“Το ανάλογο αξίωμα της κοινωνικής μηχανικής είναι: Αν κάτι δεν έχει αναφερθεί, δεν συνέβη ποτέ”
"Σε Έναν Κόσμο Προπαγάνδας, Η Αλήθεια Είναι Πάντα Μια Συνωμοσία"
"Το Ποιο Επικίνδυνο Από Όλα Τα Ηθικά Διλήμματα Είναι Όταν, Είμαστε Υποχρεωμένοι Να Κρύβουμε Την Αλήθεια Για Να Βοηθήσουμε Την Αλήθεια Να Νικήσει"

ΑΡΧΕΓΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: ό χορός πού είχε ιστορήσει στήν ασπίδα τού Άχιλλέα ο 'Ήφαιστος

 Ή μουσική, το τραγούδι καί ό χορός στήν Ίλιάδα τού Όμηρου

ΟΙ ΧΟΡΕΥΤΡΙΕΣ ΤΩΝ ΔΕΛΦΩΝ

Τοΰ Γυμνασιάρχου ΕΜΜ. ΒΑΛΣΑΜΙΔΗ

Αντί μέσα στις πολλές δραστηριότητες ένός σχολείου πού δταν τό θέλουμε γίνεται ένα πολύ ζωντανό σύνολο, πολύ νωρίς, γύρω στά 1962 βρεθήκαμε μπλεγμένοι σ’ ένα δρόμο πού ποτέ δέν φανταζόμασταν ότι θα μας οδηγούσε τόσο ψηλά.

Για κάλυψη τοπικών αναγκών φτιάξαμε μια χορευτική ομάδα, συγκεντρώσαμε λαογραφικό υλικό, αγοράσαμε ή κατασκευάσαμε κοστούμια παραδοσιακά καί είχαμε εμφανίσεις δειλά δειλά στην Νάουσα πρώτα καί μετά εδώ γύρω, Βέροια — Γιαννιτσά κ.λ.π.

Στό σημείωμά μου αυτό δέν θά καταπιαστώ μέ τό που έφτασε εκείνη ή προσπάθεια καί πώς έφθασε. Πολλά είναι γνωστά, πολλά είναι άγνωστα, μια ολόκληρη ιστορία.

Εκείνο όμως πού είμαι υποχρεωμένος νά πώ είναι δτι τό μπλέξιμο μ’ αυτή την προσπάθεια μας έφερε πολύ κοντά στήν τοπική παράδοση καί τις ρίζες της καί ήδη έχω κάνει στό εξωτερικό σχετικές ανακοινώσεις.

Πολλοί λένε καί μάλιστα έπίσημα, εντελώς όμως αναρμόδια, ότι ή Ιστορία τών τοπικών μας εθίμων είναι ιστορία 150 χρόνιαν. 

Άτυχη ή θέση, γιά νά μή χρησιμοποιήσω άλλο χαρακτηρισμό.

Ή υπόθεση τού χορού καί τών δρωμένων δέν είναι καθόλου μικρή υπόθεση. Ή έκτασή της ποσοτική, ποιοτική καί χρονική είναι πολύ μεγάλη.

Γι' αυτό μέ υπομονή πολλή, στις φιλόξενες στήλες τού περιοδικού μας «Νιάουστα» θά δώσω μερικές σελίδες δουλειάς μου γύρω άπό τό θέμα, μέ υπομονή λέγω πολλή καί πολλή αγάπη.

Σελίδα πρώτη: Ή μουσική, το τραγούδι καί ό χορός στήν Ίλιάδα τού Όμηρου.

Ή Ίλιάδα είναι ένα έπικό ποίημα σέ 24 ραψωδίες μέ πάνω άπό 1500 στίχους γραμμένους σέ δακτυλικό έξάμετρο. Άναφέρεται στή σκληρή σύγκρουση τών 'Ελλήνων καί τών Τρώων στή διάρκεια τού τελευταίου έτους τού τρωΐκού πολέμου.

