“Το ανάλογο αξίωμα της κοινωνικής μηχανικής είναι: Αν κάτι δεν έχει αναφερθεί, δεν συνέβη ποτέ”
"Σε Έναν Κόσμο Προπαγάνδας, Η Αλήθεια Είναι Πάντα Μια Συνωμοσία"
"Το Ποιο Επικίνδυνο Από Όλα Τα Ηθικά Διλήμματα Είναι Όταν, Είμαστε Υποχρεωμένοι Να Κρύβουμε Την Αλήθεια Για Να Βοηθήσουμε Την Αλήθεια Να Νικήσει"

Υπερασπιζόμενος τη μεταφυσική

Κατ’ αρχάς, ο όρος ‘μεταφυσική,’ όπως τον εννοώ και τον εκπροσωπώ, είναι απλώς ένα παρωνύμιο του όρου ‘οντολογία.’ Οντολογία (ή μεταφυσική) είναι ο κλάδος της φιλοσοφίας που ασχολείται με τη φύση του όντος, το τελικό νόημα της ύπαρξης και, γενικώς, με την ιδία την έννοια της πραγματικότητας. 

Η οντολογία απέκτησε το παρωνύμιο μεταφυσική κυρίως επειδή ο περιπατητικός και Αριστοτελικός φιλόσοφος Ανδρόνικος ο Ρόδιος (πρώτος αιώνα π.Χ.), επιμελούμενος την έκδοση των απάντων του Αριστοτέλη, τοποθέτησε το οντολογικό σύγγραμμα του Αριστοτέλη με τίτλο Πρώτη Φιλοσοφία μετά από το έργο του Αριστοτέλη με τίτλο Φυσικά, και, έτσι, προέκυψε η συνήθεια πολλοί να αναφέρονται στα οντολογικά συγγράμματα του Αριστοτέλη ως εκείνα τα οποία βρίσκονται μετά τα φυσικά του συγγράμματα∙ εξ ου και ο όρος ‘μεταφυσικά’ ή ‘μεταφυσική.’

Δυστυχώς, συν τω χρόνω, ιδιαιτέρως τον δέκατο ένατο και τον εικοστό αιώνα, ο όρος ‘μεταφυσική’ υπήρξε αντικείμενο πολλών κακοποιήσεων και καταχρηστικών αναφορών, τόσο από ακραίες μορφές υλισμού και θετικισμού, όσο και από διάφορες μορφές ακραίου, έως και δεισιδαιμονικού (στην περίπτωση του αποκρυφισμού), ιδεαλισμού. 

Οι μεν εκπρόσωποι του ακραίου υλισμού και θετικισμού απορρίπτουν τη μεταφυσική, οι δε οπαδοί ακραίων μορφών ιδεαλισμού, ιδίως στο πλαίσιο του αποκρυφισμού (π.χ., η Θεοσοφική Εταιρεία της Μαντάμ Blavatsky και τα έκγονά της) και του λεγομένου κινήματος της “Νέας Εποχής” (“New Age” movement), υπερασπίζονται τη μεταφυσική υπό μία τραγικώς εκφυλισμένη έννοια, κατά την  οποία η μεταφυσική, από σπουδή της πραγματικότητας καθ’ εαυτήν, εκπίπτει σε ένα σύστημα φαντασιώσεων και δεισιδαιμονιών, εξ αιτίας των οποίων ο άνθρωπος οδηγείται σε τραγελαφικές καταστάσεις σαν εκείνες, λ.χ., τις οποίες περιγράφει ο Άντον Τσέχοφ στο διήγημά του Μαύρος Μοναχός.

Καθώς προοδεύει η επιστήμη, δημιουργείται η εντύπωση ότι η επιστήμη περιθωριοποιεί όλο και περισσότερο τη φιλοσοφία και τη θρησκεία, είτε υπό την έννοια ότι η φιλοσοφία και η θρησκεία αφομοιώνονται μέσα στην επιστήμη, όπως υποστηρίζει μία ομάδα ‘νεοντεϊστών’ επιστημόνων, είτε επειδή η επιστήμη καθιστά τη φιλοσοφία και τη θρησκεία περιττές πλέον, όπως υποστηρίζουν οι άθεοι επιστήμονες. 

Σε αντίθεση προς αυτές τις απόψεις, στο βιβλίο μου Νοοπολιτική, αρθρώνω μία δημιουργική φιλοσοφική-ανθρωπολογική ερμηνεία και υπεράσπιση της Πλατωνικής μεταφυσικής και της νηπτικής θεολογίας, και εξηγώ πώς και γιατί, στην εποχή της προηγμένης νεωτερικότητας και της μετανεωτερικότητας, λαμβάνει χώρα μία κατάχρηση της κβαντικής φυσικής και μία άγονη ‘επανανακάλυψη’ του Γνωστικισμού και διαφόρων πνευματικώς νεκρών παλαιών δεισιδαιμονιών.

