“Το ανάλογο αξίωμα της κοινωνικής μηχανικής είναι: Αν κάτι δεν έχει αναφερθεί, δεν συνέβη ποτέ”
"Σε Έναν Κόσμο Προπαγάνδας, Η Αλήθεια Είναι Πάντα Μια Συνωμοσία"
"Το Ποιο Επικίνδυνο Από Όλα Τα Ηθικά Διλήμματα Είναι Όταν, Είμαστε Υποχρεωμένοι Να Κρύβουμε Την Αλήθεια Για Να Βοηθήσουμε Την Αλήθεια Να Νικήσει"

Συνθήκη του Καρς

Η Συνθήκη του Καρς (τουρκικά: Kars Antlaşması, ρωσικά: Карсский договор‎, γεωργιανά: ყარსის ხელშეკრულება, αρμενικά: Կարսի պայմանագիր‎, αζερικά: Qars müqaviləsi‎) ήταν συνθήκη ειρήνης η οποία όριζε τα κοινά σύνορα μεταξύ της Τουρκίας και των τριών υπερκαυκάσιων δημοκρατιών της Σοβιετικής Ένωσης (οι σημερινές ανεξάρτητες δημοκρατίες της Αρμενίας, της Γεωργίας και του Αζερμπαϊτζάν).[3][4] Η συνθήκη υπεγράφη στην πόλη του Καρς, στις 13 Οκτωβρίου 1921.[1][2]

Υπογράφοντες

Η συνθήκη υπεγράφη από τον στρατηγό και εκπρόσωπο της Τουρκικής Προσωρινής Κυβερνήσεως Καζίμ Καραμπεκίρ, τον βουλευτή και διοικητή του Ανατολικού Μετώπου Βελί Μπέη, τον βουλευτή Μουχτάρ Μπέη, καθώς και τον πρέσβη Μεμντούχ Σεβκέτ Πασά, τον Ρώσο Σοβιετικό πρέσβη Γιακόφ Γκανέτσκι, τον Αρμένιο Σοβιετικό Υπουργό Εξωτερικών Υποθέσεων Ασκανάζ Μραβιάν και τον Υπουργό Εσωτερικών Υποθέσεων Πογός Μακιντσιάν, τον Αζέρο Σοβιετικό Υπουργό Κρατικού Ελέγχου Μπεχμπούντ Σαχταχτίνσκι, καθώς και τον Γεωργιανό Σοβιετικό Υπουργό Στρατιωτικών και Ναυτικών Υποθέσεων Σάλβα Ελιάβα και τον Υπουργό Εξωτερικών Υποθέσεων και Οικονομικών Υποθέσεων Αλεξάντρ Σβανίντζε.[1]

Προσπάθεια ακύρωσης από την ΕΣΣΔ

Μετά το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Σοβιετική Ένωση επιχείρησε να ακυρώσει την Συνθήκη του Καρς
και να ανακτήσει τα απολεσθέντα εδάφη της. Σύμφωνα με τον Νικίτα Χρουστσόφ, ο αντιπρόεδρος Λαβρέντι Μπέρια παρότρυνε τον συμπατριώτη του Γεωργιανό Ιωσήφ Στάλιν προκειμένου, ο τελευταίος, να αναλάβει δράση επί του συγκεκριμένου ζητήματος, επιμένοντας στην επιστροφή των συγκεκριμένων ιστορικών γεωργιανών εδαφών.[17][18] Τελικώς, ο Στάλιν συμφώνησε και, στις 7 Ιουνίου 1945, ο Σοβιετικός Υπουργός Εξωτερικών Υποθέσεων Βιατσεσλάβ Μόλοτοφ ενημέρωσε τον Τούρκο πρέσβη στη Μόσχα πως οι επαρχίες του Καρς, του Αρνταχάν και του Αρτβίν θα έπρεπε να επιστραφούν στην ΕΣΣΔ, εις το όνομα των γεωργιανών και αρμενικών σοβιετικών δημοκρατιών.[18][19] Η Άγκυρα βρέθηκε σε δυσχερή θέση: από την μία πλευρά, επιθυμούσε την διατήρηση καλών σχέσεων με την Μόσχα, ωστόσο, από την άλλη πλευρά, αρνείτο την παραχώρηση των συγκεκριμένων εδαφών. Η Τουρκία ουδόλως ευρισκόταν σε κατάλληλη κατάσταση προκειμένου να διεξάγει πόλεμο εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία είχε αναδειχθεί ως υπερδύναμη μετά το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.[18] Οι σοβιετικές εδαφικές διεκδικήσεις επί της Τουρκίας έχαιραν της υποστήριξης του Αρμένιου Καθολικού Γεωργίου ΣΤ΄, καθώς και του συνόλου της αρμενικής διασποράς, συμπεριλαμβανομένης, ακόμη, της αντισοβιετικής Αρμενικής Επαναστατικής Ομοσπονδίας.[18] Η σοβιετική κυβέρνηση, επίσης, ενθάρρυνε τον επαναπατρισμό των απόδημων Αρμενίων στη Σοβιετική Αρμενία προς υποστήριξη των συγκεκριμένων διεκδικήσεων.[19][20]

Οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί αντετίθεντο στις σοβιετικές εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της Τουρκίας. Καθώς ο Ψυχρός Πόλεμος ξεκινούσε, η αμερικανική κυβέρνηση θεώρησε τις συγκεκριμένες διεκδικήσεις ως μέρος μίας «κίνησης επεκτατισμού εκ μέρους μίας κομμουνιστικής αυτοκρατορίας», καθώς και ως μία ενθύμηση των ναζιστικών αλυτρωτικών σχεδίων επί της Σουδητίας, στην Τσεχοσλοβακία.[18] Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανησυχούσε σχετικά με την στρατηγική στρατιωτική σημασία του υψιπέδου του Καρς για τους Σοβιετικούς.[21] Κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η προγενέστερη υποστήριξή τους υπέρ της Αρμενίας από την περίοδο του Προέδρου Γούντροου Ουίλσον (1913-1921) είχε εκπνεύσει, κατόπιν της απώλειας της αρμενικής ανεξαρτησίας.[21] Η ΕΣΣΔ, επίσης, απαιτούσε μία αναθεώρηση της Συμβάσεως του Μοντρέ, καθώς και μία στρατιωτική βάση επί των Τουρκικών Στενών.[19] Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ συνέστησε στον Πρόεδρο των ΗΠΑ Χάρι Σ. Τρούμαν να υποστηρίξει την Τουρκία, στη συγκεκριμένη διαμάχη, και να αντιταχθεί στις σοβιετικές απαιτήσεις, πράγμα το οποίο και έκανε. Το 1952, η Τουρκία εντάχθηκε στην αντισοβιετική στρατιωτική συμμαχία του NATO.[21]

Έπειτα από τον θάνατο του Στάλιν, το 1953, η σοβιετική κυβέρνηση παραιτήθηκε των εδαφικών διεκδικήσεών της εις βάρος της Τουρκίας, ως μέρος μίας προσπάθειας προώθησης φιλικών σχέσεων με την χώρα της Μέσης Ανατολικής, καθώς και την σύμμαχό της, τις Ηνωμένες Πολιτείες.[20] Η ΕΣΣΔ εξακολούθησε να τηρεί τους όρους της Συνθήκης του Καρς, έως και την διάλυσή της, το 1991. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Κρίστοφερ Τζ. Ουόλκερ, η Μόσχα προχώρησε σε αναθεώρηση της συγκεκριμένης συνθήκης το 1968, όταν και επιχείρησε την διαπραγμάτευση μίας προσαρμογής των συνόρων με την Τουρκία, στα πλαίσια της οποίας, τα ερείπια του Ανί θα τίθονταν υπό τον έλεγχο της Σοβιετικής Αρμενίας, ενώ, ως αντάλλαγμα, η Τουρκία θα έθετε υπό τον έλεγχό της δύο αζερικά χωριά στην περιοχή του Όρους Ακμπαμπά. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Ουόλκερ, τίποτε δεν προέκυψε από τις συγκεκριμένες διαπραγματεύσεις.[22]