Κατά τήν μεγαλύτερη διάρκεια του έπους αυτού ό Άχιλλέας απέχει άπό τις μάχες θυμωμένος άπο τόν Άγαμέμνονα πού έντελώς αυθαίρετα καί άπρεπα τού άφήρεσε τήν Βρισηίδα. 

Γι’ αυτό καί τό έπος ξεκινάει μέ τούς στίχους:

«Μήνΐν άειδε, θεά Πηληιάδεω
Άχιλήος
ούλομένην, ή μυρΐ Άχαιοΐς άλγε
εθηκε...»

«Ψάλλε, θεά τόν τρομερό θυμό τού
Αχίλλεως
πώς έγινε στους Αχαιούς αρχή
πολλών δακρύων»

Παρ’ ότι όλο τό ποίημα είναι διήγηση σκληρών μαχών, παρά ταύτα υπάρχουν ορισμένα ξέφωτα καί μέσα σ’ αυτά μεταφορές στήν ζωή τών ανθρώπων καί περιγραφές ηθών καί εθίμων της εποχής πού γράφηκε τό έπος καί άναφόρές σέ παλαιότερα χρόνια.

Στό σημείωμά μας αυτό δέν θα καταπιαστούμε μέ τό ομηρικό πρόβλημα, πάντως πρέπει νά υπογραμμίσουμε πώς στην Ίλιάδα που είναι πιό παλιά από την ’Οδύσσεια συγχωνεύονται πολιτιστικά στοιχεία τής εποχής τής συγγραφής, άλλα και προγενέστερα.

Στην εποχή τού Όμηρου άδιαφιλονίκητα είναι γνωστοί μεγάλοι μουσικοί πού τραγουδούν τά έργα των θεών, κατορθώματα ηρώων, τά ανθρώπινα πάθη, την ομορφιά τής φύσης. Τά στοιχεία αυτά υπάρχουν καί μέσα στην Ιδια την Ίλιάδα σάν έργο τού Ιδιου τού τραγουδιστή.

Στην ραψωδία Α' στίχοι 472— 474 (Μετάφραση Πολυλά, 1974), ό "Ομηρος γράφει:

«Καί, εξιλέωναν τους θεούς μέ άσματα όλη μέρα Καλόν παιάνα ψάλλοντας των ’Αχαιών τ’ αγόρια καί ό μακροβόλος ακούε κι’ εύφραίνετο ή ψυχή του»

Στην ραψωδία Β’ στίχοι 591 καί εξής, οπίου άναφέρεται τό Δώρο άνάμεσα στις πόλεις πού έστειλαν στρατό στην Τροία, ό ποιητής θυμάται τόν φημισμένο Θράκα μουσικό πού καυχόταν πώς μπορούσε νά τά βάλει καί μέ τις μούσες.

Εκεί στο Δώριο οί Μούσες: 

«ήβραν τον Θράκα Θάμυρίν καί άλάλητον τόν κάμαν 
ώς γύριζε άπ’ τόν Εύρυτον τόν άρχον Οίχαλίας• 
πώς θά νικούσ’ έπαίρονταν αυτός καί αν τραγουδούσαν 
οί Μούσες κόρες τού Διός κι’ εκείνες χολωμένες 
τόν τύφλωσαν καί τής ωδής τό χάρισμα τό θειον 
καί ακόμη τό κιθάρισμα τόν κάμαν ν’ άστοχήση»

Στην ραψωδία I. στούς στίχους 184 καί εξής ό ποιητής άναφέρεται στον ερχομό των απεσταλμένων άπό τούς Έλληνες για συνδιαλλαγή στή σκηνή τού Άχιλλέα. 
Χαρακτηριστική είναι, ή εικόνα τού Άχιλλέα πού άντικρύζουν οί απεσταλμένοι. 

