ατιμώρητοι, μία έρευνα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου θα επέτρεπε στον Αφγανικό λαό να βρει δικαιοσύνη. Παράλληλα, το ΔΠΔ θα είναι το πρώτο forum που θα εξετάσει και θα διερευνήσει τα υποτιθέμενα εγκλήματα πολέμου ανώτερων αξιωματούχων των Η.Π.Α.. Αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει νομιμοποίηση για ένα Δικαστήριο, το οποίο πολλοί πίστευαν ότι δεν θα μπορούσε να αντέξει στις παγκόσμιες δυνάμεις. (Wahaj, M., 2017)

Η ευκαιρία για δικαιοσύνη στο Αφγανιστάν δεν πρέπει να χαθεί και δεν πρέπει να επισκιάζεται από ενδεχόμενη εχθρότητα των Ηνωμένων Πολιτειών, όσον αφορά την ένταξη του προσωπικού της στο πεδίο της έρευνας. Μία ανεξάρτητη έρευνα που θα αντιμετωπίζει ευθέως όλα τα μέρη της σύγκρουσης είναι η απαραίτητη προϋπόθεση, ώστε το Αφγανιστάν να εισέλθει σε μια νέα τροχιά. Άλλωστε, ο αφγανικός λαός χρειάζεται να ακούσει πια έναν ειλικρινή απολογισμό για τις φρικαλεότητες που έχουν διαπραχθεί στη γη που είναι από καιρό «το νεκροταφείο της δικαιοσύνης». (Wahaj, M., 2017)

Ωστόσο, είναι ξεκάθαρο ότι το ΔΠΔ θα αντιμετωπίσει τεράστιες προκλήσεις σ’ αυτή του την έρευνα. Ο βασικός λόγος είναι πως το Δικαστήριο έχει εξαιρετικά περιορισμένες δυνάμεις έρευνας και εξαρτάται -σχεδόν εξ’ ολοκλήρου- από τη συνεργασία των κρατών για τη συλλογή πληροφοριών, αλλά και την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης. Στην περίπτωση αυτή, όπως αναπτύχθηκε αναλυτικά και παραπάνω, δεν θα πρέπει να αναμένεται συνεργασία από την κυβέρνηση του Αφγανιστάν, τους Taliban ή τις Η.Π.Α.. Σε κάθε περίπτωση, είναι εμφανές ότι το Δικαστήριο ποτέ δεν θα έχει πλήρη συνεργασία με τα κράτη των οποίων αξιωματούχοι αποτελούν αντικείμενο έρευνας. Δεν υπάρχει, λοιπόν, αμφιβολία ότι θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για το ΔΠΔ να αναπτύξει αποδεικτικά στοιχεία που να θεμελιώνουν την υπαιτιότητα πέραν εύλογης αμφιβολίας. Η έρευνα, συνεπώς, αναμένεται να διαρκέσει για χρόνια, ενώ τα αποτελέσματά της κρίνονται αβέβαια. (Kersten, M., 2017)

http://dia-kosmos.blogspot.gr/

Comments