Μολονότι η Κίνα παγίως προειδοποιεί με στρατιωτική δράση για το ζήτημα της Ταϊβάν, είναι ιδιαίτερα ασυνήθιστο να συνδέει την απειλή ευθέως με τις Ηνωμένες Πολιτείες
Εν μέσω του ανοιχτού μετώπου Δύσης-Κρεμλίνου και του κινδύνου ανάφλεξης στην Ανατολική Ευρώπη με την επαπειλούμενη ρωσική εισβολή στο έδαφος της Ουκρανίας, η Κίνα απειλεί ευθέως τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι οποιαδήποτε κίνηση προς ενθάρρυνση της ανεξαρτητοποίησης της Ταϊβάν θα οδηγήσει σε σινο-αμερικανική στρατιωτική σύρραξη.
Η σχετική προειδοποίηση, διά στόματος του πρεσβευτή της Κίνας στην Ουάσινγκτον, έρχεται τη στιγμή που το κέντρο βάρος της πολιτικής Μπάιντεν έχει εξ ανάγκης μετατοπιστεί στην απόκρουση του εγχείρηματος Πούτιν να «ξαναγράψει» τη μεταψυχροπολεμική αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ευρώπη -ενώ διακηρυγμένη προτεραιότητά της προεδρίας του είναι η αντιμετώπιση μίας ολοένα και πιο επεκτακτικής και παρεμβατικής Κίνας.
«Επιτρέψτε μου να το τονίσω αυτό. Το ζήτημα της Ταϊβάν είναι το μεγαλύτερο 'κουβάρι' στις σχέσεις μεταξύ της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών» δήλωσε ο Κιν Γκανγκ σε συνέντευξή του στη δημόσια ραδιοφωνία NPR (National Public Radio).
«Εάν οι αρχές της Ταϊβάν, ενθαρρυμένες από τις Ηνωμένες Πολιτείες, συνεχίσουν να ακολουθούν τον δρόμο της ανεξαρτησίας, πιθανότατα [θα] εμπλέξουν την Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες, τις δύο μεγάλες χώρες, σε στρατιωτική σύρραξη» προειδοποίησε.
Το αμερικανικό υπουργείο Άμυνας ανέφερε σχετικά με την επίμαχη δήλωση ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν προσηλωμένες στην πολιτική της «μίας Κίνας» και στις δεσμεύσεις τους που απορρέουν από το νομοσχέδιο που διέπει τις σχέσεις ΗΠΑ-Ταϊβάν.
Βάσει της μακρόχρονης πολιτικής των ΗΠΑ, η Ουάσινγκτον αναγνωρίζει επίσημα το Πεκίνο και όχι την Ταϊπέι, ενώ στο πλαίσιο του νομοσχεδίου οι Ηνωμένες Πολιτείες καλούνται να παράσχουν στην Ταϊβάν τα μέσα για να αμυνθεί.
Οι 23 εκατομμύρια κάτοικοι της Ταϊβάν ζουν υπό τη διαρκή απειλή εισβολής της Κίνας, η οποία θεωρεί το δημοκρατικά διοικούμενο νησί ως «ιερή» επαρχία της, προορισμένη προς επανένωση, ακόμη και διά της βίας. Σταθερά το Πεκίνο απειλεί με προσφυγή στη βία εάν η νήσος ανακηρύξει επισήμως την ανεξαρτησία της.
«Θα συνεχίσουμε να συνδράμουμε την Ταϊβάν να διατηρήσει μία επαρκή ικανότητα αυτοάμυνας, διατηρώντας παράλληλα τη δική μας ικανότητα να αντισταθούμε σε οποιαδήποτε χρήση βίας που θα έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια του λαού της Ταϊβάν» δήλωσε εκπρόσωπος του αμερικανικού Πενταγώνου κληθείς να σχολιάσει τις δηλώσεις του Κινέζου πρεσβευτή.
Μολονότι η κινεζική ηγεσία και αξιωματούχοι στο Πεκίνο παγίως προειδοποιούν με στρατιωτική δράση για το ζήτημα της Ταϊβάν, είναι ιδιαίτερα ασυνήθιστο να συνδέουν την απειλή ευθέως με τις Ηνωμένες Πολιτείες, σημειώνει σχετικά το CNNi.
Το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ και ο Λευκός Οίκος δεν ανταποκρίθηκαν άμεσα σε αιτήματα για σχολιασμό των δηλώσεων, οι οποίες ήλθαν λίγες ώρες αφότου ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, και ο υπουργός Εξωτερικών της Κίνας, Γουανγκ Γι, είχαν τηλεφωνική συνομιλία σχετικά με την κρίση στην Ουκρανία.
Η ένταση μεταξύ Πεκίνου και Ταϊπέι έχει κλιμακωθεί τους τελευταίους μήνες, με την κινεζική αεροπορία να πραγματοποιεί επίδειξη ισχύος με μπαράζ παραβιάσεων στον ενάεριο χώρο της νήσου.
Ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, έχει τονίσει οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ενθαρρύνουν την ανεξαρτησία της Ταϊβάν, ωστόσο τον Οκτώβριο προκάλεσε... αναταράξεις λέγοντας ότι οι ΗΠΑ θα υπερασπιστούν τη νήσο εάν δεχθεί επίθεση από την Κίνα.
Η τελευταία αυτή δήλωση φάνηκε να απομακρύνεται από τη μακρόχρονη πολιτική της «στρατηγικής ασάφειας», να μην καθιστά δηλαδή η Ουάσινγκτον σαφή τη μορφή αντίδρασή της σε περίπτωση ανάληψης στρατιωτικής δράσης κατά της Ταϊβάν. Ο Λευκός Οίκος έσπευσε, πάντως, να διασαφηνίσει ότι η δήλωση Μπάιντεν δεν συνιστά αλλαγή πολιτικής.
Ο Αμερικανός επιτελάρχης, στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, είχε δηλώσει ενώπιον του Κογκρέσου πέρυσι πως η Κίνα επιδιώκει να έχει εντός των επόμενων έξι ετών τη δυνατότητα εισβολής και κατοχής της Ταϊβάν, ωστόσο ενδέχεται να μην σκοπεύει να το πράξει στο εγγύς μέλλον.
Comments