Άς άφήσουμε τόν "Ομηρο νά μάς μιλήσει :

«Στών Μηρμιδόνων τις σκηνές εφθάσαν εις τά πλοία 
κι ήβραν αυτόν τό πνεύμα του νά τέρπη μέ γλυκείαν 
καλήν κιθάραν τεχνικήν μ’ όλάργυρον τόν πήχυν, 
που διάλέξ' άπ’ τά λάφυρα’ την πόλιν όταν πήρε 
τού Άετίωνος αυτός καί τήν ψυχήν μ’ εκείνην 
ίλάρωνε καί τών άνδρών τές δόξες έτραγούδα. 
Κι ό Πάτροκλος εκάθονταν άπέναντί του μόνος 
σιωπηλός κι’ άνάμενε νά παύση τό τραγούδι».

Στην ραψωδία Σ, στούς στίχους 524, 525 καί 568 καί εξής έχουμε θαυμάσιες άναφορές στή χρήση τής μουσικής καί τού τραγουδιού: 

«Γρήγορα εκείνες έπρόβαλαν καί δυό βοσκοί κατόπιν 
καί τούτοι ανυποψίαστοι μέ σύριγγες έπαίζαν»

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

«Γλυκιάν κιθάραν έπαιζε στην μέσην τους αγόρι 
καί μέ τήν λυγερή λαλιά τόν λίνον τραγουδούσε 
μελωδικά καί δλοι μαζί τριγύρω του έσκιρτοΰσαν 
και τές φωνές τους έσμιγαν μέ τό γλυκό τραγούδι» 

Ή μουσική καί τό τραγούδι γιά τούς αρχαίους ήταν τέχνη θεάρεστη καί θεόσδοτη. Ή λεπτότερη ευτυχία βρίσκεται στήν γεύση τής μουσικής, τή βίωση τών λεπτών της συγκινήσεων. 

Δεν είναι παράξενο πώς καί οί άρνηταί των ανθρωπίνων αξιών καί τής αξίας τής ζωής Νίτσε καί Σοπενχάουερ έξαιρούν τήν μουσική από το γενικό ξεθεμέλιωμα και θέλουν να βρούν στή μουσική λυτρωτικές δυνάμεις.

Στή ραψωδία Α' υπάρχει μια περιγραφή συμποσίου των θεών στόν "Ολυμπο. Στους στίχους 601 καί εξής εχουμε σαν κατάληξη του τραπέζιου τό τραγούδι.

«Αυτού έτρώγαν κι’ έπιναν ολήμερα ώς τό δείλι, 
κι* όλες χαρήκαν οι καρδιές τό ισόμοιρο τραπέζι, 
τού Φοίβου «κόμη την λαμπρόν κιθάραν καί τές Μούσες 
κι έψαλλαν καλόφωνα μέ την σειράν τους όλες 
Κι' άμα τού ήλιου βύθισε τό φως καθείς επήγε 
νά κοιμηθή στό δώμα του...».

Βέβαια γιά τούς άνθρώπους υπάρχει καί ένα άλλο είδος τραγουδιού, ό θρήνος. Καί τό είδος αυτό μνημονεύεται στην Ίλιάδα. Χαρακτηριστικές είναι οί σκηνές πού ξετυλίγονται στό σπίτι τού Πρίαμου στό θρήνο τού Έκτορα. 

Ξεκινούμε από τόν στίχο 721 τής ραψωδίας Ω καί φτάνουμε μέ τούς θρήνους τής ’Ανδρομάχης, τής ’Εκάβης καί τής 'Ελένης στό στίχο 776. 

Τό περιεχόμενο τών θρήνων έχει τίς όμοιοτητές του καί τή συνέχεια του στά σημερινά μοιρολόγια.

Αύτά γιά τή μουσική καί τό τραγούδι. 

Ό χορός; 

Κι ο χορός τό ίδιο μνημονεύεται ολοκάθαρα στήν Ίλιάδα. Ξεχωρίζουν όνόματα χορευτών καί χορευτριών καί είναι ό κύριος χορός σέ μεγάλη τιμή στους ειρηνικούς και καιρούς.