Θέση της Δημοκρατίας της Αρμενίας

Έπειτα από την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, οι μετασοβιετικές κυβερνήσεις της Ρωσίας, της Γεωργίας και του Αζερμπαϊτζάν αποδέχθηκαν την Συνθήκη του Καρς. Ωστόσο, η θέση της Αρμενίας ήταν διαφορετική, λόγω της απουσίας διπλωματικών σχέσεων μεταξύ της Τουρκίας και της Αρμενίας. Τον Δεκέμβριο του 2006, ο, τότε, Υπουργός Εξωτερικών Υποθέσεων του Ερεβάν, Βαρτάν Οσκανιάν, δήλωσε πως η Αρμενία αποδέχεται την Συνθήκη του Καρς ως ο νόμιμος διάδοχος της Αρμενικής ΣΣΔ, ωστόσο, σημείωσε πως η Τουρκία δεν τηρούσε τους όρους της συνθήκης.[23] Συγκεκριμένα, το άρθρο 17 της συνθήκης απευθύνει έκκληση για «ελευθερία διελεύσεως φυσικών προσώπων και εμπορευμάτων, δίχως το οποιοδήποτε εμπόδιο» μεταξύ των υπογραφόντων, ενώ, επίσης, ορίζει πως οι εμπλεκόμενες πλευρές θα λάβουν «όλα τα απαραίτητα μέτρα, προκειμένου να διατηρηθούν και να αναπτυχθούν, το ταχύτερο δυνατό, σιδηρόδρομος, τηλέγραφος, καθώς και άλλες μορφές επικοινωνίας.»[2]

Ωστόσο, λόγω εντάσεων μεταξύ της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν επί του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, η Τουρκία προχώρησε στο κλείσιμο των χερσαίων συνόρων της με την Αρμενία, καθώς και στη διακοπή των διπλωματικών σχέσεών της με την τελευταία, με συνέπεια την παραβίαση του συγκεκριμένου άρθρου. Ο Οσκανιάν ανέφερε πως, μέσω της συγκεκριμένης ενέργειας, η Τουρκία έθετε υπό αμφισβήτηση την εγκυρότητα της συνθήκης.[23]



Το άγνωστο οικονομικό παιχνίδι μεταξύ Ρωσίας και Δύσης. 

Την μέχρι σήμερα άγνωστη τράπεζα VEB, βλέπει πίσω από τις κινήσεις Πούτιν , σε Ιράν, Συρία και Τουρκία, με στόχο τους ενεργειακούς πόρους και τους αγωγούς στη περιοχή, ο οικονομολόγος και αρθρογράφος στην Aegean Times, Γιώργος Αδαλής , μιλώντας στον 98.4 και αναφερόμενος στη βαθύτερη και αθέατη πλευρά της συνάντησης Ερντογάν με Πούτιν και Ροχανί στην Άγκυρα.

Ποιοί πραγματικά πολεμούν , ποιους και με ποιους στη Συρία, γιατί τελικά τα συμφέροντα Ρωσίας –Ιράν και Τουρκίας στη Συρία είναι αντικρουόμενα , γιατί ο πυρηνικός σταθμός στο Ακουγιού δεν θα πρέπει να θεωρείται δεοδμένος και κυρίως το άγνωστο οικονομικό παιχνίδι στη ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, στη Μέση και Εγγύς Ανατολή, παρουσίασε ο οικονομολόγος Γιώργος Αδαλής , με βάση στοιχεία και δεδομένα οικονομικών αναλύσεων. Μάλιστα αναφέρθηκε στην μέχρι σήμερα άγνωστη τράπεζα VEB, που βλέπει πίσω από τις κινήσεις Πούτιν , σε Ιράν, Συρία και Τουρκία, με στόχο τους ενεργειακούς πόρους και τους αγωγούς στη περιοχή.

http://dia-kosmos.blogspot.gr/

Comments