Ενώ αμφότερες η φιλοσοφία και η επιστήμη ασχολούνται με τα προβλήματα που απορρέουν από την αναφορά της συνείδησης στον κόσμο και στον εαυτό της, ο βαθμός της γενικότητας και της μεθοδολογικής αυστηρότητας που χαρακτηρίζει τη φιλοσοφία δεν υπάρχει στις επί μέρους επιστήμες, και, κατ’ επέκταση, η φιλοσοφία αποτελεί, τρόπον τινά, και την επιστήμη των επιστημών, υπό την έννοια ότι η φιλοσοφία διερευνά την επιστημονικότητα της επιστήμης, δηλαδή, προσδιορίζει τα κριτήρια και τη μέθοδο της επιστημονικώς έγκυρης εργασίας. 

Η θρησκεία και ιδιαιτέρως η έννοια του Θεού, όπως εξηγώ και στο βιβλίο μου Νοοπολιτική, εκφράζουν την εύλογη και φυσική αναζήτηση του ανθρωπίνου νοός για την πηγή της σημασίας, ή του νοήματος, των όντων και των πραγμάτων του κόσμου και για έναν αξιόπιστο και δομικώς ευσταθή υπαρξιακό καθρέπτη στον οποίο ο άνθρωπος να μπορεί να κοιτάξει και να αξιολογήσει τον εαυτό του. 

Συνεπώς, παρά την οίηση διαφόρων ημιμαθών επιστημόνων και οπαδών της λατρείας του επιστημονισμού, ούτε η φιλοσοφία, ούτε η θρησκεία, ούτε η θεολογία, ούτε η έννοια του Θεού απειλούνται πραγματικά από την πρόοδο της επιστήμης, διότι απλούστατα την υπερβαίνουν οντολογικώς.

Σε αυτό το σημείο, θα ήθελα να επισημάνω ότι με εκπλήσσει, δυσάρεστα βεβαίως, η επιμονή πολλών ανθρώπων να δέχονται ασυζητητί τους φιλοσοφικούς ισχυρισμούς που διατυπώνουν διάφοροι επιστήμονες επικαλούμενοι τις επιστημονικές τους περγαμηνές με έναν τρόπο που υποδηλώνει ότι οι επιστημονικές περγαμηνές αποτελούν επαρκές υποκατάστατο της φιλοσοφικής παιδείας.

Για παράδειγμα, πολλοί φιλοσοφικώς αμαθείς τείνουν να δέχονται τους καθαρώς φιλοσοφικής υφής ισχυρισμούς του αειμνήστου φυσικού επιστήμονα Στέφεν Χόκινγκ (Stephen Hawking) με το σκεπτικό ότι υπήρξε πολύ σπουδαίος φυσικός επιστήμων και, μάλιστα, επιχειρούν να ενισχύσουν το σκεπτικό τους με συναισθηματικής υφής σχόλια για τη βαρυτάτη ασθένεια από την οποία έπασχε ο Χόκινγκ. 

Μη σας ξενίζει η αυστηρότητα του σχολίου μου προς τους φυσικούς επιστήμονες. Σας ομιλώ όχι μόνο ως μία φιλοσοφούσα συνείδηση αλλά και ως ένας πτυχιούχος μαθηματικών ο οποίος, μάλιστα, αξιώθηκε να έχει ως μέντορά του έναν από τους καλυτέρους συγχρόνους καθηγητές μαθηματικών του Πανεπιστημίου Berkeley, τον καθηγητή και ακαδημαϊκό Θεμιστοκλή Μ. Ρασσιά. 

Όμως, για κάθε επαρκώς πεπαιδευμένο άνθρωπο, θα έπρεπε να είναι ξεκάθαρο ότι όποιος θέτει και συζητεί φιλοσοφικά θέματα πρέπει να κρίνεται αποκλειστικώς και μόνο με βάση την ποιότητα της φιλοσοφικής του σκέψης. 

Ανεξαρτήτως του εάν, λ.χ., κάποιος είναι φυσικός επιστήμων, κοινωνικός επιστήμων, στρατηγός, πολιτικός, ταξιτζής ή ακόμη και επίσκοπος πρέπει να κρίνεται ως  φιλόσοφος όποτε φιλοσοφεί. 

Εξ ου και, λ.χ., το Εις Εαυτόν του Μάρκου Αυρηλίου και το Εγχειρίδιον του Επικτήτου κρίνονται, επί αιώνες, ως φιλοσοφικά κείμενα, και όχι το πρώτο ως έργο αυτοκράτορα και το δεύτερο ως έργο δούλου.

Νικόλαος Λάος

http://dia-kosmos.blogspot.gr/

Comments