Στήν ραψωδία Σ, στους στίχους 490 καί έξής υπάρχει μια περιγραφή μιας γαμήλιας γιορτής.

«Στήν μίαν (πολιτείαν) γίνονταν τού γάμου χαροκόπι
 νυφάδες άπ' τά γονικά συνώδευαν στήν πόλιν 
μέ τά δαδιά καί αλαλαγμός σηκώνετο υμεναίου' 
και αγόρια κει στριφογυρνούν είς τόν χορόν τεχνίτες, 
αυλοί, κιθάρες αντηχούν στήν μέσην καί οί γυναίκες 
όλόρθες είς τά πρόθυρα θωρούσαν κι έθαυμάζαν* 

Άναρωτιέται κανείς άν άλλαξαν πολλά πράγματα από τότε!

Βέβαια χόρευαν καί οί κοπέλλες. Κι είχαν χορούς μέ όνόματα. 

Ένας άπ’ αυτούς ήταν ό χορός τής χρυσοτόξου Άρτέμιδος. 

Αύτόν τό χορό χόρευε ή Πολυμήλη ή Καλάχορη μέ συνομήλικες της, όταν την αγάπησε ό αντίκακος 'Ερμής (Ραψ. Π στ. 181—183).

Χορευτή άποκαλεΐ ό Αινείας τόν αντίπαλό του Μηριόνη στή ραψωδία Π στόν στίχο 617. Ό Μηριόνης είναι ανδρείος πολέμαρχος τών Κρητών, πού φαίνεται ήταν ξακουστός χορευτής. Άν λέγαμε, άφού είναι πολέμαρχος Κρητικός, θάναι καί χορευτής, θά κρίναμε άραγε μόνο μέ τά σημερινά μέτρα;

Ή παρακάτω περιγραφή δείχνει πόσο λίγα είναι τά χρόνια πού πέρασαν απ’ τά χρόνια τής Ίλιάδας μέχρι σήμερα καί πόσο λίγο άλλαξαν, άν άλλαξαν, τά έθιμά μας.

Αντιγράφουμε από τούς στίχους 589 μέχρι τόν 605 τής ραψωδίας Σ, όπου περιγράφεται ό χορός πού είχε Ιστορήσει στήν ασπίδα τού Άχιλλέα ο 'Ήφαιστος.

«Κι έναν χορόν Ιστόρησεν ό μέγας ζαβοπόδης. 
όμοιον μ’ αύτόν πού ό Δαίδαλος είχε φιλοτεχνήσει 
τής ’Αριάδνης τής λαμπρής εις τής Κνωσσοΰ τά μέρη 
’Αγόρια εκεί, πολύπροικες παρθένες έχορεύαν 
κι εγύριζαν χειροπιαστοί- κι οί κόρες εφορούσαν 
λινά ένδιματα λεπτά, κι είχαν τά παλικάρια 
από τό λάδι λαμπερούς καλόγουστους χιτώνες. 

Λαμπρά στεφάνια είχαν αυτές, είχαν χρυσά εκείνοι 
μαχαίρια πού απ’ αργυρούς κρεμιόταν τελαμώνες 
ωσάν (ό) σταμνάς, όπου τροχόν αρμόδιον στήν παλάμην 
τήν τριγυρνα καθήμενος να δοκιμάση αν τρέχη, 
καί πότε αράδα έτρεχαν αντίκρυ στήν αράδα 
Και τόν άσύγκριτον χορόν τριγύρω εδιασκεδάζαν 
πόλις λαός καί ανάμεσα ό άοιδός ό θείος
κιθάριζε• καί ώς άρχιζεν εκείνος τό τραγούδι
δυό χορευτές στή μέση τους πηδούσαν κι’ εγυρίζαν»

Η ΑΣΠΙΔΑ ΤΩΝ ΔΕΛΦΩΝ

Comments